01 Φεβ ΧΑΡΩΝ Ή ΕΠΙΣΚΟΠΟΥΝΤΕΣ (ΛΟΥΚΙΑΝΟΣ) | Mέρος Γ’
ΧΑΡΟΝΤΑΣ
Βλέπω για τον καθένα ένα εξαιρετικά λεπτό νήμα, μπερδεμένο τις περισσότερες φορές, αυτό με εκείνο, κι εκείνο με το άλλο.
ΕΡΜΗΣ
Είναι φυσικό, περαματάρη. Είναι γραφτό εκείνος να σκοτωθεί από αυτόν, αυτός από κάποιον άλλον, και αυτός βέβαια να κληρονομήσει εκείνον, όποιου το νήμα τυχαίνει να είναι μικρότερο, κι εκείνος πάλι αυτόν· κάτι τέτοιο δηλώνει το μπέρδεμα.
Βλέπεις λοιπόν ότι όλοι είναι κρεμασμένοι από λεπτά νήματα. Και αυτόν εδώ τον τράβηξαν επάνω και είναι υπερυψωμένος, και όταν μετά από λίγο θα πέσει, μια και θα σπάσει η λινή κλωστή, καθώς δεν θα αντέχει πια το βάρος, θα προξενήσει πολύ μεγάλο θόρυβο, ενώ αυτός εκεί, που κρέμεται λίγο πάνω από το έδαφος, κι αν πέσει, θα σωριαστεί χωρίς θόρυβο, και το πέσιμό του μόλις που θα ακουστεί, ακόμη και στους γείτονες.
ΧΑΡΟΝΤΑΣ
Αυτά είναι πάρα πολύ διασκεδαστικά, Ερμή.
ΕΡΜΗΣ
Και μάλιστα δεν μπορείς να βρεις λόγια, Χάροντα, για να περιγράψεις όπως πρέπει πόσο γελοία είναι, και ιδιαίτερα οι υπερβολικές φροντίδες τους, και το γεγονός ότι, εκεί που ελπίζουν για κάτι, φεύγουν και χάνονται, καθώς τους αρπάζει ο λεβέντης ο Θάνατος.
Οι αγγελιοφόροι και οι υπηρέτες του είναι πάρα πολλοί, όπως βλέπεις ρίγη και πυρετοί και μαρασμοί και πνευμονίες και σπαθιά και ληστείες και κώνεια και δικαστές και τύραννοι. Κι απ’ όλα αυτά τίποτε δεν περνάει από το μυαλό τους, όσο καλοπερνάνε, όταν όμως αναποδογυρίσουν τα πράγματα, τότε ακούγονται πολλά “τρισαλίμονο” και “συμφορά μου” και “αχ, τι έπαθα”.
Αν όμως από την αρχή σκέφτονταν πρώτα απ’ όλα ότι και οι ίδιοι είναι θνητοί και ότι, αφού παραμείνουν για αυτόν τον λίγο χρόνο στη ζωή, φεύγουν σαν σε όνειρο, αφήνοντας πάνω στη γη τα πάντα, και πιο συνετά θα ζούσαν και λιγότερο θα στεναχωριούνταν πεθαίνοντας.
Τώρα όμως, επειδή φαντάζονται ότι θα μπορούν πάντοτε να ρυθμίζουν τη ζωή τους, όταν εμφανίζεται ο υπηρέτης και τους καλεί και τους παίρνει μαζί του, δένοντάς τους με τον πυρετό ή τον μαρασμό, αγανακτούνε για την μετακόμιση, μια και ποτέ δεν περίμεναν ότι κάποιος θα τους απομάκρυνε από τις υποθέσεις τους. Γιατί αλλιώς τι δεν θα έκανε εκείνος που χτίζει βιαστικά το σπίτι του και πιέζει τους εργάτες να κάνουνε γρήγορα, αν ήξερε ότι το σπίτι βέβαια θα τελειώσει, ο ίδιος όμως αμέσως μόλις φτιάξει τη στέγη, θα φύγει, αφήνοντας τον κληρονόμο του να το χαρεί, ενώ ο ίδιος δεν θα προλάβει ούτε καν να δειπνήσει ο δύστυχος μέσα στο σπίτι;
Βλέπεις και πόσοι είναι αυτοί που μαλώνουνε για τα σύνορα της γης τους, και αυτοί που μαζεύουνε χρήματα, κι έπειτα, πριν τα χαρούνε, τους καλούν οι αγγελιοφόροι και οι υπηρέτες για τους οποίους έκανα λόγο.
