fbpx

Αλλάζει ο άνθρωπος; (ΔΗΜΗΤΡΗΣ ΚΑΡΑΓΙΑΝΝΗΣ) | Μέρος Α’

Αλλάζει ο άνθρωπος; (ΔΗΜΗΤΡΗΣ ΚΑΡΑΓΙΑΝΝΗΣ) | Μέρος Α’

Πόσος πόνος και ισοδύναμο θάρρος χρειάζεται για να πεις θ’ αλλάξω; Είναι τελικά η ελπίδα ευλογία; Σε πόσα αδιέξοδα πρέπει να βρεθείς για να επιζητήσεις την αλλαγή; Πόσες φορές δεν είπες «σήμερα αλλάζω» και παραμένεις στα ίδια ή σχεδόν στα ίδια; Πόσες ατελέσφορες προσπάθειες και πόσες αποτυχίες μπορεί κάποιος να αντέξει; Πόσες φορές θα πεις «πάμε πάλι από την αρχή»; Και όλοι οι σταθμοί της ζωής σου; Αυτοί διαγράφονται έτσι εύκολα; Αυτούς που τα λάθη μας τους τσάκισαν; Σ’ αυτούς τι θα πεις; «Συγγνώμη, αλλά έχω πια αλλάξει;». Όλη αυτή η συσσωρευμένη μνήμη; Όλες αυτές οι υποσχέσεις; Αυτές που πιστέψαμε και εκείνες που κάναμε τους άλλους να πιστέψουν; Τι να αλλάξεις σε μια κοινωνία και έναν τόπο όπου όχι μόνο τίποτα δεν αλλάζει, αλλά το «έργο» γίνεται και χειρότερο; Η αρρώστια του φίλου, του γονιού, η απώλεια; Αυτές που υπήρξαν και εκείνες που θα έρθουν; Αλλαγές που δεν τις ζητήσαμε, αλλά μας χτύπησαν την πόρτα και που νιώθω ότι σε κάποια γωνία καραδοκούν; Μήπως θα πάρει η ζωή την πρωτοβουλία για αλλαγή, όπως γίνεται αιώνες τώρα; Αν ναι, τότε εγώ που βρίσκομαι; Έχω λόγο για όλα αυτά;

 

Με αυτές τις σκέψεις είχα ήδη φτάσει στο ραντεβού μου. Το βλέμμα των παιδιών και των γονιών τους που περίμεναν να δουν τους ειδικούς ψυχικής υγείας με «έκαψε» μέσα μου. Αμέσως μετά την καλημέρα με τον Παιδοψυχίατρο, Ψυχοθεραπευτή και Διευθυντή του Κέντρου Παιδοψυχιατρικής Κλινικής, τον κ. Δημήτρη Καραγιάννη, εξέφρασα τη στενόχωρη διάθεση μου για αυτό που μόλις αντίκρισα.

 

«Πράγματι, αλλά δεν ξέρετε και τι ωραία πράγματα γίνονται με αυτά τα παιδιά!» απάντησε και το βλέμμα του φώτισε. Είχε ήδη δώσει τον τόνο για τη συνέντευξη «χείμαρρο» που θα ακολουθούσε, με αφορμή την έκδοση του καινούργιου του βιβλίου με τίτλο «Αλλάζει ο άνθρωπος;» από τις εκδόσεις Αρμός.

 

Ερχόμενος να σας συναντήσω παρατηρούσα τις πολυκατοικίες με τα διαμερίσματα κλουβιά, τη μουτζουρωμένη πόλη και σκέφτηκα τον Άρη Κωνσταντινίδη που αποκαλούσε τα σπίτια δοχεία ζωής. Αν η αρχιτεκτονική είναι η ταυτότητα της πόλης, τότε κατά προέκταση είναι και δική μας ταυτότητα. Τι αλλαγή μπορούμε να πετύχουμε σε ένα τέτοιο περιβάλλον ασχήμιας;

 

Η ασχήμια είναι γεγονός, όπως γεγονός είναι πως έρχεται για να καταστρέψει. Το πρόβλημα λοιπόν δεν είναι πως δεν υπάρχει όμορφη αισθητική, δεν είναι ότι παράγεται κάτι που μπορεί να μην μας αρέσει, αλλά υπάρχει κάτι που έρχεται και καταστρέφει την ομορφιά η οποία πράγματι υπάρχει μέσα στην πόλη. Yπάρχει φθορά, βλέπεις το άγγιγμά της παντού και όλο αυτό παραπέμπει σε ένα γενικότερο άφημα. Είναι εκεί που οι άνθρωποι ψάχνουν για άλλοθι και τελικά όλοι βρίσκουν το άλλοθί τους προκειμένου όχι μόνο να μην δημιουργήσουν κάτι καλό, αλλά να χαλάσουν και ότι καλό μπορεί να υπάρχει.

 

Όμως θα πρέπει να παραδεχθούμε ότι υπάρχει και υγεία, που αντιστέκεται και μέσα σε αυτά τα κλουβιά των πολυκατοικιών, όπως τα χαρακτηρίσατε, υπάρχει και ζωή. Έτσι δεν μπορούμε να μιλάμε μόνο με όρους εξωτερικής αισθητικής. Θα πρέπει να μιλήσουμε και για την ομορφιά που μπορεί να υπάρχει σε μια οικογένεια που ζει σ΄ένα μικρό σπίτι. Μπορώ να δω την ομορφιά στο μπαλκόνι αυτής της οικογένειας όπου η γυναίκα θα έχει απλώσει τα ρούχα της σε αυτό μ΄έναν πολύ όμορφο τρόπο.

