fbpx

Τι διακυβευόταν όταν οι Αθηναίοι ψήφισαν να εμπλακούν σε πόλεμο εναντίον της Σπάρτης [(ΘΟΥΚΥΔΙΔΗΣ) JOHANNA HANINK] | Μέρος Α’

Τι διακυβευόταν όταν οι Αθηναίοι ψήφισαν να εμπλακούν σε πόλεμο εναντίον της Σπάρτης [(ΘΟΥΚΥΔΙΔΗΣ) JOHANNA HANINK] | Μέρος Α’

Η διήγηση που ακολουθεί βασίζεται σε μεγάλο βαθμό στην αφήγηση του Θουκυδίδη στο 1ο Βιβλίο της Ιστορίας.

 

Τα πρώτα σκιρτήματα των επεκτατικών τάσεων της Αθήνας μπορούν να εντοπιστούν αμέσως μετά τις μεταρρυθμίσεις του Κλεισθένη περίπου το 508 π.Χ., με τις οποίες ιδρύθηκαν οι βασικές δομές και θεσμοί της αθηναϊκής δημοκρατίας. Ύστερα από μια στρατιωτική νίκη στο γειτονικό νησί της Εύβοιας το 506 π.Χ., οι Αθηναίοι έστειλαν οικιστές για να ιδρύσουν την πρώτη κληρουχία της πόλης -ένα είδος αποικίας όπου οι οικιστές ήταν κάτοχοι της γης, αλλά διατηρούσαν το δικαίωμα του Αθηναίου πολίτη- στη Χαλκίδα. Εκείνη την περίοδο η Αθήνα ήταν ακόμη πολιτικά ασήμαντη. Ο Ηρόδοτος στο έργο του Ιστορίαι (τέλη 5ου αιώνα π.Χ.) αναφέρει πως όταν, τα πρώτα έτη του 5ου αιώνα π.Χ., οι στρατιωτικές δυνάμεις της Αθήνας κατέπλευσαν για να βοηθήσουν τις πόλεις της Ιωνίας στην εξέγερσή τους εναντίον της περσικής κυριαρχίας (οι Αθηναίοι από εθνολογική άποψη ήταν Ίωνες), ο Πέρσης βασιλιάς Δαρείος αναγκάστηκε να ρωτήσει ποιοι ήταν (Ηρ. 5.105). Ανεξάρτητα από την ιστορική της ακρίβεια, η ανεκδοτολογική ιστορία υποδηλώνει ότι η επερχόμενη ακμή της Αθήνας θεωρούταν ταχύτατη.

Η πραγματική ηγεμονία της Αθήνας στην περιοχή του Αιγαίου φαίνεται ότι ξεκίνησε αμέσως μετά τις δύο αποτυχημένες περσικές εισβολές στην Ελλάδα, η πρώτη με επικεφαλής τον βασιλιά Δαρείο και η δεύτερη με επικεφαλής τον γιο του, τον Ξέρξη. Οι αποφασιστικές νίκες των Ελλήνων το έτος 479 π.Χ. στις μάχες των Πλαταιών (στη Βοιωτία της ηπειρωτικής Ελλάδας) και της Μυκάλης (στα μικρασιατικά παράλια, απέναντι από το νησί της Σάμου) ουσιαστικά έθεσαν ένα τέλος στη δεύτερη περσική εισβολή στην Ελλάδα, εξασφάλισαν την απελευθέρωση των ελληνικών ιωνικών πόλεων και έστρεψαν τον ρου του πολέμου υπέρ της συμμαχίας των Ελλήνων. Η συμμαχία αυτή, η Ελληνική Συμμαχία, είχε συναφθεί σε μια σύνοδο κορυφής στην Κόρινθο δύο χρόνια νωρίτερα, ακριβώς πριν από τη δεύτερη επίθεση των Περσών στην Ελλάδα με επικεφαλής τον Ξέρξη.

 

Μετά τη νίκη στη Μυκάλη, οι Σπαρτιάτες επέστρεψαν στην πατρίδα τους, ενώ οι Αθηναίοι και άλλα μέλη της συμμαχίας συνέχισαν να μάχονται εναντίον των Περσών. Στην Αθήνα, άρχισαν οι εργασίες ανοικοδόμησης της πόλης, την οποία ο Ξέρξης και οι δυνάμεις του είχαν καταστρέψει αμέσως μετά τη νίκη τους στη Μάχη των Θερμοπυλών το 480 π.Χ. Παρά τις διαμαρτυρίες των Σπαρτιατών, οι Αθηναίοι ανοικοδόμησαν ταχύτατα και επέκτειναν τα τείχη της πόλης τους, ενώ ολοκλήρωσαν και την οχύρωση στο λιμάνι του Πειραιά. Ο Θουκυδίδης πιστώνει αυτές τις πρωτοβουλίες στον στρατηγό Θεμιστοκλή, τον αρχιτέκτονα της ελληνικής νίκης στη Σαλαμίνα, ο οποίος «έθεσε τα θεμέλια της αθηναϊκής ηγεμονίας» ενθαρρύνοντας τους συμπατριώτες του να συνεχίσουν να επενδύουν στην άνευ προηγουμένου ναυτική υπεροχή τους (1.93).