ΧΑΡΟΝΤΑΣ
Τα βλέπω όλα αυτά και αναρωτιέμαι ποιο είναι τελικά το ευχάριστο γι’ αυτούς στη ζωή, ή ποιο είναι εκείνο για το οποίο στεναχωριούνται, όταν το στερούνται.
Αν τουλάχιστον δει κανείς τους βασιλιάδες τους, που θεωρούνται ότι είναι οι πιο ευτυχισμένοι, εκτός από την αβεβαιότητα, όπως λες, και την αστάθεια της τύχης, θα διαπιστώσει ότι είναι περισσότερα από τα ευχάριστα τα δυσάρεστα που αντιμετωπίζουν, οι φόβοι και οι αναστατώσεις και τα μίση και οι συνωμοσίες και οι θυμοί και οι κολακείες· γιατί με αυτά συναναστρέφονται όλοι.
Αφήνω τις καταστάσεις πένθους και τις αρρώστιες και τα πάθη που εξουσιάζουν επάνω τους με τους ίδιους όρους. Αν λοιπόν είναι δυσάρεστη η ζωή αυτών, μπορεί κανείς να αναλογιστεί τι λογής θα είναι η ζωή των απλών ανθρώπων.
Θα ήθελα λοιπόν, Ερμή, να σου πω με τι μου φάνηκε πως μοιάζουν οι άνθρωποι και ολόκληρη η ζωή τους.
Έχεις δει ποτέ τις φούσκες που βγαίνουν όταν αναβλύζει μια πηγή και το νερό πέφτει από ψηλά; Εννοώ τις φυσαλίδες, από τις οποίες σχηματίζεται ο αφρός. Μερικές λοιπόν από κείνες είναι μικρές και αμέσως σκάνε κι εξαφανίζονται,άλλες όμως διαρκούνε περισσότερο· και καθώς συνενώνονται μ’ αυτές οι άλλες, φουσκώνουν παραπάνω και ο όγκος τους μεγαλώνει εξαιρετικά, έπειτα όμως κι εκείνες κάποτε σκάνουν, μια και δεν είναι δυνατό να γίνει αλλιώς.
Αυτή είναι η ζωή του ανθρώπου. Όλοι είναι φουσκωμένοι με αέρα, και γίνονται άλλοι μεγαλύτεροι κι άλλοι μικρότεροι. Κι άλλοι έχουνε το φούσκωμά τους με μικρή διάρκεια και με γρήγορο τέλος, κι άλλοι πάλι εξαφανίζονται πριν καλά καλά σχηματιστούν.
Πάντως είναι αναπόφευκτο για όλους κάποτε να σκάσουν.
ΕΡΜΗΣ
Δεν έκανες, Χάροντα, καθόλου χειρότερη παρομοίωση από τον Όμηρο, που παρομοιάζει τη γενιά τους με φύλλα.
ΧΑΡΟΝΤΑΣ
Και ενώ είναι τέτοιοι, Ερμή, βλέπεις τι κάνουν και πως ανταγωνίζονται μεταξύ τους διεκδικώντας ο ένας από τον άλλο εξουσίες και τιμές και περιουσίες, πράγματα που θα χρειαστεί να τα εγκαταλείψουν όλα και να έρθουνε σ’ εμάς έχοντας μόνο ένα οβολό. Θέλεις λοιπόν, μια και είμαστε εδώ ψηλά, να φωνάξω με όλη μου τη δύναμη και να τους προτρέψω να παρατήσουν αυτούς τους μάταιους κόπους, και να ζήσουν έχοντας πάντα μπροστά στα μάτια τους το θάνατο, λέγοντας: \
“Ανόητοι, γιατί ασχολείστε μ’ αυτά; Σταματήστε να κουράζεστε· δεν πρόκειται να ζήσετε για πάντα. Τίποτε απ’ αυτά που εδώ θεωρείται αξιόλογο δεν είναι αιώνιο, ούτε μπορεί κανείς να πάρει μαζί του πεθαίνοντας κάτι απ’ όλα αυτά, αλλά είναι απαραίτητο ο άνθρωπος να φεύγει γυμνός, ενώ το σπίτι και το χωράφι και το χρυσάφι του θα καταλήγουνε πάντοτε σε κάποιους άλλους και θα αλλάζουνε συνεχώς αφεντικά”.
