fbpx

ΚΑΤΑΠΛΟΥΣ Ἤ ΤΥΡΑΝΝΟΣ (ΛΟΥΚΙΑΝΟΣ) | Μέρος Β’

ΚΑΤΑΠΛΟΥΣ Ἤ ΤΥΡΑΝΝΟΣ (ΛΟΥΚΙΑΝΟΣ) | Μέρος Β’

ΜΕΓΑΠΕΝΘΗΣ
Θέλω να μάθω με ποιο τρόπο θα εξελιχτούν τα πράγματα μετά από μένα.

ΚΛΩΘΩ
Άκουσέ τα· και μαθαίνοντάς τα θα λυπηθείς ακόμη περισσότερο. Τη γυναίκα σου θα την πάρει ο Μίδας ο δούλος σου, μια και από καιρό μοίχευε μαζί της.

ΜΕΓΑΠΕΝΘΗΣ
Ο καταραμένος, που εγώ με την δική της προτροπή τον άφησα ελεύθερο;

ΚΛΩΘΩ
Η θυγατέρα σου θα συμπεριληφθεί στις παλλακίδες του τωρινού τυράννου. Κι οι ζωγραφιές και τα αγάλματα που η πόλη έστησε τιμώντας σε, όλα αναποδογυρισμένα από καιρό, θα προκαλούν το γέλιο σε όσους τα βλέπουν.

ΜΕΓΑΠΕΝΘΗΣ
Για πες μου, από τους φίλους μου δεν αγανακτεί κανείς για όσα γίνονται;

ΚΛΩΘΩ
Και ποιος ήταν φίλος σου; Και για ποιο δίκαιο λόγο να γίνει; Δεν ξέρεις ότι όλοι αυτοί που σε προσκυνούσαν και επαινούσαν το καθετί που έλεγες και έκανες συμπεριφέρονταν έτσι είτε από τον φόβο είτε από τις ελπίδες που είχαν, επειδή ήταν απλώς φίλοι της εξουσίας και νοιάζονταν μόνο για την εκμετάλλευση της κάθε ευκαιρίας;

ΜΕΓΑΠΕΝΘΗΣ
Κι όμως, όταν έκαναν σπονδές στα συμπόσια, μου εύχονταν μεγαλόφωνα πολλά καλά πράγματα, έτοιμος ο καθένας τους να πεθάνει πριν από μένα, αν ήταν δυνατό· και γενικά ορκίζονταν στο όνομά μου.

ΚΛΩΘΩ
Ε, λοιπόν χθες πέθανες τρώγοντας στο τραπέζι που σου έκανε ένας από αυτούς. Εκείνο το τελευταίο που σου φέρανε να πιεις, εκείνο σε έστειλε εδώ πέρα.
Είναι ήδη καιρός να παρουσιαστείς στο δικαστήριο.

ΜΕΓΑΠΕΝΘΗΣ
Και ποιος θα τολμήσει να αποφασίσει με ψήφο εναντίον ενός τυράννου;

ΚΛΩΘΩ
Εναντίον τυράννου κανείς, αλλά εναντίον νεκρού ο Ραδάμανθης, τον οποίο θα δεις αμέσως, εξαιρετικά δίκαιο, να επιβάλλει στον καθένα την τιμωρία που του αξίζει. Προς το παρών όμως μην καθυστερείς.

ΜΕΓΑΠΕΝΘΗΣ
Κάνε με ακόμη κι έναν απλό άνθρωπο, Μοίρα μου, έναν από τους φτωχούς, ακόμη και δούλο, αντί για βασιλιά, που ήμουν στο παρελθόν. Άσε με μόνο να επιστρέψω στη ζωή.

ΜΙΚΥΛΛΟΣ
Πες μου, Κλωθώ, για μένα δεν θα γίνει κανένας λόγος; Ή μήπως, επειδή είμαι φτωχός, θα πρέπει
γι’ αυτό και να επιβιβαστώ τελευταίος;

ΚΛΩΘΩ
Εσύ πάλι ποιος είσαι;

ΜΙΚΥΛΛΟΣ
Ο τσαγκάρης Μίκυλλος.