 

Αυτό που θέλω να πως είναι πως πρέπει να λάβουμε υπόψη και το μικροκλίμα που δημιουργείται στην πόλη και κάθε άνθρωπος, κάθε οικογένεια, κάθε ζευγάρι, έχει δικαίωμα και υποχρέωση να δημιουργήσει αυτό το μικροκλίμα, το οποίο στη συνέχεια θα γίνει και η δομή πάνω στην οποία θα χτίσουν τις ζωές τους.

 

Γι΄αυτό, είτε είναι η εξωτερική ασχήμια, είτε η οικονομική δυσκολία που εισβάλλει και δυσκολεύει όλους μας, είτε είναι η αμφισβήτηση κάποιων αξιακών συστημάτων, η οποία έρχεται μέσα από την παγκοσμιοποίηση ή μέσα από το διαδίκτυο, πρέπει να καταλάβουμε ότι δεν είναι η καταστροφή του κόσμου, αντίθετα μπορεί να είναι η δυνατότητα να παραχθεί κάτι καλό. Αντί λοιπόν να παραπονούμαστε και να διαμαρτυρόμαστε για τα γκράφιτι στην πόλη, ας προσπαθήσουμε να φτιάξουμε ομορφιά στη ζωή μας.

 

Μιλώντας για τη σχέση δόμησης και ανθρώπου, λέτε στο βιβλίο σας πως μόνιμη δομή συνεπάγεται ακαμψία, μόνιμη ροή χάος. Που βρίσκεται ο άνθρωπος στην εποχή όπου όλα αποδομούνται και η ροή είναι ο κυρίαρχος παράγοντας σε σημείο που δεν προλαβαίνουμε να παρακολουθήσουμε τις όποιες εξελίξεις;

 

Αυτή η χωρίς όρια ροή είναι ακριβώς το σημείο εκείνο όπου ο καθένας επιχειρεί να καταφύγει στις στιγμές, χάνοντας έτσι τους μακροπρόθεσμους στόχους. Γι΄ αυτό υποφέρουμε σε κοινωνικό επίπεδο. Μάθαμε να κοιτάζουμε με ορίζοντα τις επόμενες εκλογές, αν όχι και πιο σύντομα.

 

Σε επίπεδο προσωπικό, αν κοιτάζουμε απλώς για τις στιγμές, τότε καταλήγουμε να μην έχουμε μια συνέχεια που θα μας θέσει και τη δομή η οποία με τη σειρά της θα επιτρέψει στο καινούργιο να υπάρξει. Αυτό το κυνήγι των στιγμών κρύβει την άρνηση του θανάτου, τον φόβο μπροστά στον θάνατο, καθώς όταν χάνεται ο στόχος, το νόημα, τότε βρισκόμαστε σ΄έναν πανικό και δεν ξέρουμε από που να πιαστούμε και τότε είναι που γινόμαστε καταναλωτές καταστάσεων, ανθρώπων, σχέσεων και χάνουμε την έννοια του δημιουργού.

 

Γιατί εάν ορίσω στόχο μπορώ να υπερασπίζομαι τη δημιουργικότητα, η οποία δεν μπορεί να έχει στασιμότητα, δεν μπορεί να είναι άκαμπτη. Το άκαμπτο είναι το αντίθετο της δημιουργίας. Έτσι φεύγουμε από το χαοτικό, το οποίο και αυτό ακυρώνει την έννοια της δημιουργίας.

 

Η αλλαγή ως σύνθημα και ο άγιος Βασίλης

Χρόνια τώρα ο Έλληνας ακούει για αλλαγή. Είναι η αγαπημένη λέξη των πολιτικών μας και όμως φαίνεται να μην αλλάζει τίποτα, αλλά να βρισκόμαστε σ΄ενα διαρκές πισωγύρισμα. Είμαστε ανίκανοι να αλλάξουμε; Πού εντοπίζετε τις αγκυλώσεις ή τις καθηλώσεις;

 

Η αλλαγή ως πολιτικό σύνθημα πουλάει και πολλές φορές πουλάει για τους ίδιους ανθρώπους που την μεταχειρίζονται σαν υπόσχεση και την επαναχρησιμοποιούν ως ξεμπέρδεμα με την προηγούμενη κατάσταση, δηλαδή πάλι σαν αλλαγή. Οι άνθρωποι όταν ζητάνε να τους χαριστεί η αλλαγή από κάποιους άλλους βρίσκονται σε μια παιδική στάση αφού δεν αναλαμβάνουν την προσωπική τους ευθύνη.

