
15 Οκτ ΡΙΧΑΡΔΟΣ Γ’ ΤΗΣ ΑΓΓΛΙΑΣ
Ο «Πόλεμος των Δύο Ρόδων» (Wars of Roses) έλαβε χώρα από το 1455 έως το 1485, και ήταν μια σειρά ιδιαίτερα βίαιων και αιματηρών πολέμων της Αγγλικής ιστορίας, μεταξύ του οίκου των Λάνκαστερ και του οίκου της Υόρκης, αποτέλεσμα των οποίων ήταν να περιέλθει ο αγγλικός θρόνος από τους Πλανταγενέτες στους Τυδώρ. Οι πόλεμοι έλαβαν αυτήν την ονομασία, πολλά χρόνια αργότερα, από τα αποδιδόμενα στους δύο αντιμαχόμενους οίκους εμβλήματα, το λευκό ρόδο της Υόρκης και το κόκκινο ρόδο των Λάνκαστερ. Ο τελευταίος βασιλιάς εκ της δυναστείας των Πλανταγενετών ήταν ο Ριχάρδος Γ’.
Ο Richard III γεννήθηκε στις 28 Οκτωβρίου 1452 στο Forthering Castle του Northamptonshire. Ήταν βασιλιάς της Αγγλίας από το 1483 έως το 1485. Η ήττα του στη μάχη του Πεδίου Μπότσγουερθ (Botsworth Field) το 1485, από τον Ερρίκο των Τυδώρ, αργότερα βασιλιά Ερρίκο Ζ’, απετέλεσε καθοριστικό γεγονός στους πολέμους των Ρόδων, καθώς επέφερε την πτώση της δυναστείας των Πλανταγενετών από το θρόνο και σήμανε το τέλος των «Μέσων Χρόνων» για την Αγγλία. Αλλά, ας πάρουμε τα πράγματα απο την αρχή.
Εν συνόψει, ο Ριχάρδος, μετά το θάνατο του αδελφού του βασιλιά Εδουάρδου Δ’ το 1483, διετέλεσε αντιβασιλιάς και Λόρδος Προστάτης για λογαριασμό του ανήλικου ανεψιού του, βασιλιά Εδουάρδου Ε’. Όμως σύντομα, μέσα σε διάστημα δύο μηνών, ο Ριχάρδος ανέτρεψε τον ανεψιό του, τον φυλάκισε στον Πύργο του Λονδίνου μαζί με τον αδελφό του Ριχάρδο και σφετερίστηκε το θρόνο, παρότι είχε κανονιστεί η στέψη του Εδουάρδου για τις 22 Ιουνίου, και ανακηρύχθηκε βασιλιάς Ριχάρδος Γ’ της Αγγλίας στις 6 Ιουλίου 1483. Κατα τη διάρκεια της βασιλείας του έγιναν δύο σημαντικές εξεγέρσεις, η πρώτη το 1483 με τον Ερρίκο Στάφορντ, 2ο κόμη του Μπάκινγκχαμ που καταστάλθηκε με την εκτέλεση του τελευταίου, και, η δεύτερη, το 1485 με τον Ερρίκο Τυδώρ, 2ο Κόμη του Ρίτσμοντ και του θείου του Τζάσπερ. Ο Ριχάρδος έπεσε στο πεδίο της μάχης του Μπότσγουερθ οπότε έληξε και η δυναστεία των Πλανταγενετών.