ΚΛΩΘΩ
Κι έπειτα στεναχωριέσαι που καθυστερείς;
Δεν βλέπεις πόσα υπόσχεται να μας δώσει ο τύραννος, αν τον αφήσουμε για λίγο;
Έκπληκτη έχω μείνει που δεν σου αρέσει η καθυστέρηση.

ΜΙΚΥΛΛΟΣ

Άκουσέ με, αξιότιμή μου Μοίρα.
Οι ζωές μας είναι, όπως λένε, εκ διαμέτρου αντίθετες.
Ο τύραννος από τη μια μεριά, που φαίνεται να είναι ευτυχισμένος στη ζωή του, σκορπώντας σε όλους τον φόβο και τον θαυμασμό, αφήνει πίσω του τόσο πολύ χρυσάφι και ασήμι και ρούχα και άλογα και φαγοπότια και παιδιά στον ανθό τους και όμορφες γυναίκες, ώστε είναι φυσικό να στεναχωριέται και να αγανακτεί που αποσυνδέεται απ’ αυτά. Κι εγώ δεν ξέρω πως η ψυχή προσκολλάται σε τέτοια πράγματα, σαν να έχουν κολλητική ουσία, και δεν θέλει να απομακρυνθεί εύκολα, ακριβώς επειδή από καιρό έχει λιώσει και συγκολληθεί μαζί τους· ή καλύτερα σαν να υπάρχει ένας άλυτος δεσμός, με τον οποίο συμβαίνει αυτοί να είναι συνδεμένοι.
Άσε που, αν τους τραβήξει κανείς με την βία, στριγγλίζουν και ικετεύουν και, ενώ σε άλλες περιπτώσεις ήταν αλαζόνες, αποδεικνύονται δειλοί σ’ αυτόν τον δρόμο που οδηγεί στον Άδη.
Εγώ όμως, επειδή δεν είχα κανένα αποκούμπι στη ζωή μου, ούτε χωράφι, ούτε διαμέρισμα, ούτε χρυσάφι, ούτε εργαλεία, ούτε δόξα, ούτε αγάλματα, ήταν φυσικό να είμαι έτοιμος, και αμέσως μόλις η Άτροπος μού έκανε νόημα, χαρούμενος πέταξα το κοπίδι και τη σόλα – γιατί κρατούσα στα χέρια μου μια μπότα – πετάχτηκα επάνω αμέσως, και ξυπόλυτος, χωρίς καν να πλύνω τη μουντζούρα, ακολούθησα, ή καλύτερα προχώρησα πρώτος κοιτάζοντας μπροστά.
Άλλωστε τίποτε από όσα άφησα πίσω μου δεν τραβούσε την προσοχή μου, ούτε με καλούσε να γυρίσω. Και, μα τον Δία, ήδη όλα τα δικά σας καλά τα βλέπω· και το γεγονός ότι όλοι έχουν τα ίδια δικαιώματα, και κανένας δεν διαφέρει από τον διπλανό του, μου φαίνεται εξαιρετικά ευχάριστο.
Συμπεραίνω βέβαια ότι εδώ δεν θα υπάρχει απαίτηση εξόφλησης των χρεών από τους οφειλέτες, ούτε πληρωμή φόρων, και το σημαντικότερο, ότι δεν θα κρυώνει κανείς τον χειμώνα, ούτε θα αρρωσταίνει, ούτε θα τον χαστουκίζουν οι ισχυρότεροί του.
Επικρατεί πλήρης ειρήνη και τα πράγματα είναι τελείως ανάποδα: εμείς οι φτωχοί γελάμε, ενώ οι πλούσιοι στεναχωριούνται και θρηνούν.

ΚΛΩΘΩ
Από ώρα όμως, Μίκυλλε, σε έβλεπα να γελάς.
Τι ήταν αυτό που περισσότερο σου προξενούσε γέλιο;

