26 Νοέ Δεύτερος; Μα δεν με προσπέρασε κανείς! (ΧΑΡΙΛΑΟΣ ΒΑΣΙΛΑΚΟΣ)
Οι πρώτοι αγώνες που καταγράφονται ως Πανελλήνιοι διεξήχθησαν στην Αθήνα λίγο πριν από τους Ολυμπιακούς Αγώνες του 1896 και λειτούργησαν κυρίως σαν προκριματικοί για την επικείμενη διοργάνωση.
Ο Μαραθώνιος κατέστη ένα από τα πρώτα σύγχρονα ολυμπιακά αθλήματα των Αγώνων του 1896, του οποίου η συναρπαστική ιστορία ξεκινά στις 10 Μαρτίου του 1896 στην Αθήνα.
Τότε, διεξήχθησαν οι πανελλήνιοι προκριματικοί του αγωνίσματος για τον καθορισμό των πρώτων έξι αθλητών που θα λάβαιναν μέρος στους επίσημους Ολυμπιακούς μετά από 19 ημέρες, στις 29 Μαρτίου.
Η επιτροπή για τη δεύτερη μέρα των Πανελληνίων Αγώνων (9 και 10 Μαρτίου 1896) τύπωσε και διένειμε επτασέλιδο πρόγραμμα με τα αγωνίσματα και τα ονόματα των αγώνων μαζί με τον αριθμό των προκριθέντων αθλητών σε κάθε αγώνισμα.
Για τη 10η Μαρτίου περιλαμβάνοντο τα εξής αγωνίσματα: 100 μέτρα, 110 μέτρα μετ’ εμποδίων, άλμα τριπλούν, 800 μέτρα, άλμα εις ύψος, 400 μέτρα, άλμα επί κοντώ, 1.500 μέτρα, πάλη και μαραθώνιος
Στον αγώνα της 10ης Μαρτίου δήλωσαν μέρος 33, αλλά εμφανίστηκαν στην αφετηρία 25. Παράλληλα με την προκήρυξη διανεμήθηκε και «Ειδικός Κανονισμός του Μαραθωνίου δρόμου κατά τους Πανελληνίους Αγώνας», απαρτιζόμενος από 22 άρθρα.
Εδώ για πρώτη φορά, στο άρθρο 11, εμφανίζεται ως αφέτης του Μαραθωνίου ο στρατιωτικός και βουλευτής Αχαΐας Γεώργιος Παπαδιαμαντόπουλος, του οποίου ο ρόλος υπήρξε καθοριστικός και περίεργος για τη συνέχεια μέχρι και του Μαραθωνίου δρόμου στις 29 Μαρτίου.
Από το 1896 μέχρι σήμερα η αφετηρία βρίσκεται σχεδόν στο ίδιο σημείο και τοποθετείται στην περιοχή που ονομαζόταν Μπέη. Το ακριβές σημείο εκκίνησης ήταν στο γεφυράκι του μικρού ποταμού Χαράδρου κοντά στο σημερινό χωριό Μαραθώνας.
Εκεί το 1896 τοποθετήθηκε στήλη με την ένδειξη ΣΤ40. Η στήλη αυτή είχε χαθεί και ξαναβρέθηκε πρόσφατα με τη διαμόρφωση των γύρω χώρων.
Σύμφωνα με την εφημερίδα «Το Άστυ» (φύλλο 12/3/1896), η αρμόδια επιτροπή εγκατέλειψε τους αθλητές στην τύχη τους και αν δεν υπήρχε ο δήμαρχος που προσέφερε στέγη, πολλοί εξ αυτών θα κατέλυαν στις σκληρές στρωμνές των χωρικών.
Στις 10:00 οι δρομείς κάθισαν στα μικρά καφενεία της περιοχής, όπου περικυκλωμένοι από περίεργους χωρικούς, πήραν το λιτό τους πρόγευμα (αυγά, πορτοκάλια, κονιάκ και καφέ).
