24 Οκτ Μαρξ – Ένγκλες (ROBERT L. HEILBRONER) | Μέρος Α’
Οι δύο άνδρες στην εμφάνιση διέφεραν περίπου σαν τη μέρα με τη νύχτα. Ο Μαρξ είχε την εμφάνιση επαναστάτη. Τα παιδιά του τον φώναζαν «ο Μαυριτανός», επειδή ήταν μελαψός, με βαθουλωτά, αστραφτερά μάτια. Ήταν κοντός και γεροδεμένος, με σκυθρωπή έκφραση και μια τεράστια γενειάδα. Δεν ήταν άνθρωπος που αγαπούσε την τάξη: το σπίτι του ήταν μια σκονισμένη μάζα χαρτιών σωριασμένων σε άτακτες στοίβες, και ανάμεσά τους περπατούσε ο ίδιος ο Μαρξ, ατημέλητος και περιβεβλημένος από ένα σύννεφο καπνού που έκανε τα μάτια να τσούζουν. Ο Ένγκελς, από την άλλη, εύκολα θα περνούσε σαν μέλος της μισητής μπουρζουαζίας: ψηλός, ξανθός και αρκετά κομψός, έδειχνε ότι είναι άνθρωπος που του αρέσει η ξιφασκία και το κυνήγι της αλεπούς και που είχε κάποτε κολυμπήσει τέσσερις φορές, χωρίς διακοπή, από τη μία στην άλλη όχθη του ποταμού Βέσερ.
Δεν διέφεραν μόνο στην εμφάνιση, αλλά και οι χαρακτήρες τους ήταν διαμετρικά αντίθετοι. Ο Ένγκελς ήταν αλέγρος και οξυδερκής, προικισμένος με γρήγορη και ευέλικτη σκέψη. Όπως έλεγαν, μπορούσε να μιλήσει σπαστά σε 20 διαφορετικές γλώσσες. Αγαπούσε τις μικροαπολαύσεις της ζωής των αστών, και ανάμεσά τους το καλό κρασί, και είναι διασκεδαστικό ότι, ενώ επέλεγε τις ερωμένες του από το προλεταριάτο, αφιέρωσε πολύ χρόνο προσπαθώντας να αποδείξει, με τρόπο ρομαντικό αν και όχι αποτελεσματικό, ότι η ερωμένη του Μαίρη Μπερνς (κι αργότερα, μετά το θάνατό της, η αδελφή της Λίζι) κατάγονταν από τον Σκοτσέζο ποιητή, παρότι η καταγωγή τους ήταν λαϊκή.
Ο Μαρξ ήταν πολύ πιο δυσκίνητος. Ήταν ο αντιπροσωπευτικός τύπος Γερμανού διανοουμένου – αργός, λεπτολόγος και σχολαστικά, μέχρι αηδίας, τελειομανής. Ο Ένγκελς μπορούσε να ξεπετάξει μια ολόκληρη πραγματεία σε χρόνο μηδέν. Ο Μαρξ θα της έβγαζε την πίστη. Το μόνο που φαινόταν να δυσκολεύει τον ‘Ενγκελς ήταν η αραβική γλώσσα με τις 4.000 ρίζες ρημάτων. Ο Μαρξ, μετά από είκοσι χρόνια εξάσκησης, εξακολουθούσε να μιλάει τα αγγλικά με απαίσια γερμανική προφορά. Όταν γράφει για το φοβερό «τσοκ» που του προξένησαν τα γεγονότα, σχεδόν μπορούμε να τον φανταστούμε να μιλάει. Αλλά, παρότι πιο δυσκίνητος, ο Μαρξ ήταν το πιο γερό μυαλό. Εκεί που ο ‘Ενγκελς πρόσφερε το εύρος και το σφρίγος, ο Μαρξ έδινε το βάθος.
Η συνεργασία τους αρχίζει το 1844 στο Παρίσι, όπου συναντιόνταν για δεύτερη φορά. Ο Ένγκελς είχε πάει απλώς για να επισκεφτεί τον Μαρξ αλλά είχαν να πουν τόσο πολλά που η συνομιλία τους κράτησε δέκα ημέρες. Μετά από εκείνη τη συνάντηση, ελάχιστα είναι τα πράγματα που έγραψε ο ένας χωρίς να τα διορθώσει ή να τα ξαναγράψει ο άλλος ή τουλάχιστον να τα συζητήσει μαζί του. Η αλληλογραφία τους γεμίζει πολλούς τόμους.