ΜΙΚΥΛΛΟΣ
Άκουσέ με, εξαιρετικά αξιότιμη θεά μου.
Επειδή επάνω κατοικούσα κοντά σε έναν τύραννο, έβλεπα με κάθε λεπτομέρεια όσα γίνονταν γύρω του, και μου φαινόταν τότε ότι είναι ίσος με θεό. Τον καλοτύχιζα βλέποντας την λαμπρότητα της πορφύρας και το πλήθος των ακολούθων και το χρυσάφι και τα ποτήρια με τα πολύτιμα πετράδια και τα κρεβάτια με τα ασημένια πόδια. Επίσης, η τσίκνα από τα φαγητά που του ετοίμαζαν για το δείπνο με βασάνιζε, με αποτέλεσμα ο άντρας αυτός να μου φαίνεται υπεράνθρωπος και τρισευτυχισμένος και σχεδόν ωραιότερος και ψηλότερος έναν ολόκληρο βασιλικό πήχυ, καθώς περηφανευόταν για την τύχη του και εμφανιζόταν με μεγαλοπρέπεια και καμάρωνε γέρνοντας προς τα πίσω και εντυπωσίαζε όσους συναντούσε.
Όταν όμως πέθανε, και εκείνος μου φάνηκε γελοιότατος, καθώς ξεντύθηκε την πολυτέλειά του, και ακόμη περισσότερο γελούσα με τον εαυτό μου, που θαύμαζα ένα τέτοιο κάθαρμα, διαμορφώνοντας γνώμη για την ευτυχία του από την τσίκνα των φαγητών και καλοτυχίζοντάς τον για το πορφυρό αίμα των κοχυλιών στη θάλασσα της Λακωνίας.
Και όχι μόνο αυτόν, αλλά βλέποντας και τον δανειστή Γνίφωνα, να αναστενάζει και να μετανιώνει που δεν απόλαυσε τα χρήματά του, αλλά πέθανε χωρίς να τα χαρεί καθόλου, αφήνοντας την περιουσία του στον άσωτο Ροδοχάρη – γιατί αυτός ήταν ο κοντινότερος συγγενής και ο πρώτος που είχε κληρονομικά δικαιώματα, σύμφωνα με τον νόμο -, δεν ήξερα πως να σταματήσω τα γέλια μου, και μάλιστα όταν θυμόμουν ότι πάντα ήταν χλωμός και απεριποίητος, με το μέτωπό του γεμάτο φροντίδες και πλούσιος μόνο στα δάχτυλά του, με τα οποία μετρούσε τάλαντα και ποσά αναρίθμητα, μαζεύοντας σιγά σιγά αυτά που σε λίγο θα διασκορπιστούν από τον καλότυχο Ροδοχάρη.
Αλλά γιατί δεν ξεκινάμε; Άλλωστε και κατά τη διάρκεια του ταξιδιού θα γελάσουμε για τα υπόλοιπα, βλέποντας τους αυτούς να θρηνούνε.

ΚΛΩΘΩ
Επιβιβάσου για να τραβήξει ο περαματάρης άγκυρα.

ΚΥΝΙΣΚΟΣ
Χάροντα, το σωστό είναι να σου πω από τώρα την αληθεια.
Εγώ δεν μπορούσα να έχω οβολό για να σου δώσω στο τέλος του ταξιδιού. Δεν διαθέτω τίποτε άλλο εκτός από το σακούλι που βλέπεις και αυτό εδώ το ξύλο. Κατά τα άλλα είμαι έτοιμος να χειριστώ την αντλία, αν θέλεις, και να κωπηλατήσω. Δεν θα έχεις κανένα παράπονο, αν μου δώσεις ένα καλοφτιαγμένο και γερό κουπί.

ΧΑΡΟΝΤΑΣ
Να κωπηλατήσεις. Και μόνο αυτό μου αρκεί από σένα.

ΚΥΝΙΣΚΟΣ
Μήπως θα χρειαστεί να κρατάω και τον ρυθμό;

ΧΑΡΟΝΤΑΣ
Ναι, μα τον Δία, αν ξέρεις κάποιο ρυθμικό ναυτικό τραγούδι.
Ακολουθεί γ’ μέρος

 

 

Μέρος Α’: http://www.lecturesbureau.gr/1/tyrant-loykianos-part-a-1120/

Μέρος Γ’: http://www.lecturesbureau.gr/1/tyrant-loykianos-part-c-1122/
Σάτιρα θανάτου και κάτω κόσμου

ΛΟΥΚΙΑΝΟΣ

Εκδόσεις ΖΗΤΡΟΣ



Facebook

Instagram

Follow Me on Instagram