Στο μεταξύ, αρκετοί έφιπποι και ποδηλάτες κατέφθαναν στην κωμόπολη που ζούσε στους παλμούς του αγώνα, τη στιγμή που οι χωρικοί προσπαθούσαν να εμψυχώσουν και να δώσουν πληροφορίες στους αθλητές για τον δρόμο.
Χαρίλαος Βασιλάκος, ο πρώτος νικητής του Μαραθωνίου
Η κλήρωση των αθλητών έγινε και ο αριθμός 1 δόθηκε στον Χαρίλαο Βασιλάκο. Οι αθλητές τοποθετήθηκαν ανά 3 σε 8 παράλληλες σειρές. Η εκκίνηση δόθηκε από τον ταγματάρχη Παπαδιαμαντόπουλο στις 14:00 με μία πιστολιά από το όπλο του.
Δέκα χιλιόμετρα μετά προπορευόταν ο Δ. Δεληγιάννης, ενώ σταδιακά οι δρομείς λιγόστευαν (είχαν απομείνει 15), ώσπου στο Πικέρμι, ήτοι μετά από 21 χλμ. είχαν την ευκαιρία να αναπαυθούν και να δροσιστούν με αναψυκτικά.
Ένα ή δύο λεπτά σταμάτησε ο Δεληγιάννης, ελάχιστα δευτερόλεπτα ο Βασιλάκος, λίγα και οι τρεις επόμενοι δρομείς: Γρηγορίου, Μπελόκας και Χριστόπουλος.
Εν αντιθέσει με τον δύσβατο και χαλικώδες δρόμο από τον Μαραθώνα ως το Πικέρμι, τα πράσινα τοπία, οι χλοερές εκτάσεις και, κυρίως, ο αέρας στο επόμενο σκέλος του αγώνα, βοήθησαν πολύ τους δρομείς.
Στο Χαρβάτι (σ.σ. σημερινή Παλλήνη) οι χωρικοί φόρεσαν τα γιορτινά τους για να υποδεχθούν τους δρομείς, ενώ νέα συνάθροιση ντόπιων έγινε περίπου 8χλμ. αργότερα, στο ύψος της Αγίας Παρασκευής.
Στον επίσημο αυτόν αγώνα, ο οποίος ήταν ο πρώτος Μαραθώνιος της Ιστορίας, πρώτος νικητής αναδείχθηκε ο Χαρίλαος Βασιλάκος του Πανελληνίου Γ.Σ., με χρόνο 3 ώρες και 17 λεπτά.
Δεύτερος ο Σπύρος Μπελόκας, με χρόνο 3 ώρες και 20 λεπτά και τρίτος ο Δημήτριος Δεληγιάννης, με χρόνο 3 ώρες και 33 λεπτά – αμφότεροι αθλητές του Πανελληνίου Γ.Σ.
Ακολούθησαν τέταρτος ο Δημήτριος Χριστόπουλος με 3 ώρες και 33 λεπτά κι αυτός, πέμπτος ο Γεώργιος Γρηγορίου με 3.46:06 και έκτος ο Ευάγγελος Γερακάκης, με 3.37:07.
Λέγεται ότι όταν μετρήθηκε Βασιλάκος οι παλμοί του είχαν ανέβει στους 161, ενώ για τη νίκη αυτή εστάλησαν πολλές συγχαρητήριες επιστολές.
Η πολύ μεγάλη αποδοχή του αθηναϊκού λαού για το αγώνισμα του Μαραθωνίου δρόμου και η ανάλογη προπαγάνδα που έγινε μέσω του Τύπου, υπήρξε το καταλληλότερο εργαλείο προκειμένου να επιδιωχθεί μία σίγουρη ελληνική νίκη και να πάρει τα πάνω της η εθνική, πολιτική και βασιλική οντότητα της εποχής.
«Για ν’ αλωνίζουν Κόνολι και Φλακ…»
Η πτώχευση της χώρας το 1893 ήταν ακόμη νωπή και ο λαός χρειαζόταν ενθαρρυντικά στοιχεία και γεγονότα για να ξεκολλήσει από τη μιζέρια, έστω και με μία περιφανή και εντυπωσιακή ολυμπιακή νίκη.