 

Αν και πρέπει να πω ότι ο άγιος Βασίλης είναι πραγματικός. Βέβαια αυτό σημαίνει ότι κάποιοι ενήλικοι θα πρέπει να πάνε να αγοράσουν δώρα, να βρουν τα χρήματα γι΄αυτά και στη συνέχεια να φροντίσουν να δημιουργήσουν και την ανάλογη εορταστική ατμόσφαιρα. Τότε ναι, υπάρχει ο άγιος Βασίλης. Αν όμως σκεπτόμαστε σαν μικρά παιδιά και προσδοκούμε από τον κάθε πολιτικό να είναι αυτός ο άγιος Βασίλης, που θα μας φέρει τα δώρα, τότε κάποια στιγμή θα ξυπνήσουμε και θα παραδεχθούμε πως τελικά δεν υπάρχει. Μόνο η ανάληψη ευθύνης στην προσωπική μας ζωή μπορεί να φέρει αλλαγές και τα συνθήματα περί πολιτικής αλλαγής, δίχως την αντίστοιχή ανάληψη ευθύνης από μέρους των πολιτών, δεν είναι παρά ένα πουκάμισο αδειανό.

 

Εμείς σαν Έλληνες χρειαζόμαστε την ψυχολογία για να αλλάξουμε; Αφού έχουμε την φιλοσοφία. Οι αρχαίοι ημών πρόγονοι είχαν ως οδηγό μεταξύ άλλων το «οι ορθώς φιλοσοφούντες αποθνίσκειν μελετώσι» δεν θα μπορούσε να είναι αυτό οδηγός σήμερα;

 

Πράγματι, μελέτη θανάτου έλεγαν οι αρχαίοι ημών πρόγονοι, μνήμη θανάτου οι Πατέρες της εκκλησίας. Ήταν μια σημαντική παράμετρος στη ζωή. Όμως, σήμερα στις δυτικές κοινωνίες το μεγάλο ταμπού είναι ο θάνατος και όχι το σεξ, στην οποιαδήποτε μορφή του, όπως κάποιοι πιστεύουν. Η αντιμετώπιση του θανάτου καθίσταται κάτι το απαγορευτικό. Απλά να σας επισημάνω ότι στην πρόσφατη αναθεώρηση του DSM, των διαγνωστικών κριτηρίων της Αμερικάνικης Ψυχιατρικής εταιρείας, αφαιρέθηκε το πένθος από τις φυσιολογικές καταστάσεις και μπήκε και αυτό μές την κατάθλιψη. Αυτό σημαίνει ότι ακόμη και οι ειδικοί της ψυχικής υγείας αρνούνται να μιλήσουν για τον θάνατο και να τον δουν σαν μια φυσιολογική λειτουργία της ζωής.

 

Βέβαια, όποιος αρνείται τον θάνατο, ζει διαρκώς με τον θάνατο. Όποιος όμως ξέρει να διαβάσει καλά τον θάνατο αρχίζει να αναρωτιέται ποιο να είναι το σημαντικό νόημα της ζωής, προσπαθεί να δώσει τη δική του προσωπική απάντηση, που θα του επιτρέψει να σκεφτεί τι είναι το σημαντικό, τι είναι αυτό που πραγματικά αξίζει. Φυσικά το συγκεκριμένο ερώτημα προκαλεί δυσκολίες, αλλά κάνει και κάτι ακόμη, σε προχωράει μπροστά. Μπορούν και παράγονται απαντήσεις που είναι απελευθερωτικές και στη συνέχεια μπορεί να προκύψουν και εκπλήξεις οι οποίες να μας βγάλουν από τα κολλήματα που έχουμε όταν βλέπουμε το παρόν μας σαν να μην υπάρχει μέλλον ή όταν ζούμε μόνο στο παρόν.

 

Αυτό είναι το πολύ σημαντικό με τον θάνατο και γι′ αυτό μέσα στη δική μας θεραπευτική προσέγγιση (την υπαρξιακή συστημική προσέγγιση) θέτουμε το ερώτημα “προς τα που το πηγαίνεις;” “τι θέλεις να γίνεις;”. Ακόμη και σε ενηλίκους μεγαλύτερης ηλικίας θα ρωτήσουμε το ίδιο ή ρωτάμε “το πρόβλημα που μου φέρνεις πώς θέλεις να το δούμε; Πώς θέλεις να το αντιμετωπίσουμε;”. Δηλαδή επανερχόμαστε πάλι στην έννοια της ευθύνης, να ορίσεις εσύ τα πράγματα και να μην σε ορίσουν τα όποια προβλήματα.

 

Οφείλω να πω, σχετικά με την έννοια του θανάτου, ότι εάν οι δυτικές κοινωνίες τον ενοχοποιούν, οι παραδοσιακές κοινωνίες κινδύνευαν να βάζουν αναστολή της ζωής εν ονόματι του θανάτου. Εάν για κάποιους δυτικούς δεν υπάρχει ζωή μετά τον θάνατο, στις παραδοσιακές κοινωνίες κινδύνευες από τη λογική ότι δεν έχει αξία αυτή η ζωή και μόνο το επέκεινα είναι το σημαντικό και αληθινό. Είναι ακριβώς η ίδια λογική που βάζει τον θάνατο σαν πιο σημαντικό από τη ζωή, ενώ στη δική μας περίπτωση ο θάνατος νοηματοδοτεί τη ζωή.