Ακολούθησαν πολύ διαφορετικούς δρόμους για να φτάσουν στο σημείο συνάντησής τους στο Παρίσι. Ο ‘Ενγκελς ήταν γιος ενός ευσεβούς και στενοκέφαλού καλβινιστή βιομήχανου της Ρηνανίας. Όταν ο Φρίντριχ έδειξε σε νεαρή ηλικία μια ακατανόητη για τους άλλους αγάπη για την ποίηση, ο πατέρας του τον έστειλε άρον άρον στη Βρέμη να διδαχτεί το εξαγωγικό εμπόριο και να μείνει με έναν κληρικό: για τον Κάσπαρ’Ενγκελς, η θρησκεία και η κερδοφόρα εργασία ήταν η καλύτερη θεραπεία για μια ρομαντική ψυχή. Ο ‘Ενγκελς αφοσιώθηκε ενσυνείδητα στις επιχειρήσεις αλλά οτιδήποτε έβλεπε χρωματιζόταν από μια επαναστατημένη προσωπικότητα που ήταν ασύμβατη με τα άκαμπτα πρότυπα του πατέρα του. Κατέβαινε στις αποβάθρες για δουλειές, αλλά το παρατηρητικό του μάτι δεν σταματούσε στις καμπίνες της πρώτης θέσης «από χρυσοποίκιλτο μαόνι» αλλά προχωρούσε και στις καμπίνες της τρίτης θέσης, όπου οι επιβάτες «στριμώχνονταν ο ένας δίπλα στον άλλο σαν τις πλάκες του οδοστρώματος». Άρχισε να διαβάζει τη ριζοσπαστική βιβλιογραφία των ημερών και, στα 22 χρόνια του, είχε πια ασπασθεί τα ιδεώδη του «κομμουνισμού» .
Στη συνέχεια πήγε στο Μάντσεστερ για να δουλέψει στο υφαντουργείο που είχε εκεί ο πατέρας του. Το Μάντσεστερ, όπως και τα πλοία στη Βρέμη, ήταν για τον ‘Ενγκελς μια βιτρίνα. Υπήρχαν όμορφοι δρόμοι με καταστήματα και, γύρω από την πόλη, προάστια με ωραίες βίλες. Αλλά υπήρχε κι ένα άλλο Μάντσεστερ. Ήταν κρυμμένο πίσω από το πρώτο και χτισμένο έτσι που να μην αναγκάζονται να το βλέπουν οι εργοστασιάρχες, καθώς πήγαιναν στα γραφεία τους. Στέγαζε έναν πληθυσμό σε μαρασμό, ανθρώπους που ζούσαν μες στη βρόμα και την απελπισία, που έβρισκαν καταφύγιο στο τζιν και το κήρυγμα του Ευαγγελίου, και που αναισθητοποιούνταν με λάβδανο οι ίδιοι και τα παιδιά τους απέναντι σε μια ζωή κτηνώδη, χωρίς ελπίδα. Ο ‘Ενγκελς είχε δει παρόμοιες συνθήκες στις βιομηχανικές πόλεις της Ρηνανίας αλλά τώρα άρχισε να εξερευνά το Μάντσεστερ μέχρι που γνώριζε και το τελευταίο χαμόσπιτο και την τελευταία τρώγλη. Τα ευρήματά του έμελλε να τα εκθέσει στην πιο φρικιαστική ετυμηγορία για τις βιομηχανικές φτωχογειτονιές που είχε δει ποτέ το φως της δημοσιότητας: Η κατάσταση της εργατικής τάξης στην Αγγλία το 1844 (The Cοndition of the Working Class iη England in 1844). Κάποτε μιλούσε για την αθλιότητα του μέρους σ’ έναν αριστοκράτη φίλο του παρατηρώντας ότι ποτέ δεν είχε δει τόσο «κακοχτισμένη πόλη». Ο φίλος του τον άκουσε προσεχτικά και μετά είπε: «Και όμως βγαίνουν πολλά λεφτά εδώ. Καλημέρα σας, κύριε».