Η λαϊκή θέληση επιθυμούσε και αυτή κάποια μεγάλη εθνική νίκη και η αφορμή-ιδέα μαζί με τη λαϊκή θέληση πέρασε μέχρι και στον ταγματάρχη του στρατού Γεώργιο Παπαδιαμαντόπουλο, ο οποίος «φρόντισε» να πραγματοποιηθεί αυτή η επιθυμία.
Υπήρχαν, βέβαια, οι κανονικοί Έλληνες πρωταθλητές των πανελληνίων-προκριματικών αγώνων της 10ης Μαρτίου, αλλά αυτό δεν ήταν αρκετό και σίγουρο ότι η νίκη θα ήταν ελληνική.
Κυρίως φοβόντουσαν πολύ τις επιδόσεις και την ικανότητα του Αυστραλού αθλητή Έντουαρντ Φλακ, ο οποίος στη συνέχεια απέδειξε ότι ήταν υπεραθλητής στεφόμενος πρώτος Ολυμπιονίκης στα αγωνίσματα 800 και 1.500 μέτρων, καθώς και τρίτος Ολυμπιονίκης στο διπλό τένις.
Τη φήμη του Φλακ υπαινίχθηκε και ο Γ. Σουρής στην εφημερίδα του «Ρωμηός»: «Και ολάκερο το Στάδιον μαρμάρινον να κάνει, για ν’ αλωνίζουν Κόνολι και Φλακ κι Αμερικάνοι».
Αποφάσισαν, λοιπόν, να κάνουν και συμπληρωματικό προκριματικό αγώνα, όπου βρίσκουμε για πρώτη φορά την παρουσία του Σπύρου Λούη.
Οι συμπληρωματικοί αγώνες έγιναν στις 24 Μαρτίου, ήτοι 14 ημέρες μετά τους κανονικούς προκριματικούς, μία ημέρα πριν από την έναρξη των Αγώνων και πέντε ημέρες πριν από τον Μαραθώνιο.
Προαπαιτούμενος χρόνος για την πρόκριση στον Μαραθώνιο ήταν να τρέξουν την ίδια διαδρομή κάτω από το 3.17:00 του Χαριλάου Βασιλάκου.
Μέσα στον προαπαιτούμενα χρόνο προκρίθηκαν οι Λαυρέντης με 3.11:27, Βρεττός με 3.15:50, Παπασυμεών με 3.13:37 και Καφετζής με 3.15:50.
Παπαδιαμαντόπουλος και Λούης
Ο Λούης δεν προκρίθηκε, παραδόξως όμως μετά από πιέσεις του Γ. Παπαδιαμαντόπουλου προστέθηκαν ο Λούης με 3.18:27 και ο Μασούρης με 3.19:15. Την πρόκριση αυτή σχολίασαν αρνητικά πολλοί δημοσιογράφοι, ερευνητές και αθλητικογράφοι.
Σε κείμενα διαφόρων μελετητών υποστηρίζεται ότι απόφαση της Οργανωτικής Επιτροπής ήταν να μετάσχουν στον Μαραθώνιο των Ολυμπιακών οι 10 καλύτεροι (δηλαδή οι 6 του πρώτου αγώνα και οι 4 του δευτέρου, που είχαν σημειώσει τους απαιτούμενους χρόνους) – ή κατ’ άλλους οι 16.
Κατά παράδοξο τρόπο οι παρασκηνιακές πιέσεις δεν σταμάτησαν ούτε μετά τον δεύτερο προκριματικό αγώνα, με σκοπό να επιτραπεί η συμμετοχή και στον Σπύρο Λούη, τον οποίο υποστήριζε φανερά ο Παπαδιαμαντόπουλος.
Εν ολίγεις, χρειάστηκε συμπληρωματικός προκριματικός και μία επιπλέον παρατυπία, προκειμένου ο Μαρουσιώτης νερουλάς να εξασφαλίσει ως… 11ος την παρουσία στον πρώτο Μαραθώνιο της ιστορίας των Ολυμπιακών Αγώνων.