 

 

 

Από τα σαλόνια της Βιέννης…

Επειδή αναφερθήκατε στη Δύση, πώς η ψυχοθεραπεία από τα σαλόνια της Βιέννης που αφορούσε μια συγκεκριμένη τάξη ανθρώπων, έγινε κυρίαρχη σε μια κοινωνία όπως η δική μας όπου μέχρι πριν από λίγα χρόνια ήταν αγροτική; Ο απλός, καθημερινός άνθρωπος του μόχθου, έχει τα ψυχοδιανοητικά εργαλεία για να συλλάβει τις διάφορες έννοιες; Μήπως πρόκειται για μια ακόμη μόδα;

 

Αν δεν μπορώ να «συναντήσω» μια οικογένεια οποιασδήποτε οικονομικής και μορφωτικής τάξης και να μιλήσω ουσιαστικά για τη ζωή τους τότε το έχω χάσει και η ψυχοθεραπεία που δεν μπορεί να τους αγγίξει είναι άρνηση της ψυχοθεραπείας. Αν η ψυχοθεραπεία είναι επιτηδευμένη γλώσσα, ένα γλωσσάρι μεταξύ κάποιων κλειστών ομάδων που ηδονίζονται σε μια λεξιλαγνεία τότε είμαστε σ΄ένα επικίνδυνο μονοπάτι. Η γνήσια ψυχοθεραπεία είναι ακριβώς το αντίθετο. Να συναντήσεις τον άλλον και να τον υπηρετήσεις. Γιατί η θεραπεία είναι πάντοτε αυτή η έννοια του υπηρετώ.

 

Αλίμονο από το γλωσσάρι αν είναι το ίδιο σε διαφορετικές περιπτώσεις, αλλά αλίμονο και εάν τα νοήματα που έχεις να μοιραστείς, εάν οι θέσεις που έχεις να δώσεις δεν έχουν την ίδια σταθερή βάση. Άρα μιλάμε για τα ίδια θέματα ζωής, που είναι πανανθρώπινα και έχουμε να τα διαμορφώσουμε στους τρόπους ύπαρξης του καθένα.

 

Δεύτερον, εάν η ψυχοθεραπεία είναι μόδα, τότε είναι μια επικίνδυνη μόδα. Αυτές οι αμερικανιές του τύπου με επτά βήματα αλλάξτε τη ζωή σας, είναι της ίδιας λογικής με το πολιτικό σύνθημα περί αλλαγής. Εχουμε πάλι να κάνουμε μ′ έναν επιστημονικό λαϊκισμό και να υπογραμμίσω ότι είναι υπεύθυνοι και συνένοχοι και οι άνθρωποι που πηγαίνουν στους αυτούς τους «ειδικούς», διότι ουσιαστικά δεν θέλουν να δουν τον εαυτό τους, να προσπαθήσουν να αποκτήσουν μια ουσιαστική αυτογνωσία.

 

Πράγματι λοιπόν υπάρχει η επιφανειακή ψυχολογία που βλάπτει γιατί ζητάει από τους ανθρώπους να προσαρμοστούν στη ζωή, ωστόσο εμείς τολμάμε και διαφοροποιούμαστε. Στην Αγγλία αυτή τη στιγμή ζητείται από τις ασφαλιστικές εταιρείες μέσα σε τέσσερις – πέντε συνεδρίες να τελειώσουν, δεν τους ενδιαφέρει εάν ο άλλος είναι αλκοολικός, αυτό που πρωτίστως τους ενδιαφέρει είναι ο άλλος να είναι λειτουργικός και την Δευτέρα να είναι στη δουλειά του. Επομένως, εάν μιλάμε για μια τέτοια ψυχοθεραπεία που μπορεί να τους κάνει πειθήνια όργανα για να μπορούν να παράγονται στην μηχανή, τότε σίγουρα δεν κάτι καλό όταν εμείς από την άλλη θέτουμε τέτοια ερωτήματα.

 

Σχέσεις και θεραπεία

Πώς κατάφερναν οι άνθρωποι στο παρελθόν να ανταπεξέρχονται σε πολύ δύσκολες καταστάσεις και να φέρνουν την αλλαγή χωρίς τη βοήθεια του ειδικού;

 

Κάθε γνήσια και τίμια σχέση είναι θεραπευτική. Το ίδιο ισχύει και με την ψυχοθεραπεία που γίνεται μέσα στα γραφεία. Δεν μπορεί να υπάρξει θεραπεία εάν δεν υπάρχει γνήσια σχέση. Ο φίλος που θα σου τα χώσει σε μια δύσκολη στιγμή αντί να σου βάλει πλάτες μπορεί να είναι θεραπευτικός. Οι σχέσεις, τα βλέμματα που μπορούμε να δεχτούμε στη διάρκεια της ζωής μας, σε δύσκολες στιγμές, από ανθρώπους που δεν θα μας λυπηθούν, που δεν θα μας κάνουν παρατηρήσεις, που δεν θα μας δώσουν συμβουλές, αλλά θα μας περιβάλουν και θα μας πουν ,“προχώρα το έχεις”, γνωρίζοντας τις δυσκολίες και όχι κουκουλώνοντας τες, όλα αυτά είναι θεραπευτικά. Οι άνθρωποι που παλεύουν οι ίδιοι τη ζωή τους μπορούν να λειτουργούν σαν πρότυπα για όλους μας και να είναι θεραπευτικοί μόνο και μόνο που υπάρχουν και ζούνε! Αυτός είναι και ένας τίμιος τρόπος για όποιον δεν πουλάει τις ιδέες του, αλλά ζει τίμια με αυτό που υπερασπίζεται. Αυτά είναι τα πρότυπα ζωής που σου δίνουν κουράγιο και μπορούν να βοηθήσουν να κάνουμε αλλαγές.

