fbpx

Μια συνήθεια συχνά μπορεί να αποδειχθεί είτε ευλογία είτε κατάρα (CHARLES DUHIGG) | Μέρος Β’

Μια συνήθεια συχνά μπορεί να αποδειχθεί είτε ευλογία είτε κατάρα (CHARLES DUHIGG) | Μέρος Β’

Oι συνήθειες, λένε οι επιστήμονες, εμφανίζονται επειδή ο εγκέφαλος αναζητεί συνεχώς τρόπους για να εξοικονομήσει προσπάθεια. Αν τον αφήσουμε ανενόχλητο, θα προσπαθήσει να μετατρέψει σχεδόν κάθε ρουτίνα σε συνήθεια, επειδή οι συνήθειες επιτρέπουν στο νου μας να ξεκουράζεται πιο συχνά. Αυτό το ένστικτο εξοικονόμησης προσπάθειας αποτελεί τεράστιο πλεονέκτημα. Ένας αποδοτικός εγκέφαλος απαιτεί μικρότερο χώρο, επομένως το κρανίο μπορεί να είναι μικρότερο, πράγμα που κάνει τον τοκετό πιο εύκολο, και επομένως προκαλεί λιγότερους θανάτους βρεφών και μητέρων. Ένας αποδοτικός εγκέφαλος επίσης μάς επιτρέπει να μη σκεφτόμαστε συνεχώς βασικές μας συμπεριφορές, όπως είναι το περπάτημα ή το να επιλέξουμε τι θα φάμε, ώστε να μπορούμε να αφιερώσουμε τη νοητική μας ενέργεια σε άλλες δραστηριότητες, όπως το να επινοήσουμε λόγχες, αρδευτικά συστήματα και, τελικά, αεροπλάνα και βιντεοπαιχνίδια. Όμως η εξοικονόμηση νοητικής προσπάθειας προσοχή: αν ο εγκέφαλός μας πάψει να παρακολουθεί σε λάθος στιγμή, μπορεί να μην προσέξουμε κάτι σημαντικό, όπως ένα αρπακτικό που κρύβεται θάμνους ή ένα αυτοκίνητο που έρχεται με μεγάλη ταχύτητα καθώς ετοιμαζόμαστε να βγούμε στο δρόμο. Έτσι, τα βασικά γάγγλια έχουν επινοήσει ένα έξυπνο σύστημα για να αποφασίζουν πότε πρέπει να αφήνουν τις συνήθειες να αναλάβουν τον έλεγχο. Είναι κάτι που συμβαίνει όποτε αρχίζει ή τελειώνει ένα σύμπτυγμα συμπεριφοράς. Για να καταλάβετε πώς λειτουργεί, ξανακοιτάξτε προσεκτικά το διάγραμμα των νευρολογικών συνηθειών του ποντικού. Προσέξτε ότι η εγκεφαλική δραστηριότητα φτάνει σε υψηλή τιμή στην αρχή του
λαβυρίνθου, όταν ο ποντικός ακούει το κλικ, πριν αρχίσει να κινείται το παραπέτασμα, και ξανά στο τέλος, όταν βρίσκει τη σοκολάτα.

Αυτές οι εξάρσεις δραστηριότητας είναι τα σημεία όπου ο εγκέφαλος αποφασίζει πότε να παραχωρήσει τον έλεγχο σε μια συνήθεια, και ποια συνήθεια να χρησιμοποιήσει. Για παράδειγμα, πίσω από το παραπέτασμα είναι δύσκολο να ξέρει ο ποντικός αν βρίσκεται μέσα σε έναν γνωστό λαβύρινθο ή σε ένα άγνωστο ντουλάπι με μια γάτα να καραδοκεί απ’ έξω. Για να αντιμετωπίσει αυτή την αβεβαιότητα, ο εγκέφαλος αναλώνει μεγάλη προσπάθεια στην αρχή ενός συμπτύγματος συμπεριφοράς, αναζητώντας κάτι –ένα στοιχείο- που να του δείχνει ποια συνήθεια να χρησιμοποιήσει. Όσο ο ποντικός βρίσκεται πίσω από το παραπέτασμα, αν ακούσει ένα κλικ, ξέρει ότι πρέπει να χρησιμοποιήσει τη συνήθεια του λαβυρίνθου. Αν ακούσει ένα νιαούρισμα, επιλέγει διαφορετικό πρότυπο. Στο τέλος της δραστηριότητας, όταν εμφανίζεται η ανταμοιβή, ο εγκέφαλος ξυπνά και πάλι και βεβαιώνεται ότι όλα εκτυλίχθηκαν όπως τα περίμενε. Αυτή η διεργασία μέσα στον εγκέφαλό μας εκτελείται με έναν κύκλο τριών βημάτων. Πρώτα, εμφανίζεται ένα σήμα, ένα ερέθισμα που λέει στον εγκέφαλό μας να μπει σε αυτόματη λειτουργία, καθώς και ποια συνήθεια πρέπει να χρησιμοποιήσει. Μετά υπάρχει η ρουτίνα, που μπορεί να είναι σωματική, νοητική ή συναισθηματική. Τέλος, υπάρχει μια ανταμοιβή, που βοηθά τον εγκέφαλό μας να αποφασίσει αν αξίζει να θυμάται αυτό τον συγκεκριμένο κύκλο στο μέλλον.

