22 Νοέ Ο Αλκιβιάδης διέθετε όλα τα δώρα, όλα τα μέσα… (JACQUELINE DE ROMILLY) | Μέρος Γ’
Η φιλία του Σωκράτη.
Η φιλία μεταξύ του νέου άνδρα και του φιλοσόφου παρουσιάζεται στο Συμπόσιο, διάλογο του Πλάτωνα, με τον οποίον αρχίζει το κεφάλαιο αυτό. Ο δεσμός τους βεβαιώνεται από όλους: από τους διαλόγους και από τις βιογραφίες. Είναι γεγονός ότι ο Σωκράτης αγαπούσε τον Αλκιβιάδη και ο Αλκιβιάδης αγαπούσε τον Σωκράτη. Ακόμα και αν παραβλέψουμε προς στιγμήν την ερωτική πλευρά της σχέσης τους, η σχέση αυτή υποδήλωνε στον νεαρό άνδρα, για ένα τουλάχιστον διάστημα και με αναλαμπές, μια βαθιά διείσδυση του άλλου ιδεώδους που ενσάρκωνε ο Σωκράτης, μια επιθυμία να τον ακολουθήσει στο δρόμο του καλού, μια κατανόηση και εξαιρετικό θαυμασμό. Ύστερα από αυτά, ο Πλάτων επιφόρτισε εκείνον τον αποτυχόντα μαθητή να κάνει το πορτρέτο του δασκάλου του.
Ο ωραίος νεαρός του Συμποσίου μπαίνει και κάθεται κοντά στον οικοδεσπότη. Αμέσως διαπιστώνει, με τρομαγμένη έκπληξη, ότι δίπλα του βρίσκεται ο Σωκράτης. Ανταλλάσσουν ερωτικά πειράγματα. Ο Αλκιβιάδης μαθαίνει περί τίνος μιλούσαν οι συμπότες και αποφασίζει να πλέξει και αυτός το εγκώμιο του Σωκράτη. Αρχίζει αμέσως. Και εδώ έχουμε τις περίφημες εικόνες για τον Σωκράτη που συγκίνησαν γενεές και γενεές αναγνωστών. Σε όλον τον Πλάτωνα δεν υπάρχει, για τον δάσκαλο, κείμενο πιο προσωπικό και πιο βαθύ.
Ο Αλκιβιάδης, δηλαδή, ήταν ικανός να αποδώσει με ζωντανό τρόπο την προσωπικότητα του Σωκράτη. Και, με όσα είπε, ήταν ικανός να συγκινηθεί και να εμπνευστεί από αυτόν.
Τον παραβάλλει κατ’ αρχήν με τα αγάλματα των Σιληνών. Όπως ο Σιληνός, αλλά χωρίς αυλό, ο Σωκράτης θέλγει εκείνους που τον ακούν. Και ο Αλκιβιάδης περιγράφει το αποτέλεσμα των λόγων του: όποιος κι αν είναι ο ακροατής ή εκείνος που επαναλαμβάνει τα λόγια του Σωκράτη «όλοι μένομεν εκστατικοί και αιχμαλωτισμένοι». Ύστερα, μιλώντας για λογαριασμό του δηλώνει: «οσάκις τον ακούω χοροπηδά η καρδιά μου ζωηρότερα πολύ παρά εκείνων που χορεύουν τον παράφορον χορόν των Κορυβάντων, και δάκρυα μου έρχονται από την επίδραση της ομιλίας του. Παρατηρώ δε, πως και άλλοι πάρα πολλοί παθαίνουν τα ίδια». Και αφού άκουσε τον Σωκράτη, είπε: «εδοκίμασα αισθήματα ώστε να πιστεύσω πως δεν άξιζε να ζω εις την θέσιν που είμαι»… «Μ’ αναγκάζει πράγματι να παραδεχθώ ότι ενώ προσωπικώς έχω πολλάς ακόμη ελλείψεις, δεν φροντίζω διά τον εαυτόν μου, αλλ’ ασχολούμαι με των Αθηναίων τας υποθέσεις» (216 α).
