28 Απρ Νεφέλαι | Μέρος Γ’ (Αριστοφάνης)
Αποχωρούν και έρχεται ένας από τους δανειστές του Στρεψιάδη, o Πασίας, με ένα μάρτυρα. Βγαίνει από το σπίτι o Στρεψιάδης, στον οποίο o Πασίας απαγγέλλει την κατηγορία ότι του χρωστά χρήματα, με τα οποία είχε αγοράσει ένα άλογο. Ο Στρεψιάδης ορκίζεται πως ποτέ δεν έγινε κάτι τέτοιο και χρησιμοποιεί διάφορα επιχειρήματα για να μην πληρώσει. Έρχεται άλλος δανειστής, ο Αμυνίας, απαιτώντας και αυτός να πληρωθεί. Λέει πως του χρωστάει χρήματα ο γιος του Στρεψιάδη και πως αν δεν του τα δώσουν θα κάνει μήνυση. Αναφέρεται και στον τόκο που πρέπει να του πληρώσει επιπλέον. Ο Στρεψιάδης με μιαν αστεία σοφιστεία -αν η θάλασσα δεν μεγαλώνει, ενώ πέφτουν τόσα ποτάμια… πώς είναι δυνατόν να μεγαλώσουν τα χρέη από τόκους – αρνείται πως έχει υποχρέωση να πληρώσει τόκους. Αρπάζοντας μάλιστα και το καμτσίκι που κρατούσε στο χέρι του o Αμυνίας, αρχίζει να τον κυνηγά και να τον μαστιγώσει διώχνοντάς τον. Ενώ o Στρεψιάδης μπαίνει στο σπίτι του, ο χορός κατηγορεί το γέρο και τις ατιμίες του και προβλέπει πως σύντομα o ίδιος θα μετανιώσει για το γιο και τις σοφιστείες του.
Όντως, από το σπίτι βγαίνει σε λίγο δυστυχής o Στρεψιάδης. Τον κυνηγά ο Φειδιππίδης και τρέχει ζητώντας βοήθεια από συγγενείς και συμπολίτες γιατί, όπως εξηγεί, ο ίδιος o γιος του τον δέρνει. Πώς μπορεί ένα παιδί να δέρνει τον πατέρα του! Ο Φειδιππίδης διόλου δεν πτοείται. Ψύχραιμα του απαντά πως μπορεί να αποδείξει ότι έχει δίκιο που τον χτυπά. Ο χορός επισημαίνει την αυτοπεποίθηση του Φειδιππίδη και λέει πως, για να είναι τόσο βέβαιος για το δίκιο του, θα στηρίζεται σε κάποιο ισχυρό επιχείρημα. Η κορυφαία απευθύνεται στον πατέρα και του ζητάει να αποκαλύψει το λόγο της διαμάχης. Εκείνος περιγράφει τα γεγονότα.
Ενώ βρίσκονταν στη μέση του φαγητού τους, ζήτησε από το γιο να πει ένα τραγούδι του Σιμωνίδη. Όταν o γιος του θεώρησε πως δεν είχε αξία σαν ποιητής ο Σιμωνίδης, αυτός κρατήθηκε και δεν διαπληκτίστηκε. Του ζήτησε ύστερα να απαγγείλει ένα μέρος από τραγωδία του Αισχύλου. Όταν όμως ο γιος του άρχισε να ειρωνεύεται και τον Αισχύλο, ότι είναι όλο στόμφο και φτιάχνει φράσεις κακόγουστες, και αντ’ αυτού είπε ένα τραγούδι του Ευριπίδη σχετικά με κάποιον που βίασε την ετεροθαλή αδελφή του, δεν άντεξε τότε και από κει ξεκίνησε ο καβγάς. Ο ένας άρχισε να βρίζει τον άλλο και σε μια στιγμή o γιος του χύμηξε και τον χτύπησε. Ο Φειδιππίδης παρεμβαίνει στην περιγραφή και υπερασπίζεται όσα έκανε, αφού και τώρα εξακολουθεί να είναι βέβαιος πως ο Ευριπίδης είναι ο σοφότερος. Ο Στρεψιάδης δεν συνεχίζει πάνω στο θέμα από το φόβο μήπως και πάλι τις φάει. Επιμένει όμως πως δεν μπορεί να δεχτεί να τον δέρνει το ίδιο το παιδί του, που εκείνος μεγάλωσε με τόση φροντίδα και βάσανα. Ο Φειδιππίδης, σε απάντηση, προτάσσει το επιχείρημα ότι, όπως ο πατέρας του τον έδερνε όταν ήταν μικρός γιατί τον αγαπούσε, έτσι κι αυτός, που αγαπά τον πατέρα του, πρέπει να τον δέρνει. Ο Στρεψιάδης επικαλείται τότε τους νόμους. Πουθενά δεν υπάρχει νόμος που να λέει ότι ο γιος μπορεί να δέρνει τον πατέρα. Ο γιος ανταπαντά ότι καθώς ο νόμος έχει γίνει από θνητό και θνητός είναι κι εκείνος, έχει δικαίωμα να τον αλλάζει. Επικαλείται μάλιστα τα κοκόρια. Όπως αυτά τσιμπούν τους πατέρες τους, έτσι μπορούν να το κάνουν και οι άνθρωποι. O Στρεψιάδης του λέει ότι, αν μοιάζει σ’ αυτό στα πετεινά, τότε να τους μοιάζει σε όλα και να τρώει κοπριά και να κουρνιάζει σε ξύλα. Εκεί ο γιος του δεν έχει τι να απαντήσει και λέει απλά ότι θα… ρωτήσει το Σωκράτη σχετικά. Γρήγορα όμως παίρνει πάλι θάρρος και απειλεί ότι θα δείρει και τη μάνα του.