Το 478 π.Χ., οι Σπαρτιάτες έστειλαν τον στρατηγό Παυσανία, που είχε οδηγήσει τους Έλληνες στη νίκη των Πλαταιών, να διοικήσει τις δυνάμεις των Ελλήνων, ενωμένες ακόμη, σε επιθέσεις ενάντια στην Κύπρο και το Βυζάντιο, μια πόλη στη θέση της σημερινής Κωνσταντινούπολης. Ο Παυσανίας είχε προκαλέσει υποψίες ότι οι Πέρσες έτρεφαν συμπάθεια απέναντι στο πρόσωπό του και, σύμφωνα με του Θουκυδίδη, έχασε την εύνοια των Ελλήνων της Ιωνίας «γιατί ήταν βίαιος». Μόλις οι σύμμαχοι ζήτησαν από την Αθήνα να αναλάβει την ηγεσία, ο Παυσανίας ανακλήθηκε στη Σπάρτη για απολογία «καθώς φερόταν μάλλον ως τύραννος παρά ως στρατηγός». Οι Σπαρτιάτες απέστειλαν άλλον στρατηγό προς αντικατάστασή του, αλλά όταν εκείνος έφτασε στον προορισμό του, διαπίστωσε ότι οι Αθηναίοι είχαν ήδη αναλάβει την αρχηγία. Ο Θουκυδίδης εξηγεί ότι, εκείνη τη στιγμή, οι Σπαρτιάτες ήταν ικανοποιημένοι και μόνο με το γεγονός ότι θα επέστρεφαν στην πατρίδα τους, καθώς επιθυμούσαν «να τελειώνουν με τον πόλεμο εναντίον της Περσίας και σκέφτηκαν ότι οι Αθηναίοι ήταν απολύτως κατάλληλοι να αναλάβουν την αρχηγία, κι εκείνη τη στιγμή διατηρούσαν καλές σχέσεις» (1.95).

Σύμφωνα με τον Θουκυδίδη, στους Αθηναίους, λοιπόν, «ανατέθηκε η ηγεμονία κατόπιν ελεύθερης βούλησης των συμμάχων». Αυτό σηματοδότησε τη γένεση της γνωστής Δηλιακής Συμμαχίας, ενός σύγχρονου όρου για κάτι που αρχικά ήταν μια ομοσπονδία υπό την ηγεσία της Αθήνας. Ως επικεφαλής της συμμαχίας, οι Αθηναίοι θέσπισαν το αξίωμα των δέκα «Ελληνοταμιών», οι οποίοι συνέλεγαν φόρους από τους συμμάχους για να χρηματοδοτήσουν τον καταστατικό σκοπό της συμμαχίας, που αφορούσε «την εκδίκηση για ό,τι είχαν υποστεί καταστρέφοντας ολοσχερώς τη γη του βασιλιά» της Περσίας (1.96). Αυτά τα χρήματα αρχικά φυλάσσονταν στο νησί της Δήλου, σ’ ένα ιωνικό ιερό αφιερωμένο στον θεό Απόλλωνα, όπου πραγματοποιούνταν οι συνελεύσεις της συμμαχίας. Κάποια ισχυρότερα νησιά (Χίος, Λέσβος και Σάμος) συνεισέφεραν με πλοία αντί για φόρο σε χρήμα.