 

Άρα οι γνήσιες σχέσεις, οι κοινοτικές δομές που υπήρχαν στο παρελθόν, γινόντουσαν θεραπευτικές δομές. Στο πένθος για παράδειγμα υπήρχε η κοινότητα, η ευρύτερη οικογένεια, όμως αυτές σήμερα μίκρυναν, τι θα κάνουμε; Έχουμε λοιπόν την ευθύνη ως ενήλικοι να δημιουργούμε τέτοιες δομές. Πλέον δεν θα είναι χαρισμένες δομές, δεν θα ανήκουν στην ευρύτερη οικογένεια, αλλά στους φίλους που επιλέγουμε, στις σχέσεις που δημιουργούμε έτσι ώστε να είναι αυθεντικές και να μπορούν όχι απλώς να είναι για τη δύσκολη στιγμή, αλλά να είναι και για τα όμορφα που μπορούμε να μοιραστούμε. Τα όμορφα για τα οποία θα μπορούν να μας παρακινήσουν και να μας δώσουν τη δυνατότητα να σκεφτούμε δημιουργικά, να εμπνευστούμε για να κάνουμε κάτι παραπάνω.

 

Εκσυγχρονισμός της παράδοσης

Η οικογένεια και οι κοινότητες συρρικνώνονται, ο Έλληνας βρίσκεται σ΄ένα διχασμό με τον εαυτό του, τους γύρω του, με την ιστορία του αλλά και την παράδοσή του. Εάν δεν αγαπάς και δεν αποδέχεσαι αυτά που σε ορίζουν, πώς θα υπάρξει αλλαγή;

 

Έχουμε ευθύνη να διαβάσουμε την παράδοση με τρόπο που να αντιστοιχεί στο σήμερα. Να μην είναι ένα μνημόσυνο για την παράδοση, αλλά να την κάνουμε λειτουργικό εργαλείο στο τώρα. Όταν μιλάμε για παράδοση, στην τέχνη, τον πολιτισμό, στην κουλτούρα μας, δεν μπορούμε να μιλάμε με όρους μιας προηγούμενης περιόδου γιατί αυτό είναι πολύ μυωπικό. Διαφορετικά γιατί να μην πάμε την παράδοση μέχρι τους Νεάντερταλ; Και αυτοί δεν είναι μέρος της παράδοσής μας; Γιατί λοιπόν να μείνουμε μόνο στα προηγούμενα 100 χρόνια και όχι στο βάθος των αιώνων;

 

Ξανά λοιπόν, τι είναι η παράδοση; Παράδοση, εάν θέλουμε να είμαστε ειλικρινείς, είναι η λειτουργικότητα. Να αξιοποιείς λειτουργικά ότι υπάρχει διαθέσιμο γύρω σου. Δείτε τα παραδοσιακά σπίτια τα οποία δεν έχουν τις ίδιες στέγες παντού. Εάν βάλουμε μια πηλιορίτικη στέγη στις Κυκλάδες τότε το σπίτι θα είναι δυσλειτουργικό και σίγουρα δεν θα είναι παραδοσιακό, αφού στις Κυκλάδες υπάρχει η ταράτσα που είναι σχεδιασμένη να μαζεύει το νερό της βροχής. Εάν η λογική της κυκλαδίτικης ταράτσας εφαρμοζόταν στο Πήλιο, τότε τον χειμώνα θα κατάρρεε από το χιόνι. Άρα το παραδοσιακό είναι το λειτουργικό, αυτό που αντιστοιχεί και που αξιοποιείς στον τόπο και τον χρόνο που βρίσκεσαι. Είναι τα εργαλεία που έχεις και ψάχνεις με αυτά να βρεις λειτουργικές λύσεις.

 

Για να γίνω πιο σαφής, παραδοσιακό δεν είναι απλώς κάποια στοιχεία της αγροτικής περιόδου του τόπου μας, αλλά είναι ο τρόπος σκέψης, ο τρόπος ύπαρξης, που παρήγαγε αυτά. Παραδοσιακό δεν είναι το κέντημα, η φλοκάτη, παραδοσιακό είναι εκεί όπου υπήρχε η ανάγκη για μια κουβέρτα, για κάποια θέρμανση, την έφτιαχναν αλλά προσέξτε, όχι μόνο σε επίπεδο ανάγκης αλλά έβαζαν επιθυμία και ομορφιά. Είχαν την ικανότητα να ομορφαίνουν το αναγκαίο και δεν έμεναν στην στέρηση βασιζόμενοι μόνο στα υλικά που είχαν.

 

Εάν θέλουμε να είμαστε παραδοσιακοί στις μέρες μας πρέπει να είμαστε πολύ ευρηματικοί. Πρέπει να κάνουμε χίλιες τρέλες, να αξιοποιήσουμε οτιδήποτε ψηφιακό. Ταυτόχρονα και το επισημαίνω αυτό, οφείλουμε να προσέξουμε να μην γίνουμε εμείς εργαλεία κάποιου άλλου. Δηλαδή να κρατήσουμε την έννοια του προσωπικού που υπήρχε μέσα στο παραδοσιακό. Δεν ήταν όλα ίδια. Ακόμη και από τόπο σε τόπο, διπλανά χωριά διαφοροποιούνταν και έβαζαν διαφορετική τεχνική στα ίδια θέματα. Εκεί βρίσκεται η ομορφιά, στο προσωπικό. Απέφευγαν το ισοπεδωμένο, το ομοιόμορφο. Αυτό έχουμε να κρατήσουμε σαν παραδοσιακό σήμερα.