Πλέον αφιέρωνε το χρόνο του στο γράψιμο —έγραφε πραγματείες για ν’ αποδείξει ότι οι μεγάλοι Άγγλοι οικονομολόγοι δεν ήταν παρά απολογητές της κρατούσας τάξης πραγμάτων—και μια απ’ τις εργασίες του έκανε ιδιαίτερη εντύπωση σ’ έναν νεαρό ονόματι Καρλ Μαρξ, ο οποίος τότε είχε την επιμέλεια ενός ριζοσπαστικού φιλοσοφικού περιοδικού στο Παρίσι. Αντίθετα από τον ‘Ενγκελς, ο Μαρξ ήταν γόνος μιας φιλελεύθερης, ίσως ακόμα και ριζοσπαστικής, οικογένειας. Γεννήθηκε το 1818 στο Τρίερ της Γερμανίας και ήταν ο δευτερότοκος γιος μιας εύπορης εβραϊκής οικογένειας που λίγο αργότερα ασπάσθηκε το Χριστιανισμό για να μπορεί ο δικηγόρος Χάινριχ Μαρξ να ασκεί το επάγγελμά του χωρίς περιορισμούς. Ο Χάινριχ Μαρξ ήταν ένας ευυπόληπτος άνδρας και μάλιστα είχε πάρει τον τιμητικό τίτλο Justirat που απένεμαν σε διακεκριμένους νομικούς, αλλά στις μέρες του είχε διατελέσει μέλος παράνομων λεσχών συνεστιάσεων όπου έκαναν προπόσεις υπέρ μιας αβασίλευτης δημοκρατικής Γερμανίας και είχε μεγαλώσει το μικρό του γιο με δίαιτα από Βολτέρο, Τζον Λοκ και Ντιντερό.
Ο Χάινριχ Μαρξ ήλπιζε ότι ο γιος του θα σπούδαζε νομικά, αλλά στα πανεπιστήμια της Βόννης και του Βερολίνου ο νεαρός Μαρξ παρασύρθηκε στη δίνη των φιλοσοφικών συζητήσεων εκείνων των ημερών. Ο φιλόσοφος Χέγκελ είχε καταθέσει ένα επαναστατικό θεώρημα και τα συντηρητικά πανεπιστήμια της Γερμανίας διχάστηκαν στην υποδοχή που του επιφύλαξαν. Σύμφωνα με τον Χέγκελ, η αλλαγή είναι ο κανόνας της ζωής. Κάθε ιδέα, κάθε δύναμη αναπόδραστα εκτρέφει το αντίθετό της, και τα δύο μαζί συγχωνεύονται σε μία «ενότητα» που με τη σειρά της δημιουργεί τη δική της αντίφαση. Έτσι και η ιστορία, έλεγε ο Χέγκελ, δεν είναι παρά η έκφραση αυτής της αέναης κίνησης αντιτιθέμενων και συντιθέμενων ιδεών και δυνάμεων. Η αλλαγή -η διαλεκτική αλλαγή- είναι εγγενής στις ανθρώπινες υποθέσεις. Με μία εξαίρεση: όταν έφταναν στο Πρωσικό κράτος, οι κανόνες έπαυαν να ισχύουν. Η κυβέρνηση της Πρωσίας, έλεγε ο Χέγκελ, ήταν σαν «ένας αληθής επί γης Θεός».
Όλα αυτά αποτέλεσαν ισχυρό ερέθισμα για τον νεαρό φοιτητή. Ο Μαρξ προσχώρησε σε μια ομάδα νεαρών διανοουμένων, γνωστών με το όνομα Νέοι Χεγκελιανοί, οι οποίοι συζητούσαν τολμηρά θέματα όπως τον αθεϊσμό και τον καθαρά θεωρητικό κομουνισμό στα πλαίσια της χεγκελιανής διαλεκτικής. Αποφάσισε να γίνει κι αυτός φιλόσοφος. Και ίσως να γινόταν αν δεν παρενέβαινε εκείνο το κράτος-Θεός. Ο αγαπημένος καθηγητής του Μαρξ, ο Μπρούνο Μπάουερ, που επιδίωκε να του εξασφαλίσει μια θέση στο Πανεπιστήμιο της Βόννης, απολύθηκε για φιλοσυνταγματικές και αντιθρησκευτικές πεποιθήσεις και για τον νεαρό δόκτορα Μαρξ η ακαδημαϊκή καριέρα έγινε αδύνατη.