Άρα, από τον πανελλήνιο προκριματικό αγώνα (10 Μαρτίου) προκρίθηκαν 5 για τους Ολυμπιακούς Αγώνες και προστέθηκε άλλος 1, δηλαδή 6 στο σύνολο.
Από τον συμπληρωματικό αγώνα (24 Μαρτίου) προστέθηκαν άλλοι 4, συνολικά 10, αλλά με την παρέμβαση του Παπαδιαμαντοπούλου προστέθηκαν άλλοι 2, συνολικά 12.
Η παρουσία του ταγματάρχη Παπαδιαμαντοπούλου φαίνεται να είναι καθοριστική για τον Λούη. Τον βρίσκουμε πανταχού παρόντα και πριν από τον αγώνα και κατά τη διάρκεια αυτού.
Η εφημερίδα «Καθημερινή» της 31ης Μαρτίου 1996 αναφέρει μεταξύ άλλων: «Ορντινάντσα του ταγματάρχη Παπαδιαμαντόπουλου, γρήγορα έγινε διάσημος στο στρατόπεδο για την επίδοσή του στο περπάτημα», «αφέτης ο παλιός του γνώριμος Παπαδιαμαντόπουλος» «ενώ ούτε πριν απ’ τον στρατό ούτε μετά απ’ αυτόν είχε ασχοληθεί με τον αθλητισμό (σ.σ. ο Λούης)».
«Δρόμος ακατάλληλος»
Το βιβλίο «Ολυμπιάδες στην Αθήνα» του Αθανασίου Ταρασουλέα ενημερώνει: «Όλοι οι Έλληνες ήταν διακεκριμένοι δρομείς και ιδιαίτερα ο επικεφαλής πανελληνιονίκης Βασιλάκος.
Ο ταγματάρχης Παπαδιαμαντόπουλος είχε γνωρίσει τον Σπύρο Λούη, όταν αυτός υπηρετούσε στο 1ο Σύνταγμα Πεζικού και διατηρώντας στη μνήμη του τη μεγάλη αντοχή και ταχύτητα αυτού του στρατιώτη, τον κάλεσε να λάβει μέρος στον δοκιμαστικό Μαραθώνιο δρόμο που έγινε στις 24 Μαρτίου 1896.
Με πρόταση του Παπαδιαμαντοπούλου συμπεριλήφθηκαν στην ομάδα και οι δύο πρώτοι επιλαχόντες δρομείς, Λούης και Μασούρης, με το σκεπτικό ότι ελάχιστα υστέρησαν, ιδιαίτερα ο Λούης κατά 27″ από το προκαθορισμένο όριο».
Εν πάση περιπτώσει, τα πάντα ήταν πια έτοιμα για το κορυφαίο αυτό γεγονός, δεδομένου ότι την παραμονή διατέθηκαν 30.000 για βελτιωτικά έργα (χαλίκια σε ένα μέρος της διαδρομής και χώμα από πάνω τους), ενώ σε ορισμένα σημεία το έδαφος καταβράχηκε, προκειμένου να μην σηκώνεται σκόνη.
Εφημερίδα του Λονδίνου έγραψε: «Οποιαδήποτε υπηρεσία οδοποιίας, θα χαρακτήριζε τον δρόμο ακατάλληλο» και ένας Γερμανός δημοσιογράφος τόνισε: «Ο δρόμος περνά από βουνά και κοιλάδες, έχει πέτρες και σκόνη, ανεβαίνει για χιλιόμετρα στα βουνά».
Οι αθλητές και τα μέλη της οργανωτικής επιτροπής αφίχθησαν στον Μαραθώνα την παραμονή του αγώνα με άμαξες.