Ο Ριχάρδος ήτανε νεότερος γιός του Ριχάρδου της Υόρκης και της Σέσιλ Νέβιλ. Σε μικρή ηλικία εστάλη στο Κάστρο του Γουενσλιντέιλ υπό την κηδεμονία του Ριχάρδου Νέβιλ, 16ου Κόμη του Γουώρικ. Την εποχή του θανάτου του πατέρα του και του αδελφού του Εδμόνδου στη μάχη του Γουέικφιλντ, ο Ριχάρδος ήταν ακόμη παιδί, υπό την επίβλεψη του Γουώρικ. Κατά τη διάρκεια της βασιλείας του αδελφού του Εδουάρδου Δ’, απέδειξε τις ικανότητές του ως στρατιωτικός αρχηγός και ανταμείφθηκε με πολλά εδάφη στη Βόρεια Αγγλία, καθώς και τον τίτλο του Δούκα του Γκλώστερ. Έγινε ο ισχυρότερος και πλουσιότερος ευγενής της εποχής του και ήταν ο ισχυρότερος βοηθός του Εδουάρδου Δ’, σε αντίθεση με τον άλλο τους αδελφό Γεώργιο Πλανταγενέτη, πρώτο Δούκα του Κλάρενς, που εκτελεστηκε για προδοσία.
Με το θάνατο του αδελφού του Εδουάροου Δ’στις 9 Απριλίου 1483, οι δυο γιοι του τελευταίου ήταν ακόμα ανήλικοι: ο διάδοχός του, βασιλιάς Εδουάρδος Ε’ήταν μόλις 12 ετών και ο μικρότερος αδελφός του Ριχάρδος της Υόρκης 9. Ο Ριχάρδος εκτόπισε τους φρουρούς τους, τους φυλάκισε, τους εκτέλεσε δημιουργώντας το θρύλο των «Princes in the Tower» (ΙΙρίγκιπες στον Πύργο) και ανέλαβε ο ίδιος τη φύλαξή τους, με μελλοντικά σχέδια να εκτελέσει και τους ίδιους τους Πρίγκιπες σε κατάλληλο χρόνο. Από κει και πέρα, όλοι οι επισκέπτες που έφταναν να δουν τον ανήλικο βασιλιά, δολοφονούνταν, ενώ παντού κυκλοφορούσαν φήμες ότι ο Ριχάρδος φόνευσε επίσης και τους ίδιους τους ανεψιούς του.
Ο Ριχάρδος, τελικά,συγκάλεσε το Κοινοβούλιο και ανακήρυξε τους ανεψιούς του νόθα παιδιά του αδερφού του Εδουάρδου Δ’. Για να πετύχει το σκοπό του, χρησιμοποίησε τη μαρτυρία ενός επισκόπου, που δήλωσε ότι πάντρεψε τον Εδουάρδο Δ’ με την Ελεονώρα Μπάτλερ, η οποία ζούσε όταν παντρεύτηκε την Ελισάβετ Γούντβιλ. Έτσι, ο Ριχάρδος, μέσω του Κοινοβουλίου, ανακηρύχθηκε νόμιμος βασιλιάς στις 26 Ιουνίου 1483 και τον Ιούλιο έγινε και τυπικά η στέψη του στο Αββαείο του Γουεστμίνστερ. Όμως, η φήμη ότι σκότωσε τους ανήλικους ανεψιούς του, τον έκαμε μισητό στο λαό.
Ο Ριχάρδος Γ’στις 22 Αυγούστου 1485 αντιμετώπισε τις δυνάμεις του Ερρίκου Τυδώρ που είχε στρατοπεδεύσει στην Ουαλία με μικρή δύναμη Γάλλων στρατιωτών, στη μάχη του Μπόσγουερθ. Αν και ο στρατός του Ριχάρδου ήταν μεγαλύτερος από εκείνο του Ερρίκου, κατά τη διάρκεια της μάχης εγκατελείφθη από τους συμμάχους του, τον Τόμας Στάνλεϊ, 1ο Κόμη του Ντάρμπι, τον Γουλιέλμο Στάνλεϊ και τον Ερρίκο Πέρσι, οι οποίοι πήγαν στο στρατόπεδο του αντιπάλου. Οι δυνάμεις του διελύθηκαν και η συντριβή του ήταν βέβαιη. Όμως ο Ερρίκος Τυδώρ βρήκε τα πράγματα πολύ δυσκολότερα από όσο υπολόγιζε, αφού ο Ριχάρδος Γ’ αρνήθηκε να εγκαταλείψει τη μάχη και πολέμησε σκληρά και με μεγάλη γενναιότητα, σε ένα συντριπτικά πια άνισο αγώνα, αν και έμεινε χωρίς άλογο. Είναι χαρακτηριστική μάλιστα η φράση που εξεστόμισε όταν τραυματίστηκε το άλογό του «My kingdom for a horse» (To βασίλειό μου για ένα άλογο). Συνέχισε και κατάφερε μόνος να σκοτώσει τους ακολούθους του Ερρίκου Τυδώρ, ενώ ο ίδιος σκοτώθηκε λίγο πριν φτάσει στον Ερρίκο. Ηταν ο τελευταίος Άγγλος βασιλιάς που σκοτώθηκε σε Αγγλικό έδαφος.