 

Να διαπραγματευθούμε τις δυσκολίες μας

Στο βιβλίο σας «παίζετε» με την έννοια του χρόνου. Υποστηρίζετε ότι η αλλαγή είναι άμεσα αλληλοεξαρτώμενη από τον χρόνο. Τον χρόνο απόφασης για αλλαγή. Προτείνετε ένα ταξίδι που πηγαίνει κατευθείαν στο μέλλον προκειμένου να υπάρξει ριζική ανατροπή δεδομένων του παρελθόντος, με όχημα την προσωπική ευθύνη που πρέπει να αναλάβει ο «ταξιδιώτης». Τι γίνεται όμως εάν έχει προϋπάρξει μια σειρά ατυχών συμβάντων και η κακοδαιμονία δεν οφείλεται σε δική μας υπαιτιότητα;

 

Κάποιες στιγμές στη ζωή μας νιώθουμε δυσκολία απέναντι στα θέματα που έχουμε να αντιμετωπίσουμε, αυτό το παθαίνουν και αρκετοί ειδικοί στα θέματα ψυχικής υγείας. Οι άνθρωποι λοιπόν τη δυσκολία την αντιμετωπίζουν σαν κάτι κακό. Το υποκειμενικό συναίσθημα της δυσφορίας, της λύπης, του φόβου, του πόνου, της αίσθησης ανικανότητας, της αίσθησης αδιεξόδου, του άγχους, της έντασης, την καταγράφουν σαν κάτι μόνο αρνητικό, σαν δυσλειτουργία. Αρχίζουν τότε να διερωτώνται «τι έφταιξε», «που έφταιξα;», «ποιος φταίει;», «μήπως φταίει ο άλλος… μήπως φταίω εγώ;». Δημιουργείται μια κατάσταση όπου καταγράφονται όλα αυτά τα αρνητικά συναισθήματα σαν αποτυχία. Όμως ας το δούμε όπως πραγματικά αντιστοιχεί. Πάρα πολλά θέματα που μας δυσκολεύουν στη ζωή μας δεν είναι ζητήματα δυσλειτουργίας αλλά καθαρά αναπτυξιακά.

 

Να το πω απλά: ένα παιδάκι 2,5 – 3 ,5 ετών είναι βέβαιο ότι θα αλλάξει παπούτσια πριν αυτά φθαρούν και αυτό όχι γιατί τα παπούτσια ή το πόδι του παιδιού είναι προβληματικά, αλλά επειδή το πόδι του παιδιού μεγαλώνει πιο γρήγορα. Εδώ λοιπόν υπάρχει μια δυσκολία καθώς πρέπει να πληρώσουμε για να πάρουμε καινούργια παπούτσια αφού το παιδί μεγαλώνει. Όμως εδώ έχουμε μια ευλογία! Αυτά λοιπόν είναι τα αναπτυξιακά προβλήματα.

 

Σε κάθε φάση ανάπτυξης περνάμε και μια φάση αποσταθεροποίησης. Στην αποσταθεροποίηση τα συναισθήματα που προκύπτουν δεν είναι ευχάριστα και κινδυνεύουμε να τα καταγράφουμε σαν αρνητικά, ενώ δεν είναι. Αυτό που πρέπει να σκεφτόμαστε σε ανάλογες περιπτώσεις είναι: «εάν τούτη τη στιγμή δυσκολεύομαι δεν είναι επειδή έχει γίνει κάτι κακό, αλλά επειδή πηγαίνω και στοχεύω σε κάτι καλύτερο για να πάω κάπου διαφορετικά».

 

Ο μαθητής που δίνει πανελλαδικές και στοχεύει σε μια πιο απαιτητική σχολή θα δυσκολεύεται πολύ περισσότερο από αυτόν που δεν θα δώσει εξετάσεις ή που δεν ενδιαφέρεται για τις εξετάσεις, θα νιώθει φορτισμένος, αλλά έχει να δει στο μέλλον και να σκεφτεί για ποιον λόγο παλεύει. Το ίδιο ισχύει και μέσα στις σχέσεις των ζευγαριών, οι οποίες κάποιες στιγμές δυσκολεύουν, όχι απαραίτητα γιατί κάποιος φταίει, αλλά διότι περνάνε σε επόμενο στάδιο ανάπτυξης. Οι άνθρωποι οι οποίοι παρατάνε τις σχέσεις τους όταν βρίσκονται αντιμέτωποι με μια δυσκολία, βρίσκονται ακριβώς σε εκείνο το σημείο που θα ανακυκλωθούν, όπου και με τον επόμενο σύντροφο θα ζήσουν πάλι κάτι ίδιο. Μέχρι εκεί θα φτάσουν. Αντίθετα, εκείνοι που θα αντέξουν να διαπραγματευτούν τη δυσκολία θα μπορέσουν να βρεθούν σε ανώτερο επίπεδο λειτουργικότητας.