Τέλος, ο Σωκράτης είναι σαν τα αγαλματίδια των Σιληνών γιατί στο εσωτερικό του περικλείει μία σοφία πολυτιμότερη από κάθε τι άλλο: « Όταν όμως σοβαρευθεί και ανοίξει το εσωτερικόν του, δεν ξέρω αν έχει κανείς αντικρύσει τ’ αγάλματα μέσα του. Εγώ όμως τ’ αντίκρυσα κάποτε, και μου εφάνταξαν τόσο θεϊκά και χρυσά, τόσον πανέμορφα και εκπληκτικά, ώστ’ έπρεπε χωρίς άλλο να εκτελέσω ο,τιδήποτε μου επέβαλλεν ο Σωκράτης» (Συμπόσιο, 216 e).
Ακολουθεί ένας εκτενής έπαινος για την εγκράτεια του Σωκράτη, την ανεξαρτησία του ως προς τα εξωτερικά πράγματα και για το θάρρος του. Ο έπαινος περιγράφει θαυμάσια τον Σωκράτη, αλλά αποκαλύπτει επίσης και τον Αλκιβιάδη. Μας τον δείχνει να πάλλεται στην επίκληση ενός ηθικού ιδανικού, να συγκινείται με την ιδέα του καλού, να είναι έτοιμος να αλλάξει ζωή, έναν μαθητή πιο ευαίσθητο, πιο ανήσυχο, πιο φλογερό από κάθε άλλον. Ο ωραίος νέος άνδρας, που ήρθε μεθυσμένος, μπορούσε επίσης να μεθύσει από έξαρση για την ανακάλυψη του καλού: «εγώ όμως τα αντίκρυσα κάποτε…» Αυτό είναι ένα ωραίο δώρο που του προσφέρει ο Πλάτων. Κανέναν από όσους μίλησαν προηγουμένως, ούτε κανέναν από τους μαθητές που παρουσιάζονται στους άλλους διαλόγους δεν περιποιήθηκε τόσο γενναιόδωρα. Όποιοι κι αν είναι οι λόγοι αυτής της επιλογής, οι οποίοι Θα αποσαφηνιστούν στο τέλος αυτού του βιβλίου, πρέπει να παραδεχτούμε ότι εδώ υπάρχει η αντανάκλαση πραγματικών σχέσεων και εντυπώσεων που μένουν για πάντα: ο Αλκιβιάδης θα μπορούσε να υποταχτεί σε μία επιρροή, που η γοητεία της είχε τόση δύναμη σε αυτόν.
Θα επανέλθουμε, στο επόμενο κεφάλαιο, στη γοητεία αυτή και στο ερωτικό περιεχόμενο που υποδηλώνει: Εδώ, σε ένα κεφάλαιο που αρχίζει με το Συμπόσιο του Πλάτωνα, έχει ενδιαφέρον να τονίσουμε αυτήν την επί πλέον λάμψη, την τόσο διαφορετική από τις άλλες, η οποία δίνει στο πρόσωπο και στην ακτινοβολία του μία αυξημένη αξία. Ο νέος άνδρας της αρχής δεν ήταν μόνο η εικόνα-τύπος της χρυσής νεότητας.
Η έκφραση όμως «νέος άνδρας» προκαλεί μια τελευταία παρατήρηση. Φανταζόμαστε τον Αλκιβιάδη σαν έναν νέον άνδρα. Και αυτό είναι κάπως το λάθος του Πλάτωνα, αν αυτό το στολίδι παραμένει και προσθέτει στη γοητεία του.
Νεότητα.
Ο Αλκιβιάδης, φυσικά, δεν υπήρξε ποτέ γέρος: πέθανε περίπου πενήντα χρόνων. Την εποχή του Συμποσίου δεν ήταν πια ένας νέος άνδρας. Πρέπει να γεννήθηκε μεταξύ του 452 και του 450. Όταν άρχισε ο Πελοποννησιακός Πόλεμος, μόλις είχε απαλλαγεί από την κηδεμονία του Περικλή. Από τότε είχε το δικό του σπίτι, τους δούλους του. Σε λίγο θα μπορεί να αναλάβει πολιτικές ευθύνες. Ο χαρακτήρας όμως του ανθρώπου παρέμεινε, ως προς αυτό το σημείο, ίδιος με ενός εφήβου, λαμπερού, αναιδέστατου, κάπως ανεύθυνου, και έτσι θα τον φανταζόμαστε πάντοτε. Στο συμπόσιο, η σκηνή υποτίθεται ότι συμβαίνει το 416: ο Αλκιβιάδης είναι λοιπόν τριάντα πέντε χρόνων: του φέρονται όμως όπως σε «ερωμένο», τον οποίον οι άνδρες ενοχλούν με τις προτάσεις τους, και σαν χαϊδεμένο παιδί που μπορεί να λέει οτιδήποτε και του συγχωρούνται τα πάντα. Η εικόνα αυτού του έφηβου έχει, κατά κάποιον τρόπο, χαραχτεί στις εντυπώσεις μας και έχει για πάντα επιβληθεί.