Το νεκρό σώμα του περιφέρθηκε στους δρόμους και τάφηκε στη εκκλησία του Λέστερ, όπου, κατά μία παράδοση, με τη διάλυση της μονής, τα οστά του ρίχτηκαν στο διπλανό ποταμό Σόαρ, ενώ σύμφωνα με άλλες φήμες, βρίσκονται ακόμη στο Λέστερ. Η δεύτερη αυτή εκδοχή απεδείχθη αληθινή, όταν πρόσφατα, το 2012 βρέθηκε από αρχαιολόγους ένας ανθρώπινος σκελετός, κάτω από ένα πάρκινγκ στο Λέστερ. Το 2013 επιστήμονες του Πανεπιστημίου του Λέστερ ανακοίνωσαν, μετά από τεστ DNA, πως είναι βέβαιοι ότι έχουν βρει το κρανίο του Ριχάρδου Γ’. Αυτό επιβεβαιώθηκε οριστικά πολύ πρόσφατα, στις 4 Νοεμβρίου 2014.
Σχετικά με το τέλος της δυναστείας των Πλανταγενετών, θα πρέπει να σημειωθεί ότι τον Ριχάρδο Γ’τον διαδέχτηκε ο ίδιος ο νικητής του, Ερρίκος Τυδώρ, ως Ερρίκος Ζ’, ο οποίος και νομιμοποίησε τη διαδοχή του αφού παντρεύτηκε την Ελισάβετ της Υόρκης και ένωσε έτσι τους οίκους των δύο Ρόδων. Ο Ριχάρδος είχε παντρευτεί την Άννα Νέβιλ, κόρη του Κόμη του Γουώρικ, η οποία είχε παντρευτεί στον πρώτο της γάμο, στις 12 Ιουνίου 1472, τον Εδουάρδο του Γουεστμίνστερ, γιό του Ερρίκου ΣΤ’. Είχε μαζί της ένα γιο, τον Εδουάρδο Πλανταγενέτη (1473-1484), που πέθανε νεότατος σε ηλικία 11 ετών, αμέσως μετά αφού πήρε τον τίτλο του πρίγκιπα της Ουαλίας .
Μετά το θάνατο του ανήλικου γιου του, ο Ριχάρδος Γ’όρισε ως διάδοχό του τον Εδουάρδο, Κόμη του Γουώρικ, νεότερο γιο του αδελφού του Δούκα του Κλάρενς και της Άννας Νέβιλ που εκτελέστηκε το 1499 με διαταγή του Ερρίκου Ζ'(!). Με την πτώση του τελειώνει για την Αγγλία η δυναστεία των Πλανταγενετών, που βασίλεψε από το 1154 με την άνοδο στην εξουσία του Ερρίκου Β’.
Ο Ριχάρδος Γ’παρουσιάζεται με μελανά χρώματα υπερβολής από τους διαδόχους του, τους Τυδώρ, πολλές φορές όμως, ψευδή, προκειμένου οι τελευταίοι να δικαιολογήσουν την ανατροπή του.