 

Όταν τα δυσάρεστα σου «χτυπούν» την πόρτα.

Δεν είναι θρίλερ αυτό που θα ζήσουμε. Όσο προχωρούν τα χρόνια και εμείς μαζί τους, εύχομαι να ζήσουμε και πιο δύσκολες καταστάσεις από αυτές που έχουμε να αντιμετωπίσουμε τώρα.

 

Εάν ευοδωθούν οι ευχές των ανθρώπων που μας εύχονται στα γενέθλιά μας «να τα εκατοστήσεις», αυτό τι σημαίνει; Σημαίνει ότι μας εύχονται να είμαστε αδύναμοι, να χάσουμε πολλές δυνάμεις, να έχουμε περάσει πολλές αρρώστιες, να έχουμε πενθήσει πολλούς δικούς μας ανθρώπους. Αυτό δεν μας εύχονται; Δεν πρόκειται για θρίλερ είναι κάτι σίγουρο που θα συμβεί…δυσκολεύει η πίστα στην ανάπτυξη της ζωής μας. Επαναλαμβάνω λοιπόν πως πρόκειται για κάτι αναπτυξιακό, χάνεις κάποιες δυνάμεις αλλά μπορείς να πλουτίσεις σε σοφία, εάν φυσικά αυτή η διαδικασία σκέψης έχει ξεκινήσει από πολύ πιο νωρίς και όχι την τελευταία στιγμή, γιατί τότε προστίθεται κακία και μιζέρια. Θρίλερ ζει σαν τέλος, αυτός που το κάνει αυτοεκπληρούμενη προφητεία.

 

Να επιστρέψουμε στον φοιτητή ή στο ζευγάρι και να τους δούμε μερικά χρόνια στο μέλλον; Νιώθω πως αγνοούμε πως στο ταξίδι της ζωής μαζεύονται πολλά τραύματα, αποτυχίες, απογοητεύσεις, η λίστα μπορεί να είναι μακρά.

 

Πάλι μιλάμε με όρους παιδικούς, με όρους όπως, «θα παίξω όταν τελειώσω τα μαθήματά μου». Λένε πολλές φορές οι φοιτητές: «όταν μπω στο πανεπιστήμιο επιτέλους θα ζήσω». Τότε αυτό που θα γίνει είναι να βουλιάξουν, όπως συμβαίνει συχνά σήμερα με τους φοιτητές. Είναι σαν να έχουν καεί στη προηγούμενη φάση και μετά αφήνονται και βουλιάζουν. Βοηθάνε σε αυτό τόσο οι καθηγητές, πολλοί εκ των οποίων δεν νοιάζονται, όσο και τα πανεπιστημιακά ιδρύματα με την απουσία μέριμνας.

 

Παιδική στάση είναι και η σκέψη του φοιτητή πως μετά το πανεπιστήμιο όλες οι θέσεις εργασίας θα είναι ανοιχτές γι΄αυτόν. Φυσικά σε μια τέτοια προσμονή η απογοήτευση είναι δεδομένη. Αυτό που πρέπει να ξέρουμε από την πρώτη στιγμή είναι ότι πάντοτε θα δίνουμε μάχες. Άρα και στην προσωπική και στην επαγγελματική ζωή το αυτονόητο είναι να παράγουμε, να λύνουμε προβλήματα, να αντιμετωπίζουμε δυσκολίες. Αυτό είναι το αυτονόητο, αυτό είναι το συναρπαστικό παιχνίδι της ζωής.

 

 

 

Ναι, όμως τι θα λέγατε στον μεσήλικα άνεργο στην Ελλάδα σήμερα, ή στον καρκινοπαθή που ξέρει ότι έχει λίγους μήνες ζωής;

 

Το δεύτερο μου είναι πιο εύκολο να το απαντήσω. Δυσκολεύομαι κάθε φορά που πρέπει να βρεθώ με ανθρώπους που βρίσκονται σε αυτή τη φάση γιατί ο χρόνος τους είναι πολύτιμος και συμπυκνωμένος και δεν υπάρχει περιθώριο για μιζέριες, αυτολύπηση και ψεύτικες παρηγοριές. Δίπλα τους έχω ζήσει πολύ δύσκολες, αφόρητα δύσκολες στιγμές, αλλά παράλληλα πολύ πλούσιες και πολύ ουσιαστικές. Γι΄αυτο σας είπα πως μου είναι εύκολο να απαντήσω.

 

Όποιος σε τέτοιες περιπτώσεις θέλει να μιλάει με όρους αυτολύπησης, τότε είναι ήδη πεθαμένος και όχι μόνο αυτό. Είναι σαν να θέλει να παρασύρει και όλους τους γύρω του να πεθάνουν ή ενοχοποιούνται γιατί θα ζήσουν.

 

Αυτοί που έχουν αποφασίσει να σταθούν διαφορετικά είναι υπέροχοι και ζουν πολλές ζωές μέσα σε αυτούς τους μήνες και δεν είναι σχήμα λόγου αυτό, είναι κάτι που το έχω ζήσει.