Αν τους τα φωνάξω αυτά κι άλλα παρόμοια, για να τ’ ακούσουν όλοι, δεν νομίζεις ότι η ζωή τους θα ωφεληθεί πολύ και ότι θα γίνουν πολύ πιο συνετοί;
ΕΡΜΗΣ
Αγαπητέ μου, δεν ξέρεις πως τους έχουν κάνει η άγνοια και η απάτη, ώστε ούτε καν με τρυπάνι δεν μπορούν να ανοίξουν τα αυτιά τους· τα βούλωσαν με τόσο πολύ κερί, όπως ακριβώς έκανε ο Οδυσσέας στους συντρόφους του από φόβο μήπως ακούσουν τις Σειρήνες.
Από πού κι ως πού λοιπόν θα μπορέσουν εκείνοι να ακούσουν, ακόμη κι αν εσύ σκάσεις κραυγάζοντας;
Αυτό ακριβώς που καταφέρνει σ’ εμάς η Λησμονιά, αυτό εδώ πέρα το πετυχαίνει η άγνοια. Υπάρχουν βέβαια κάποιοι λίγοι που δεν αποδέχτηκαν το κερί στα αυτιά τους, αλλά είναι στραμμένοι στην αλήθεια, βλέπουν ξεκάθαρα τα πράγματα και γνωρίζουν πολύ καλά τι λογής είναι.
ΧΑΡΟΝΤΑΣ
Λοιπόν, να φωνάξουμε τουλάχιστον σ’ εκείνους.
ΕΡΜΗΣ
Κι αυτό είναι περιττό, να τους πούμε πράγματα που τα ξέρουν.
Βλέπεις πως διαχώρισαν τη θέση τους από τον πολύ κόσμο, και κοροϊδεύουν όσα γίνονται, και δεν τους αρέσουν αυτά καθόλου και με κανέναν τρόπο, αλλά είναι φανερό ότι σχεδιάζουν ήδη να δραπετεύσουν από τη ζωή και να έρθουν σ’ εμάς.
Και επιπλέον είναι μισητοί, επειδή ξεσκεπάζουν τις ανοησίες των υπολοίπων.
ΧΑΡΟΝΤΑΣ
Αλλά μια και συζητάμε, ποιοι είναι εκείνοι εκεί που πολεμούν, και για ποιο λόγο αλληλοσκοτώνονται;
ΕΡΜΗΣ
Τους Αργείους βλέπεις, Χάροντα, και τους Σπαρτιάτες, και εκείνον τον ετοιμοθάνατο στρατηγό τους τον Οθρυάδη, που γράφει πάνω στο μνημείο της νίκης με το ίδιο του το αίμα.
ΧΑΡΟΝΤΑΣ
Και για ποιο λόγο, Ερμή, κάνουνε τον πόλεμο;
ΕΡΜΗΣ
Για την ίδια αυτή πεδιάδα, στην οποία τώρα πολεμάνε.
ΧΑΡΟΝΤΑΣ
Τι παραλογισμός! Καλά, δεν ξέρουν ότι, κι αν ακόμη ο καθένας απ’ αυτούς αποκτήσει ολόκληρη την Πελοπόννησο, τελικά θα πάρει από τον Αιακό μόλις και μετά βίας τόπο ενός ποδιού;
Και την πεδιάδα αυτήν άλλοτε άλλοι θα την καλλιεργήσουνε ξανά και ξανά, ξηλώνοντας με το αλέτρι τους από τη βάση του το μνημείο της νίκης.
Καλά τα κατάφερες, Ερμή. Θα είσαι γραμμένος πάντοτε ανάμεσα στους ευεργέτες μου, γιατί εξαιτίας σου ωφελήθηκα σε κάτι από αυτό το ταξίδι μακριά απ’ τον τόπο μου.
Τι λογής είναι οι υποθέσεις των κακόμοιρων των ανθρώπων – βασιλιάδες, χρυσά πλιθιά, εκατόμβες, μάχες.
Και για τον Χάροντα κανένας λόγος.
Μέρος Α’: http://www.lecturesbureau.gr/1/charon-or-observers-part-a-1155/
Μέρος Β’: http://www.lecturesbureau.gr/1/charon-or-observers-part-b-1156/
Σάτιρα θανάτου
και κάτω κόσμου
ΛΟΥΚΙΑΝΟΣ
Εκδόσεις ΖΗΤΡΟΣ