Όσον αφορά στην υστεροφημία του, το «Council of the North» (Συμβούλιο του Βορρά) που ήταν δημιούργημα του Ριχάρδου πριν γίνει βασιλιάς, περιγράφεται σαν «ένας σπουδαίος θεσμικός νεωτερισμός». Θεωρείται ότι είχε βελτιώσει σημαντικά τις συνθήκες ζωής στη Βόρεια Αγγλία, αφού μ’ αυτό, τουλάχιστον στη θεωρία, σκόπευε να διατηρήσει την ειρήνη και να τιμωρήσει τους παραβάτες του νόμου, καθώς και να λύσει προβλήματα γεωκτησίας. Φέρνοντας την περιφερειακή διακυβέρνηση της Αγγλίας κάτω από τον έλεγχο της κεντρικής διοίκησης, το σύστημα αυτό έχει περιγράφει ως «το πιο ανθεκτικό μνημείο» του Βασιλέως, αφού επέζησε αμετάβλητο ως το 1641.
Το Δεκέμβριο 1483 ο Ριχάρδος ίδρυσε αυτό που αργότερα έγινε γνωστό ως «Court of Requests» (Δικαστήριο Αιτημάτων), ένα δικαστήριο όπου πτωχοί πολίτες που δεν μπορούσαν να ανταπεξέλθουν στα έξοδα νομικής εκπροσώπησης, θα μπορούσαν να αιτηθούν για την ακρόαση των παραπόνων τους. Επί πλέον τον Ιανουάριο 1484, ο Ριχάρδος Γ’βελτίωσε τους όρους χρηματικής εγγύησης για προσωρινή αποφυλάκιση για να προστατεύσει τους θεωρούμενους ως ύποπτους εγκληματίες από τη φυλάκιση, πριν αυτοί δικαστούν, και να προστατεύσει την περιουσία τους από κατάσχεση κατά τη διάρκεια αυτής της περιόδου. Επίσης ίδρυσε το «College of Arms» (Κολέγιο των ‘Οπλων) το 1484, απαγόρευσε τους περιορισμούς στις εκδόσεις και πωλήσεις βιβλίων, και παρήγγειλε τη μετάφραση των γραπτών Νόμων και Διατάξεων, από τα παραδοσιακά Γαλλικά στα Αγγλικά.
Σχετικά με το όνομα που «άφησε», ο Ριχάρδος Γ’ ήταν ένα αμφιλεγόμενο πρόσωπο. Κατά τη διάρκεια της βασιλείας του, ο ιστορικός John Rous τον επήναισε ως «ένα καλό άρχοντα που τιμώρησε τους καταπιεστές του λαού και σαν ένα άτομο που είχε καλή καρδιά, καθώς και ένα άνθρωπο που έχαιρε υπολήψεως στην ιδιωτική του ζωή και τις δημόσιες δραστηριότητές του». Παρ’ όλα αυτά, ο Ριχάρδος Γ’σε όλη του τη ζωή ήταν αντικείμενο επιθέσεων, ενώ ο William Camden αναφέρει ότι «αν και έζησε ένα άσχημο βίο, εν τούτοις θέσπισε καλούς νόμους, για τη διευκόλυνση και την ανακούφιση του λαού».
Αλλά το είδωλο του Ριχάρδου ως αδίστακτου σφετεριστού της εξουσίας, παρέμεινε ως κυρίαρχο κατά το 18ο και 19ο αιώνα. Ο David Hume τον περιγράφει σαν ένα άνδρα που προσποιούταν για να αποκρύψει «τη σφοδρή και άγρια φύση του, και που εγκατέλειψε όλες τις αρχές τιμής και ανθρωπιάς». Αλλά ο Hume αναγνωρίζει ότι ορισμένοι ιστορικοί επιχειρηματολογούν ότι «ήταν πολύ καταρτισμένος στα θέματα διοίκησης, εάν βεβαίως αυτή περιήλθε εις χείρας του νομίμως, και ότι δεν διέπραξε εγκλήματα, πέρα από αυτά που ήταν αναγκαία να τον κρατήσουν στην εξουσία».