 

 

Με το πέρασμα του χρόνου, αυτός ο κύκλος –σήμα, ρουτίνα, ανταμοιβή· σήμα, ρουτίνα, ανταμοιβή– γίνεται όλο και πιο αυτόματα. Το σήμα και η ανταμοιβή συνδέονται μεταξύ τους μέχρι που εμφανίζεται μια ισχυρή αίσθηση προσδοκίας και λαχτάρας. Τελικά, είτε σε ένα κρύο εργαστήριο του ΜΙΤ είτε στο γκαράζ μας, μια συνήθεια γεννιέται.

Οι συνήθειες δεν είναι πάγιες και αμετάβλητες. Μπορούμε να τις αγνοήσουμε, να τις τροποποιήσουμε ή να τις αντικαταστήσουμε. Όμως η ανακάλυψη του κύκλου της συνήθειας είναι τόσο σημαντική επειδή αποκαλύπτει μια βασική αλήθεια: όταν εμφανίζεται μια συνήθεια, ο εγκέφαλος παύει να συμμετέχει πλήρως στη λήψη αποφάσεων παύει να λειτουργεί τόσο εντατικά, ή εκτρέπει την εστίασή του σε άλλες δραστηριότητες. Αν δεν αντισταθούμε συνειδητά σε μια συνήθεια αν δε βρούμε νέες ρουτίνες, το πρότυπο συμπεριφοράς θα εκτελεστεί αυτόματα. Όμως, αν κατανοήσουμε πώς λειτουργούν οι συνήθειες -αν μάθουμε τη δομή του κύκλου της συνήθειας-, είναι πιο εύκολο να τις ελέγχουμε. Αφού αναλύσουμε μια συνήθεια στα συστατικά της μέρη, μπορούμε να κάνουμε παρεμβάσεις στη λειτουργία της.

«Έχουμε κάνει πειράματα στα οποία εκπαιδεύσαμε ποντικούς να τρέχουν σε ένα λαβύρινθο μέχρι που τους έγινε συνήθεια, και μετά σβήσαμε τη συνήθεια αλλάζοντας τη θέση της ανταμοιβής», μου είπε η Ανν Γκρέιμπιλ, μια επιστήμονας που επέβλεψε πολλά από τα πειράματα που αφορούσαν τα βασικά γάγγλια. «Μια μέρα, βάζου με την ανταμοιβή στην παλιά της θέση, και βάζουμε και τον ποντικό στο λαβύρινθο, και η παλιά συνήθεια επανεμφανίζεται αμέσως. Οι συνήθειες δεν εξαφανίζονται ποτέ τελείως. Είναι κωδικοποιημένες στις δομές του εγκεφάλου μας, και αυτό είναι ένα τεράστιο πλεονέκτημα για μας, γιατί θα ήταν τρομερό αν έπρεπε να ξαναμάθουμε να οδηγούμε κάθε φορά που γυρίζαμε από διακοπές. Το πρόβλημα είναι ότι ο εγκέφαλος δεν μπορεί να καταλάβει τη διαφορά ανάμεσα στις κακές και τις καλές συνήθειες, κι έτσι, αν έχεις μια κακή συνήθεια, εξακολουθεί να καραδοκεί μέσα του περιμένοντας τα κατάλληλα σήματα και ανταμοιβές».