Πρέπει να πούμε ότι το 416, ο Πλάτων ήταν δώδεκα χρόνων. Δεν είχε γνωρίσει τον νεαρό Αλκιβιάδη. Μεταξύ τους υπήρχε διαφορά μιας γενιάς. Η παράδοση όμως για τον Αλκιβιάδη κυριαρχούσε στη φαντασία. Και σε σχέση με τον Σωκράτη, τον έβλεπαν πάντοτε έφηβο. Ο Πλάτων, που δεν είχε ιδιαίτερο σεβασμό στις χρονολογίες, του έδειξε έτσι αδιαφορώντας αν αυτό ήταν πιστευτό.
Πρέπει όμως να προσθέσουμε ότι ο Αλκιβιάδης, καθώς παρέμεινε ωραίος ως την ωριμότητά του, δεν δίστασε ποτέ να ενσαρκώνει τη νεότητα. Αναλαμβάνει τους μεγάλους πολιτικούς ρόλους του μόλις το επιτρέπει η ηλικία του. Και δίνεται με τη δύναμη της νεότητάς του. Αντιτίθεται στον Νικία, συγκεκριμένα το 416, θεωρεί τον εαυτό του νέον και διεκδικεί το δικαίωμα των νέων να μιλούν και να δίνουν χρήσιμες συμβουλές. Αυτό συμβαίνει κατά τη λογομαχία για την εκστρατεία στη Σικελία. Ο Νικίας, που είναι εναντίον της εκστρατείας, προσβάλλει με βίαιο τρόπο τον νεαρό φιλόδοξο, τον Αλκιβιάδη. Αυτός είναι λίγο περισσότερο από πενήντα χρόνων. Και λέει καθαρά τη γνώμη του: «Αν πάλι κάποιος, εδώ, καμαρώνει επειδή τον εκλέξατε στρατηγό και σας παροτρύνει να επιχειρήσετε την εκστρατεία, μη λογαριάζοντας παρά το δικό του συμφέρον, άλλωστε είναι και πάρα πολύ νέος για να γίνει αρχηγός…» Και γενικεύει: «Δεν είναι ανεκτό οι νεότεροι να πάρουν βιαστικές αποφάσεις. Τους βλέπω, τώρα, εγώ, να παρακάθονται εδώ, κινημένοι από τον ίδιο άνθρωπο και τρομάζω και παρακαλώ τους γεροντότερους…». Να λοιπόν, στην Αθήνα του 5ου αιώνα, μία πολύ γνωστή αντίθεση μεταξύ «νέων» και «γέρων». Αρκετά συχνά βρίσκουμε σχετικούς υπαινιγμούς στο θέατρο. Πρόκειται γι’ αυτό που θα ονομάζαμε «κοινωνικό φαινόμενο». Ο Αλκιβιάδης όμως δεν επιτρέπει στον εαυτό του να φοβάται. Ναι, είναι νέος. Μιλάει για τις επιτυχίες του και δηλώνει: «Αυτά κατόρθωσαν τα νιάτα μου και αυτό που θεωρείται υπερβολική παρατολμία μου. Βρήκα τα λόγια τα σωστά για να δημιουργήσω δεσμούς με πολιτείες της Πελοποννήσου και ο ενθουσιασμός μου τους παρέσυρε να με ακολουθήσουν. Αλλά και τώρα μη φοβηθείτε τα νιάτα μου..». Πιο πέρα, στο λόγο του, επανέρχεται με κάποια περιφρόνηση: «Δεν πρέπει να εντυπωσιαστείτε από τα όσα λέει ο Νικίας, που συμβουλεύει αδράνεια και προσπαθεί, προκαλώντας έριδες μεταξύ νέων και γέρων, να σας αποτρέψει από την εκστρατεία. Αλλά κατά τη συνηθισμένη τάξη, όπως έκαναν και οι πατέρες μας, που συσκέπτονταν νέοι και γέροι μαζί και έφεραν τα πράγματα της πολιτείας σε τόση περιωπή (…) Σκεφτείτε ότι η νεότητα και τα γηρατειά δεν μπορούν να κάνουν τίποτε αν δεν ενεργήσουν μαζί.»