 

Όσον αφορά τον άνεργο μεσήλικα, σαν ταυτότητα δεν μου αρέσει. Δηλαδή σαν να πάει να αυτοπροσδιοριστεί με έναν όρο τον οποίο εάν τον αποδεχθεί θα του γίνει στοιχείο της ταυτότητας του. Όταν ρωτάω τους ανθρώπους με τι ασχολούνται και μου λένε συνταξιούχος τους ρωτάω πάλι και τους σχολιάζω «δεν σας ρώτησα με τι δεν ασχολείστε, σας ρώτησα με τι ασχολείστε».

 

Το «άνεργος» δεν μπορεί να είναι στοιχείο της ταυτότητας μας, μπορεί να είναι φάση την οποία ζούμε. Αυτός λοιπόν που θα βρεθεί σε αυτή τη φάση θα πρέπει να κοιτάξει τι μπορεί να αξιοποιήσει από την προηγούμενη πορεία του, να αναρωτηθεί για πολλά θέματα και να βρει λύσεις.

 

Εγώ δεν μπορώ να τον λυπηθώ, δεν έχω λυπηθεί κανέναν άνθρωπο μέχρι τώρα στη ζωή μου, γιατί να λυπηθώ έναν μεσήλικα άνθρωπο ο οποίος εάν έχει την υγεία του μπορεί να βρει λύσεις. Μπορεί να μοιάζει σκληρό αυτό που λέω αλλά δεν είμαι πολιτικός να έχω ενοχές. Έχω όμως να φροντίσω τους ανθρώπους να μην βουλιάξουν, να ξυπνήσουν και να αναπτύξουν τις δυνάμεις που έχουν. Ενώ μοιάζει ότι είναι σκληρό αυτό που λέω και μοιάζει ότι δεν καταλαβαίνω, στην ουσία είναι ακριβώς το αντίθετο, νοιάζομαι. Αν λυπηθώ τον μεσήλικα άνεργο τι πρέπει να κάνω με το νέο ζευγάρι που γέννησε αυτιστικό παιδί ή που το παιδί τους έχει μυοπάθεια και δεν θα περπατήσει ποτέ, θα είναι στο κρεβάτι και το μυαλό του θα δουλεύει, ενώ θα έχει ανάγκη συνεχούς βοήθειας και θα κινδυνεύει από οποιαδήποτε λοίμωξη;

 

Αλήθεια, τι θα πείτε σε αυτούς; Τι αλλαγή θα κάνουν στη ζωή τους όταν η αλλαγή τους έχει χτυπήσει άγρια την πόρτα;

 

Το πρώτο πράγμα που πρέπει να πω με τιμιότητα και ξεκάθαρα είναι ότι δεν θα ήθελα να μου συμβεί το παραμικρό. Εάν δεν μιλάμε έτσι τότε τους κοροϊδεύουμε και αυτοί οι άνθρωποι θα έχουν δικαίωμα να οργιστούν και είτε φανερά, είτε όταν δεν θα είσαι παρών, να σου ευχηθούν και στα δικά σου. Αρα είμαι πολύ επιφυλακτικός και προσεκτικός να πω εύκολες παρηγοριές και συμβουλές που θα δηλώνουν ότι στην ουσία δεν τους συμμερίζομαι καθόλου.

 

Την ίδια ώρα όμως που τους έχει συμβεί κάτι πολύ δύσκολο, μέλημά μου είναι πως δεν θα γίνει η αυτοκαταστροφή τους, πως θα κυριαρχήσει η ζωή και πολύ περισσότερο πως θα είναι αυτοί που θα παρασύρουν το παιδί τους ή θα πάρουν χαρές από αυτό παρ΄όλη τη δυσκολία.

 

Από την εμπειρία όλα αυτά τα χρόνια μπορώ να σας πω, πως όχι όλοι, αλλά πάρα πολλοί, σε τέτοιες στιγμές, μετά το πρώτο σοκ, όταν έχουν αποφασίσει στη ζωή τους να στέκονται αντιμέτωποι, τότε το αντιμετωπίζουν και κερδίζουν πολλές χαρές.

 

Οι άνθρωποι που έχουν ένα παιδί με βαριά καθυστέρηση, με αυτισμό, έχουν πολύ περισσότερες χαρές εάν σταθούν πραγματικά στη ζωή. Μια λέξη να πει το παιδί τους που δεν μίλαγε η χαρά μπορεί να είναι μεγαλύτερη από το να είχαν ένα παιδί που θα έμπαινε στο πανεπιστήμιο και αυτό γιατί προϋπήρξαν πολλές προσπάθειες, γιατί έχουν αγωνιστεί. Δηλαδή μπορούν να έχουν τέτοια πανηγύρια ζωής που να μην είναι ψεύτικα. Προϋπόθεση είναι να μην βουλιάξουν και θυσιαστούν με το παιδί τους, αλλά να προχωρήσουν οι ίδιοι τις ζωές τους και μέσα στο προχώρημα ζωής να βρεθεί και το παιδί με τη όποια δυσκολία

 

 

 

 

 

Ακολουθεί β’ μέρος 

 

 

 

 

 

Πηγή: www.psychografimata.com

 

Εικόνα:

https://www.lifo.gr/culture/vivlio/dimitris-karagiannis-o-gnostos-psyhiatros-mila-gia-tin-prospatheia-toy-anthropoy-na



Facebook

Instagram

Follow Me on Instagram