O Στρεψιάδης αυτό το τελευταίο δεν το αντέχει. Κατηγορεί τις Νεφέλες ως αιτίες για ό,τι συνέβη. Του απαντούν πως αυτό το ζήτησε και εκείνες πάντοτε, όταν βλέπουν ανθρώπους να αρέσκονται σε ατιμίες, τους αφήνουν vα τις κάνουν για να νιώσουν οι ίδιοι το φόβο των θεών. O Στρεψιάδης παραδέχεται πως καθόλου σωστό δεν ήταν να έχει πάρει δανεικά και να μη θέλει να τα επιστρέψει. Προτρέπει το γιο του να πάνε μαζί να εξοντώσουν τον Σωκράτη, που κάνει τα μαθήματα και γελά τον κόσμο. Προσθέτει πως η πράξη του αυτή θα είναι πράξη συμβιβασμού στον Δία. Ο Φειδιππίδης λέει πως είναι πεπαλαιωμένες ιδέες αυτές, αφού δεν υπάρχει Δίας, και φεύγει.
O Στρεψιάδης αρχικά σκέφτεται να μηνύσει τον Σωκράτη και τους άλλους, αλλά μετά φωνάζει τον υπηρέτη του Ξανθέα να βγει από το σπίτι φέρνοντας σκάλα και τσαπί και τον διατάζει να κατεδαφίσει με το τσαπί το σπουδαστήριο. Ο ίδιος παράλληλα το καίει με ένα δαδί. Βγαίνει ο Σωκράτης, πνιγμένος από τους καπνούς, και ρωτάει τι συμβαίνει. Απαντάει ο Στρεψιάδης, δίνοντάς του να καταλάβει πως είναι η τιμωρία για την ασέβειά τους να αμφισβητήσουν τους θεούς. Ο χορός αποχωρεί και τελειώνει η κωμωδία.
Στις «Νεφέλες» ο Αριστοφάνης σατιρίζει όλους τους σοφιστές και τις επιστημονικές θεωρίες της εποχής του στο πρόσωπο του Σωκράτη, που ήταν πιο γνωστός στους Αθηναίους. Οι περισσότερες επιστημονικές θεωρίες που προτάσσει ο Αριστοφάνης δεν είναι ούτε δικές του επινοήσεις αλλά ούτε και θεωρίες του Σωκράτη. Οι λόγιοι αναγνωρίζουν στο κείμενο θεωρίες του Διογένη, του Αναξαγόρα και του Ιππώνα. Οι θεωρίες αυτές έθεταν σε κίνδυνο τις θρησκευτικές πεποιθήσεις των Αθηναίων, οι οποίοι τις έβλεπαν με υποψία, και λέγεται μάλιστα ότι τον Αναξαγόρα έφτασε να τον δικάσουν κιόλας γι’ αυτές. Ο Πρωταγόρας από τα Άβδηρα και ο Αντιφώντας ήταν γνωστοί για την επιχειρηματολογία τους, που έκανε τον αδύνατο (και άδικο) λόγο να υπερισχύει του δυνατού. Είναι ακόμη γνωστό ότι η διαλεκτική του Σωκράτη συνίστατο στο να αποδεικνύει ότι πεποιθήσεις που οι περισσότεροι πίστευαν σωστές ήταν λανθασμένες. Ο Αριστοφάνης διαστρέφει το γεγονός εδώ. Ο Σωκράτης στην κωμωδία διδάσκει στο μαθητή του πώς να αποδεικνύει ότι πραγματικά σωστές πεποιθήσεις είναι λανθασμένες. Λέγεται ότι η ανάμνηση αυτής της κωμωδίας συνέβαλε στην καταδίκη του Σωκράτη στην κατοπινή του δίκη.
Πρέπει να αναφερθεί ότι το σωζόμενο κείμενο της κωμωδίας δεν έιναι αυτό που παίχτηκε αρχικά. Ο Αριστοφάνης θεώρησε ότι το έργο του δεν είχε απήχηση, γιατί παρεξηγήθηκε, και άρχισε να το επεξεργάζεται πάλι ώσπου μετά το εγκατέλειψε. Από σχολιαστές γνωρίζουμε ότι έχει αλλαχτεί η παράβαση, έχει προστεθεί η σκηνή με το Δίκαιο και Άδικο Λόγο και έχει μεταβληθεί το τέλος. Στο αρχικό κείμενο, ο Στρεψιάδης απλά νικούσε τους δανειστές του και, όπως συνήθως, η κωμωδία τέλειωνε με γλέντι. Οι Αθηναίοι όμως δεν διέκριναν τη σάτιρα του Αριστοφάνη και πως στην πραγματικότητα εναντιωνόταν στην αδικία και την αθεΐα. Στο καινούργιο κείμενο προσπάθησε να κάνει την αντίθεση του πιο εμφανή. Έτσι μπορεί κανείς να διακρίνει μερικές ανακολουθίες.
Μέρος Α’: http://www.lecturesbureau.gr/1/nefeles-part-a-760/
Μέρος Β’: http://www.lecturesbureau.gr/1/nefeles-part-b-761/
Εν τάχει – Όλες οι σωζόμενς αρχαίες ελληνικές κωμωδίες
Γίωργος Κανόνης
Εκδόσεις Δίαυλος