Μέσα σε μια περίπου δεκαετία, η συμμαχία αριθμούσε περί τα διακόσια μέλη. Ο αριθμός αυτός έμελλε να αυξηθεί κατά το ήμισυ. Με επικεφαλής τον Κίμωνα, Αθηναίο στρατηγό και πολιτικό, η συμμαχία γινόταν όλο και πιο επιθετική στην επιδίωξη του ιδρυτικού τους στόχου, που αφορούσε την επίθεση εναντίον των Περσών. Με την υποστήριξη των συμμάχων τους, οι Αθηναίοι απέκτησαν πλήρη έλεγχο του Αιγαίου Πελάγους. Ωστόσο, καθώς παγιωνόταν η αθηναϊκή εξουσία, μεταξύ άλλων μελών της συμμαχίας άρχισε να αυξάνει η δυσαρέσκεια. Οι σύμμαχοι μπορεί να είχαν προσέλθει οικειοθελώς σε μια συμμαχία με την Αθήνα, αλλά η αποχώρησή τους ήταν ένα τελείως διαφορετικό ζήτημα. Όταν τα νησιά της Νάξου και της  Θάσου επιχείρησαν να ανακτήσουν την ελευθερία τους τη δεκαετία του 460 π.Χ., η Αθήνα κατέστειλε βίαια τις εξεγέρσεις — εγκαινιάζοντας έναν τρόπο μεταχείρισης των «συμμάχων» της που θα υιοθετούσε τις επόμενες δεκαετίες (1.98-101).

Ο αθηναϊκός επεκτατισμός προκάλεσε τη δυσαρέσκεια της Σπάρτης, και ο Θουκυδίδης αναφέρει ότι ένα σχέδιο της Σπάρτης για εισβολή στην Αθήνα τελικά ματαιώθηκε από έναν ισχυρό σεισμό το 464 π.Χ. (1.101). Ο συγκεκριμένος σεισμός προκάλεσε εξέγερση στις τάξεις των δούλων της Σπάρτης, στους είλωτες, και όταν η Σπάρτη περιφρόνησε την προσφορά βοήθειας από τους Αθηναίους για την καταστολή της εξέγερσης, οι εντάσεις άρχισαν να κορυφώνονται. Το 460 π.Χ., η Αθήνα και οι σύμμαχοί της είχαν εμπλακεί σε πόλεμο εναντίον της Σπάρτης και της Πελοποννησιακής Συμμαχίας, η οποία είχε ιδρυθεί τον προηγούμενο αιώνα. Κατά τις εκστρατείες αυτού τον Α’ Πελοποννησιακού Πολέμου (460-446 π.Χ.), οι Αθηναίοι εξακολούθησαν να κινούνται εναντίον της Περσίας σε απομακρυσμένα θέατρα επιχειρήσεων, ιδιαίτερα στην Αίγυπτο, όπου τους είχε ζητηθεί να βοηθήσουν τους Αιγύπτιους να εξεγερθούν εναντίον της Περσικής Αυτοκρατορίας. Οι Πέρσες, ωστόσο, κατάφεραν να καταστείλουν εκείνη την εξέγερση και να καταστρέψουν το μεγαλύτερο μέρος του αθηναϊκού στόλου.

Οι εχθροπραξίες μεταξύ της Αθήνας και της Σπάρτης συνεχίστηκαν παρά την ορκισμένη πενταετή ανακωχή του 451 π.Χ. Τελικά, το 446 π.Χ. η Αθήνα συμφώνησε να παραχωρήσει εκ νέου ένα μέρος των εδαφών της στη Σπάρτη, και οι δύο πλευρές συμφώνησαν στην ειρήνη των Τριακονταετών Σπονδών. Ωστόσο, η Αθήνα εξακολούθησε να συγκρούεται με τους συμμάχους της, και το 440 π.Χ. μια φατρία από το νησί της Σάμου επιχείρησε να εξεγερθεί εναντίον της Αθηναϊκής Συμμαχίας. Το  παράδειγμα της Σάμου ακολούθησε και το Βυζάντιο. Η εξέγερση των Σαμίων κατεστάλη ύστερα από εννιάμηνη πολιορκία των Αθηναίων, και τόσο η Σάμος όσο και το Βυζάντιο επέστρεψαν ως υποτελείς πόλεις-κράτη σε αυτό που ήταν πλέον η αθηναϊκή ηγεμονία, στα αρχαία ελληνικά αρχή.

 

 

Ακολουθεί β’ μέρος

 

 

 

 

ΘΟΥΚΥΔΙΔΗΣ

ΠΕΡΙ ΠΟΛΕΜΟΥ

JOHANNA HANINK

ΕΚΔΟΣΕΙΣ ΔΙΟΠΤΡΑ

 

 

Εικόνα: https://pl.pinterest.com/pin/109282728447094049/?nic_v1=1aL5d1IgBF3cFgkb2YnChtBDqIUUeydNGDiC1iTNyhnFaNs36RXgdF6jcZlvoSLqF2&fbclid=IwAR0B8GVidxERvpTeFZ2o5S9eOlvRPZwehT4mVGe4SK9s47jTxbiskQckPbM

 

 



Facebook

Instagram

Follow Me on Instagram