Έτσι εξηγείται γιατί είναι τόσο δύσκολο να αποκτήσουμε τη συνήθεια να γυμναζόμαστε, για παράδειγμα, ή να αλλάξουμε τη δια τροφή μας. Όταν αναπτύξουμε τη ρουτίνα να καθόμαστε στον καναπέ αντί να κάνουμε τζόκινγκ, ή να τσιμπολογάμε κάτι κάθε φορά που μπαίνουμε στην κουζίνα, αυτά τα πρότυπα παραμένουν για πάν ντα στον εγκέφαλό μας. Με τον ίδιο κανόνα, όμως, αν μάθουμε να δημιουργούμε νέες νευρολογικές ρουτίνες, ρουτίνες που υπερνικούν αυτές τις συμπεριφορές -να πάρουμε τον έλεγχο του κύκλου της συνήθειας-, μπορούμε να απωθήσουμε αυτές τις κακές τάσεις στο παρασκήνιο. Άλλωστε, όταν κάποιος δημιουργεί ένα νέο πρότυπο, οι μελέτες έχουν δείξει ότι το να πάει για τζόγκινγκ ή να αγνοήσει τα μπισκότα γίνεται εξίσου αυτόματο με οποιαδήποτε άλλη συνήθεια.

Χωρίς τους κύκλους συνήθειας, ο εγκέφαλός μας θα κατέρρεε, θα πέθαινε υπερφόρτωση από τις μικρολεπτομέρειες της καθημερινής ζωής. Τα άτομα που έχουν υποστεί βλάβες στα βασικά γάγγλια, είτε από κακώσεις είτε από κάποια πάθηση, συχνά παραλύουν νοητικά. Δυσκολεύονται να εκτελέσουν βασικές δραστηριότητες, όπως να ανοίξουν μια πόρτα ή να αποφασίσουν τι να φάνε. Χάνουν την ικανότητα να αγνοούν ασήμαντες λεπτομέρειες. Για παράδειγμα, μια μελέτη έδειξε ότι οι ασθενείς με κακώσεις στα βασικά γάγγλια δεν μπορούσαν να αναγνωρίσουν τις εκφράσεις του προσώπου –ανάμεσά τους και τις εκφράσεις φόβου ή αηδίας– επειδή δεν ήξεραν σε ποιο μέρος του προσώπου να εστιάσουν. Χωρίς τα βασικά γάγγλια, χάνουμε την πρόσβαση σε εκατοντάδες συνήθειες στις οποίες στηριζόμαστε κάθε μέρα. Σταματήσατε σήμερα το πρωί για να αποφασίσετε αν θα δέσετε πρώτα το αριστερό ή το δεξί παπούτσι; Δυσκολευτήκατε να αποφασίσετε αν θα βουρτσίσετε τα δόντια σας πριν ή μετά το ντους: Φυσικά όχι. Αυτές οι αποφάσεις είναι αποτέλεσμα συνήθειας και γίνονται χωρίς προσπάθεια. Εφόσον τα βασικά γάγγλια είναι άθικτα και τα σήματα παραμένουν σταθερά, οι συμπεριφορές εκτελούνται χωρίς να το σκεφτούμε. (Αν και, όταν πάμε διακοπές, μπορεί να ντυθούμε με διαφορετικό τρόπο ή να βουρτσίσουμε τα δόντια μας σε ένα διαφορετικό σημείο της πρωινής μας ρουτίνας χωρίς να το προσέξουμε). Ταυτόχρονα, όμως, η εξάρτηση του εγκεφάλου από τις αυτόματες ρουτίνες μπορεί να είναι επικίνδυνη. Μια συνήθεια συχνά μπορεί να αποδειχθεί είτε ευλογία είτε κατάρα.

 

 

Μέρος Α’: https://www.lecturesbureau.gr/1/habits-are-often-as-much-a-curse-as-a-benefit-part-a-2730a/

 

 

Η ΔΥΝΑΜΗ ΤΗΣ ΣΥΝΗΘΕΙΑΣ

ΤΣΑΡΛΣ ΝΤΑΧΙΓΚ

ΕΚΔΟΣΕΙΣ ΨΥΧΟΓΙΟΣ

 

Εικόνα: https://gr.pinterest.com/pin/AQPqkuCbUZ89IwFQb5Fhn9KF4BmzTrAmAF9yCsSpIE4ZUAbMJrTUNcU/

 



Facebook

Instagram

Follow Me on Instagram