Οι ιστορικοί του 20ού αιώνα δεν είχαν την τάση να επικρίνουν το Ριχάρδο Γ’σχετικά με την ηθική του υπόσταση, αλλά έβλεπαν τις πράξεις του σαν ένα προϊόντων ασταθών καιρών που έζησε. Κατά πως γράφει ο Charles Ross «το τέλος του 15ου αιώνα στην Αγγλία, σήμερα αντιμετωπίζεται ως μια σκληρή και βίαιη εποχή, όσον αφορά στα ανώτερα στρώματα της κοινωνίας, πλήρης από ιδιωτικές έχθρες και εκδικήσεις, εκφοβισμούς και αρπαγές της γης, ώστε, η θεώρηση της ζωής και της σταδιοδρομίας του Ριχάρδου Γ’απέναντι σ’ αυτό το υπόβαθρο, τείνει να τον απομακρύνει από τη μόνη όψη, αυτή της «Villainy Incarnate» (Προσωποποίησης του Παλιανθρώπου ) που τον έχει τοποθετήσει ο Σαίξπηρ. Όπως οι περισσότεροι άνθρωποι, διείπετο από τα πρότυπα της εποχής του». Στο πνεύμα αυτό, το 1924 ιδρύθηκε η «Richard III society» (Εταιρεία Ριχάρδου Γ’) ως «Η Εταιρεία του Λευκού Κάπρου», και είναι η αρχαιότερη από αρκετές ομάδες αφοσιωμένες στη βελτίωση της φήμης του.
Ο Ριχάρδος Γ’υπήρξε το αντικείμενο του μυθιστορηματικού ιστορικού θεατρικού έργου «Ριχάρδος Γ’» του Γουίλλιαμ Σαίξπηρ. Αλλά πέραν του Σαίξπηρ, ο Ριχάρδος Γ’εμφανίζεται και σε πολλές άλλες λογοτεχνικές εργασίες. Μια ταινία, προσαρμογή στην τραγωδία του Σαίξπηρ «Ριχάρδος Γ’» είναι η εκδοχή του 1955 που έφτιαξε ως παραγωγός και σκηνοθέτης ο Λόρδος Laurence Olivier, ο οποίος έπαιξε επιπλέον και τον κεντρικό ρόλο. Το θεατρικό έργο έχει επίσης προσαρμοστεί πολλές φορές για να παιχθεί στην τηλεόραση. Ήταν βέβαια αναμενόμενο ότι ο Ριχάρδος Γ’ την περίοδο των Τυδώρ δυσφημίστηκε σε έργα όπως, λόγου χάριν, η τραγωδία του Σαίξπηρ “Ριχάρδος Γ’”. Εξάλλου ο ισχυρισμός του Σαίξπηρ και άλλων ότι ο Ριχάρδος ήταν κυφός (καμπούρης), δεν επιβεβαιώνεται, ούτε από τις προσωπογραφίες του, ούτε από τις αναφορές των συγχρόνων του. Υπάρχουν όμως ενδείξεις ότι ο ένας ώμος του ήταν ελαφρώς υψηλότερος από τον άλλον.
ΜΕΓΑΛΟΦΥΕΙΣ ΚΑΙ ΑΔΙΚΟΧΑΜΕΝΟΙ
ΑΥΤΟΙ ΠΟΥ ΑΓΑΠΟΥΣΑΝ ΟΙ ΘΕΟΙ
ΠΑΝΤΕΛΗΣ ΖΩΙΟΠΟΥΛΟΣ
ΕΚΔΟΣΕΙΣ ΑΡΜΟΣ
Εικόνα: A new painting of Kevin Spacey as Richard III by portraitist Jonathan Yeo will go on display at the National Portrait Gallery | http://i.telegraph.co.uk/multimedia/archive/02575/Kevin-Spaceycrop_2575783b.jpg