Ο Σπύρος Λούης και οι υπόλοιποι Μαρουσιώτες φιλοξενήθηκαν στο σπίτι του δημάρχου Κουτσογιαννόπουλου, για τον Χαρίλαο Βασιλάκο και Δημήτρη Δεληγιάννη έγινε πλειοδοσία, ενώ στον πύργο του Παύλου Σκουζέ κατέλυσαν οι Έντουιν Φλακ, Αλμπάν Λερμιζιό και Γκιούλα Κέλνερ.
Αργά το απόγευμα όλοι κατευθύνθηκαν στα καφενεία του Μαραθώνα και το πρωί οι αθλητές πήραν ένα λιτό πρόγευμα, αποτελούμενο κυρίως από αυγά και φρούτα.
«Συλλογιστείτε την πατρίδα σας»
Ο 21χρονος Χαρίλαος Βασιλάκος με το No7 εκκίνησε από τη δεύτερη σειρά, ενώ ο 23χρονος Σπύρος Λούης με το Νο17 εκκίνησε από την τέταρτη σειρά.
Την Παρασκευή 29 Μαρτίου, την ώρα της κούρσας, η μέση θερμοκρασία ήταν 17 βαθμοί Κελσίου, με υγρασία 57,8% και άνεμο που έπνεε Ν-ΝΔ 2 Μποφόρ.
Σημείο εκκίνησης ήταν το παλιό γεφυράκι στην περιοχή που λεγόταν Μπέη, στην είσοδο του χωριού Μαραθώνα.
Στο σημείο εκκίνησης υπήρχε πέτρινη βάση που ανέγραφε ΣΤ40, δηλώνοντας τα 40 χιλιόμετρα της μαραθώνιας διαδρομής.
Η ένδειξη αυτή είχε χαθεί και ανακαλύφθηκε κατά τις χωματουργικές εργασίες του 2004 για την ανάπλαση του χώρου.
Ο αφέτης του αγώνα Γεώργιος Παπαδιαμαντόπουλος έδωσε την εκκίνηση του αγώνα, αφού πρώτα έβγαλε για
τους Έλληνες δρομείς μικρό λόγο.
Σε εφημερίδα της εποχής διαβάζουμε: «Παιδιά, συλλογιστείτε την πατρίδα σας, συλλογιστείτε ότι η ελληνική σημαία αναμένει έρπουσα προ του ιστού του Σταδίου.
Τιμήσατέ την εντίμως και ως εμπρέπει εις Έλληνας συναγωνιζομένους. Από εμάς τους στρατιωτικούς, ζητεί το αίμα μας η πατρίς μας, από εσάς ζητεί η σημαία μας να την τιμήσετε».
Η μεγάλη στιγμή
«Είναι παράδοξο ότι ενώ σε πολλά άρθρα αναγράφονται προσπεράσεις και προηγήσεις μαζί με ονόματα, πουθενά δεν αναφέρεται ότι ο Λούης προσπέρασε τον Βασιλάκο», αναφέρει στο βιβλίο ο Ντόναλντ-Γεώργιος Μακφαίηλ.
Βάσει των πολυετών ερευνών του, ο συγγραφέας εκφράζει την εκτίμηση ότι «τον Λούη τον πέρασαν μπροστά τουλάχιστον δύο φορές» και πως εικάζει ότι αυτό συνέβη στο Χαρβάτι, στην περιοχή του Σταυρού.
Σύμφωνα με ορισμένες περιγραφές από διάφορες πηγές, η σειρά κατάταξης κατά τη διαδρομή ήταν η εξής:
Πικέρμι 20χλμ.
1. Λερμιζιό
2. Φλακ (3 λεπτά πίσω)
3. Μπλέικ
4. Κέλνερ
5. Βασιλάκος
6. Λούης (10 λεπτά πίσω από τον πρώτο)
«Ο Σπύρος Λούης στο Πικέρμι είναι πολύ πίσω και ζητά από τους ιδιοκτήτες σε ένα χάνι ένα ποτήρι κρασί, ρωτώντας που είναι οι αντίπαλοί του», αναφέρεται στο ένθετο «Ιστορία των Ολυμπιακών Αγώνων» του περιοδικού «Εικόνες».