Αντ’ αυτής στράφηκε στη δημοσιογραφία. Η Εφημερίδα του Ρήνου (Rheinische Zeitung), μια μικρή μεσοαστική φιλελεύθερη εφημερίδα στην οποία συχνά αρθρογραφούσε, του ζήτησε να γίνει ο αρχισυντάκτης της. Δέχτηκε και έμεινε στη θέση αυτή για πέντε ολόκληρους μήνες. Ο Μαρξ ήταν τότε ριζοσπάστης αλλά ο ριζοσπαστισμός του ήταν μάλλον φιλοσοφικής παρά πολιτικής χροιάς. Όταν πήγε να τον πρωτοεπισκεφτεί ο Ένγκελς με κάθε σεβασμό, ο Μαρξ αποδοκίμασε τον ενθουσιώδη νέο που εμφορούνταν από κομουνιστικές απόψεις ενώ, όταν οι άλλοι κατήγγειλαν τον Μαρξ ως κομουνιστή, έδινε σιβυλλικές απαντήσεις: «Δεν γνωρίζω τον κομουνισμό», έλεγε, «αλλά μια κοινωνική φιλοσοφία που έχει σκοπό της την προστασία των καταπιεσμένων δεν μπορεί να καταδικάζεται αβασάνιστα». Παρ’ όλες τις αποκηρύξεις του, τα άρθρα του δεν μπορούσαν να γίνουν ανεκτά από τις αρχές. Στηλίτευσε ένα νόμο που θα απαγόρευε στους χωρικούς να ασκήσουν το πατροπαράδοτο δικαίωμά τους να μαζεύουν τα ξερόκλαδα από τα δάση και δέχτηκε την επίπληξη των αρχών. Έγραψε άρθρα αποδοκιμάζοντας τα στεγαστικά προβλήματα και δέχτηκε την προειδοποίηση των αρχών. Έφτασε στο σημείο να κάνει μερικά απαξιωτικά σχόλια για τον Τσάρο της Ρωσίας, οπότε οι αρχές απαγόρευσαν την κυκλοφορία της εφημερίδας.
Ο Μαρξ πήγε τότε στο Παρίσι για να αναλάβει την αρχισυνταξία ενός άλλου ριζοσπαστικού εντύπου, που αποδείχτηκε εξίσου βραχύβιο με την εφημερίδα. ‘Ήδη, όμως, τα ενδιαφέροντά του στρέφονταν στο χώρο της πολιτικής και της οικονομίας. Η απροκάλυπτη ιδιοτέλεια της πρωσικής κυβέρνησης, η αδυσώπητη αντίσταση της γερμανικής μπουρζουαζίας προς οτιδήποτε θα μπορούσε να ελαφρύνει την κατάσταση των Γερμανών εργαζομένων, οι σχεδόν γελοίες αντιδραστικές στάσεις των πλουσίων και των κρατούντων στην Ευρώπη -όλα αυτά είχαν γίνει ένα σύμφυρμα στο μυαλό από το οποίο Θα ξεπηδούσε μια νέα φιλοσοφία της ιστορίας. Και όταν τον επισκέφτηκε ο Ένγκελς και ανακάλυψαν την ισχυρή ταύτιση των ενδιαφερόντων τους, η φιλοσοφία αυτή άρχισε να παίρνει σχήμα και μορφή.
Ακολουβεί β’ μέρος
Μέρος Β’: https://www.lecturesbureau.gr/1/marx-engles-part-b-1956b/
ΟΙ ΦΙΛΟΣΟΦΟΙ ΤΟΥ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΟΥ ΚΟΣΜΟΥ
ROBERT L. HEILBRONER
ΕΚΔΟΣΕΙΣ ΚΡΙΤΙΚΗ ΕΠΙΣΤΗΜΟΝΙΚΗ ΒΙΒΛΙΟΘΗΚΗ
Εικόνα: https://www.brainpickings.org/2012/11/01/fernando-vicente-communist-manifesto