Όπως στο Συμπόσιο, η νεότητα εξακολουθεί να είναι το γνώρισμα αυτού του άνδρα των τριάντα πέντε χρόνων, και η νεότητα αυτή γίνεται στα χέρια του ένα καινούργιο πλεονέκτημα, ένα καινούργιο μέσον να γοητεύει τα άτομα και τα πλήθη, ένα καινούργιο μέσον να αποβαίνουν όλα προς όφελός του. Όλα ήταν δικά του. Και είχε πολλά. Πώς να μην σκεφτεί ότι αυτός ήταν το πρόσωπο που κυριαρχούσε; Αποτελεί λοιπόν ένα παράδειγμα πιο αξιόλογο από κάθε άλλο που αξίζει να το σκέφτεται κανείς πάντα. Σε όλες τις εποχές έχουμε δει λαμπρούς έφηβους που ανήκουν σε μια χρυσή νεότητα. Ξέρουμε νέους άνδρες προικισμένους με όλα τα δυνατά προσόντα για να πλησιάσουν την πολιτική. Ο Αλκιβιάδης όμως ξεπερνά τα όρια. Η ευγενής καταγωγή του, το κάλλος του, η τόλμη του δεν είχαν το όμοιό τούς. Επί πλέον, η πατρίδα του βρίσκεται στην υψηλότερη βαθμίδα δύναμης και καλλιέργειας. Και η φιλοδοξία του δεν γνωρίζει κανένα μέτρο. Εξάλλου, εκείνος που θα ήθελε να τον τραβήξει προς το καλό είναι ο δάσκαλος, ο πολύ απαιτητικός, από δική του ανάγκη, για το απόλυτο και τη δικαιοσύνη. Στη ζωή του Αλκιβιάδη υπάρχει ένα είδος παραδειγματικής αξίας που την κάνει συμβολική και αξέχαστη. Αποκτά μια έννοια για όλες τις εποχές, όπως επίσης και για τη δική μας, και ίσως περισσότερο από οποιαδήποτε άλλη. Ο Αλκιβιάδης, σαν εικόνα της προσωπικής φιλοδοξίας, σε μία δημοκρατία που βρίσκεται σε κρίση, φωτίζει με τη γοητεία και τα σκάνδαλά του τις δικές μας κρίσεις – ακόμα και αν ο Αλκιβιάδης δεν ανήκει στους σύγχρονούς πολιτικούς.
Πράγματι, σαν σε σχεδιάγραμμα, βλέπουμε τη μοίρα του να τον παρασύρει, και να παρασύρει την Αθήνα. Αυτό αρχίζει με τα μικρά σκάνδαλα ενός αλαζονικού ατομικισμού, για να συνεχιστεί με τις κινήσεις μιας θρασύτατης πολιτικής – μέχρι την ημέρα που τα σκάνδαλα θα ξεσπάσουν πάνω του βίαια. Σε μια δημοκρατία, το σκάνδαλο είναι και υπήρξε πάντοτε, επικίνδυνο.
Τα σκάνδαλα του Αλκιβιάδη άρχισαν νωρίς και προχώρησαν μακριά.
Μέρος Α’: https://www.lecturesbureau.gr/1/alcibiades-had-all-the-gifts-all-the-means-part-a-1981a/
Μέρος Β’: https://www.lecturesbureau.gr/1/alcibiades-had-all-the-gifts-all-the-means-part-b-1981b/
ΑΛΚΙΒΙΑΔΗΣ
JACQUELINE DE ROMILLY
ΕΚΔΟΣΕΙΣ ΤΟ ΑΣΤΥ
Εικόνα: https://en.wikipedia.org/wiki/Alcibiades