Χαρβάτι 26χλμ.
1. Λερμιζιό
2. Φλακ
3. Βασιλάκος
4. Λούης
5. Κέλνερ
6. Δεληγιάννης
7. Μπελόκας
32χλμ.
1. Φλακ
III
Αμπελόκηποι 34χλμ.
1. Λούης
2. Κέλνερ
3. Βασιλάκος
4. Μπελόκας
Από περιγραφές αναφέρονται οι εξής εγκαταλείψεις:
Καφετζής (9ο χλμ.)
Χριστόπουλος (9ο χλμ.)
Μπλέικ (23ο χλμ.)
Λαυρέντης (κοντά στο Πικέρμι)
Γρηγορίου (κοντά στο Πικέρμι)
Λερμιζιό (320 χλμ.)
Φλακ (37ο χλμ.)
Η άποψη του Θάνου Κουτσικόπουλου
Ο Ντόναλντ-Γεώργιος Μακφαίηλ, μεταξύ άλλων, συνάντησε τον Θάνο Κουτσικόπουλο, βετεράνο αθλητή και επτά φορές κριτή Ολυμπιακών Αγώνων, ο οποίο έστειλε στον συννοσφέα οκτώ επιστολές με θέμα τη νίκη του Σπύρου Λούη.
Ιδού μερικά αποσπάσματα: «Κατά τα ολίγα, ελλείψει κριτών ή μέσων επικοινωνίας ή αθλητικογράφων, βάσιμα στοιχεία της εποχής, ο Λούης στο 10ο χιλιόμετρο ήταν μεταξύ των ουραγών, ενώ στο 15ο η διαφορά των προπορευόμενων ξένων από τον πρώτο Έλληνα, που δεν ήταν ο Λούης, ήταν περί τα 2 χιλιόμετρα.
Προπορεύθηκαν στο αρχικό επίπεδο τμήμα της διαδρομής, με συνέπεια να εγκαταλείψουν στο ανηφορικό μεσαίο τμήμα. Ο Λούης επανεμφανίζεται, ξεκούραστος, στην αρχή του μεγάλου κατήφορου προς το τέρμα.
Τερμάτισε κάπου 1,5χλμ. (2.58:50) δευτερόλεπτα πριν από τον Βασιλάκο, που ακολουθείτο από τον Μπελόκα και τον καταταγέντα τέταρτο Ούγγρο. Επίδοσις Βασιλάκου: 3.06:03, του Μπελόκα 3.06.30 και του Ούγγρου Κέλνερ 3.06:35.
Ο έτερος των ιστορικών του συγχρόνου ελληνικού αθλητισμού Ιωάννης Χρυσάφης γράφει στο βιβλίο του (σ.σ. έτος κυκλοφορίας 1930) ότι μόνος υπεύθυνος για τον Μαραθώνιο ήταν ο αναφερθείς παντοδύναμος έφορος Γεώργιος Παπαδιαμαντόπουλος, έχων περί αυτόν διά την επιτήρησιν των δρομέων ολόκληρον επιτελείον εφίππων.
Ώστε εάν έγινε η φημολογούμενη απαγωγή του Λούη, μετά το 10ο χιλιόμετρο όταν βεβαιούται ότι ήταν ουραγός, υπεύθυνος της «κατεργαριάς» θα ήτο ο Γεώργιος Παπαδιαμαντόπουλος, που μάλιστα δεν θα εφοβείτο -όπως θα συνέβαινε σήμερα- τις αντιδράσεις των αγνοούντων κάθε φίλαθλο πνεύμα των ελαχίστων ιππέων του που συνεργάστηκαν.
Είναι γνωστό ότι τόσο ο Βασιλάκος όσο και ο Μπελόκας και ο καταταγείς τέταρτος Ούγγρος Κέλνερ θεώρησαν αυτούς νικητές, αφού κανείς τους όπως βεβαίωναν, δεν είχε δει τον αρχικά ουραγό να τους προσπερνά!
Πέρασε αρκετή ώρα μέχρις ότου συνέλθουν από την κόπωση και να ακούσουν, έκπληκτοι, ότι ο άσχημος και αόρατος γι’ αυτούς Λούης είχε νικήσει. Έως ότου συνέλθουν και να ψάξουν για ανύπαρκτους κριτές, να ψάξουν για μάρτυρες κτλ., όλα είχαν τελειώσει.
Ώστε όχι μόνο δεν υπήρχαν αρμόδιοι για την εξέταση των βεβαιώσεων των Βασιλάκου, Μπελόκα και Κέλνερ, αλλά κι αν υπήρχε κάποιος ποιος θα τολμούσε να εξηγήσει στο αλαλάζον πλήθος ‘λάθος εκάναμε, μας συγχωρείτε” και ποιος θα τολμούσε να μεταβεί στα Ανάκτορα χωρίς αποδείξεις ή ενδείξεις (που ανέκυψαν αργότερα) και να ζητήσει από τον βασιλέα να ανακαλέσει την απόφασή του;»
«Εσένα ας σε κρίνει ο Θεός»
Ακολουθεί ένα ακόμη μέρος των επιστολών του Θάνου Κουτσικόπουλου στον Ντόναλντ-Γεώργιο Μακφαίηλ: «Ενώ στον προκριματικό επέτυχε αδιάβλητη επίδοση 3 ώρες και 19 λεπτά, στον τελικό μετά λίγες ημέρες επέτυχε 2 ώρες και 59 λεπτά, ήτοι «εκέρδισε» 20 λεπτά, δηλαδή 4χλμ. ταχύτερα!
Όταν οι μαραθωνοδρόμοι αγωνίζονται χρόνια στους Ολυμπιακούς ή πρωταθλήματα για να μειώσουν την παγκόσμια επίδοση κατά 1-2 λεπτά, είναι αστείο να συζητείται η πιθανότητα βελτίωσης της επιδόσεως κατά 20 λεπτά (δηλαδή 4χλμ.) μέσα σε λίγες ημέρες. Σε αυτό συμφωνούσε ο μακαρίτης φίλος Στέλιος Κυριακίδης, ο γνωστός μαραθωνοδρόμος.
Είναι γνωστό ότι οι τρεις επόμενοι της κατάταξης, δηλαδή Βασιλάκος, Μπελόκας, Κέλνερ – ξεχωριστά ο καθένας – όταν έκπληκτοι άκουσαν τα περί νίκης του Λούη, βεβαίωναν αμέσως ότι ουδέποτε τους είχε προσπεράσει.
Όταν το 1952 συνάντησα τον ευπρεπή κ. Βασιλάκο, εδήλωσε πάλι ενώπιον της διοικήσεως της ΕΟΑ (αφού απομακρύνθηκαν οι ξένοι για να μη ζημιώσει τη τη χώρα μας) και εμού ό,τι δήλωσε προ 56 ετών: ότι ο Λούης ήρθε ουρανοκατέβατος».
Ο Κώστας Βασιλάκος, γιος του Χαρίλαου, έχει μεταφέρει τι είχε εκμυστηρευθεί ο πατέρας του: «μπήκα στα αποδυτήρια πήγα αμέσως και βρήκε τον Λούη. Του είπα ότι αυτό που έκανε ήταν άτιμο. Επειδή όμως δεν θέλω να αμαυρώσω την ημέρα ούτε να χαλάσω τους πανηγυρισμούς που γίνονται έξω, δεν θα κάνω ένσταση. Εσένα ας σε κρίνει ο Θεός».
Πηγή: https://sport-retro.gr/
Απόσπασμα από το βιβλίο “ΧΑΡΙΛΑΟΣ ΒΑΣΙΛΑΚΟΣ ΚΑΙ Η ΑΜΦΙΛΕΓΟΜΕΝΗ ΠΡΩΤΙΑ ΤΟΥ ΣΠΥΡΟΥ ΛΟΥΗ”
του Ντόναλντ-Γεωργίου Μακφαίηλ