08 Απρ ΔΙΑΣΗΜΟΙ ΟΛΛΑΝΔΟΙ ΖΩΓΡΑΦΟΙ – 4. Frans Hals
Ο Φρανς Χαλς ο πρεσβύτερος (Frans Hals, 1582 – 26 Αυγούστου 1666) ήταν Ολλανδός ζωγράφος της χρυσής ολλανδικής εποχής στη ζωγραφική. Είναι ιδιαίτερα γνωστός για τις προσωπογραφίες του.
Βιογραφικό
Ο Χαλς γεννήθηκε το 1582 ή 1583 στην Αμβέρσα, γιος του εμπόρου υφασμάτων Φρανσουά Φραντς Χαλς φαν Μέχελεν (Franchois Fransz Hals van Mechelen, περ. 1542 – 1610) και της δεύτερης συζύγου του Αντριέντιε φαν Χέερτενραϊκ (Adriaentje van Geertenryck).
Όπως συνέβη με πολλές οικογένειες, ύστερα από την πτώση της Αμβέρσας (1584-1585) η οικογένεια Χαλς εγκατέλειψε την πόλη κι εγκαταστάθηκε στο Χάαρλεμ, όπου ο ζωγράφος έζησε το υπόλοιπο της ζωής του. Ο Χαλς εκπαιδεύτηκε από τον Κάρελ φαν Μάντερ, επίσης Φλαμανδό φυγάδα, του οποίου, όμως, η μανιεριστική τεχνοτροπία είναι ελάχιστα ορατή στο έργο του Χαλς.
Το 1610 ο Χαλς γίνεται μέλος της Συντεχνίας του Αγίου Λουκά του Χάαρλεμ και άρχισε να κερδίζει χρήματα εργαζόμενος στην αποκατάσταση έργων τέχνης για λογαριασμό του δημοτικού συμβουλίου. Είχε ως αντικείμενο τη μεγάλη συλλογή έργων τέχνης, την οποία ο φαν Μάντερ είχε περιγράψει στο βιβλίο του Het Schilderboeck (το βιβλίο των ζωγράφων) του οποίου η πρώτη έκδοση έγινε στο Χάαρλεμ το 1604. Τα πλέον αξιοσημείωτα έργα της συλλογής ήταν οι δημιουργίες των Χέρτχεν τοτ Σιντ Γιανς, Γιαν φαν Σκόρελ και Γιαν Μόστερτ, τα οποία βρίσκονταν αναρτημένα στον ιερό ναό του Αγίου Ιωάννη (St. Janskerk) του Χάαρλεμ. Οι εργασίες αποκατάστασης γίνονταν δαπάναις της πόλης του Χάαρλεμ, καθώς όλα τα “καθολικά” έργα τέχνης είχαν κατασχεθεί ύστερα από τη συνθήκη για το Χάαρλεμ (Satisfactie van Haarlem, 1577), που είχε ακυρωθεί το 1578 και έδινε στους Καθολικούς ίδια δικαιώματα με τους Διαμαρτυρομένους. Ωστόσο, το σύνολο της συλλογής δεν ήταν τυπικά στην κατοχή του δημοτικού συμβουλίου ως το 1625, αφού τα μέλη του συμβουλίου αποφάσισαν ποια έργα ήταν κατάλληλα για το Δημαρχείο. Τα υπόλοιπα έργα θεωρήθηκαν “πολύ Ρωμαιοκαθολικά” και πωλήθηκαν στον Κορνέλις Κλάες φαν Βιέρινγκεν (Cornelis Claesz van Wieringen), μέλος της Συντεχνίας, υπό τον όρο ότι θα τα απομάκρυνε από την πόλη. Σε αυτό το πολιτιστικό πλαίσιο άρχισε ο Χαλς τη σταδιοδρομία του στη δημιουργία πορτρέτων, καθώς η αγορά πινάκων με θρησκευτικά θέματα ήταν πλέον ανύπαρκτη.
Το παλαιότερο γνωστό δείγμα της τέχνης του Χαλς είναι το πορτρέτο του καθολικού πάστορα Γιάκομπους Ζάφφιους (Jacobus Zaffius) του 1611. Η “υπέρβασή” του πραγματοποιήθηκε με το, σε πραγματικό μέγεθος, ομαδικό πορτρέτο “Το συμπόσιο των αξιωματικών του λόχου της φρουράς του Αγίου Γεωργίου” του 1616.
Το πλέον διάσημο πορτρέτο του είναι αυτό του Καρτέσιου, το οποίο δημιούργησε το 1649.
Ο Χαλς νυμφεύτηκε την πρώτη του σύζυγο Άννεκε Χαρμενσντόχτερ γύρω στα 1610. Ο Χαλς ήταν καθολικός εκ γενετής, κι έτσι ο γάμος τους καταγράφεται στο Δημαρχείο και όχι στην εκκλησία. Δυστυχώς η ακριβής ημερομηνία είναι άγνωστη, καθώς τα παλαιότερα αρχεία καταγραφής γάμων της πόλης του Χάαρλεμ, προ του 1688, δεν έχουν διασωθεί. Η Άννεκε είχε γεννηθεί στις 2 Ιανουαρίου 1590 και ήταν θυγατέρα του λευκαντή Χάρμεν Ντίρικς (Harmen Dircksz) και της Πήτερτιε Κλάεσντρ Γκάιμπλαντ (Pietertje Claesdr Ghijblant) και ο παππούς της από την πλευρά της μητέρας της, παραγωγός ασπρορούχων, Κλάες Γκάιμπλαντ που διέμενε στο κτίριο της οδού Spaarne 42 (σήμερα διατηρητέο) κληροδότησε στο ζευγάρι τον τάφο στην εκκλησία του Αγίου Μπάβο, όπου σήμερα είναι θαμμένοι και οι δύο, αν και ο Φρανς ακολούθησε τη σύζυγό του 40 χρόνια αργότερα.Η Άννεκε απεβίωσε το 1615, λίγο μετά τη γέννηση του τρίτου τους παιδιού. Από τα τρία αυτά παιδιά, ο Χάρμεν επιβίωσε μετά την παιδική ηλικία, ενώ ένα πέθανε πριν τον δεύτερο γάμο του Χαλς.
Όπως έχει καταδείξει ο βιογράφος Σέιμουρ Σλάιβ (Seymour Slive), οι παλαιότερες ιστορίες σχετικά με την κακομεταχείριση της συζύγου του από τον Χαλς δεν αφορούσαν τον ίδιο, αλλά άλλον κάτοικο του Xάαρλεμ με το ίδιο όνομα. Πράγματι, όταν αναφέρθηκαν αυτές οι κατηγορίες, ο ζωγράφος δεν είχε πλέον σύζυγο, καθώς η Άννεκε είχε αποβιώσει τον Μάιο του 1615. Ομοίως, οι ιστορικές αναφορές σχετικά με τη ροπή του Χαλς στο ποτό είναι βασισμένες σε υπό τύπον ανεκδότου αναφορές των πρώιμων βιογράφων του, κατά κύριο λόγο του Άρνολντ Χαουμπράκεν, χωρίς άμεση μαρτυρία από ανάλογη τεκμηρίωση. Αφού έχασε την πρώτη του σύζυγο, ο Χαλς προσέλαβε τη νεαρή θυγατέρα ενός ιχθυοπώλη για να φροντίζει τα παιδιά του και, το 1617, νυμφεύτηκε την Λάισμπετ Ράινιερς (Lysbeth Reyniers). Ο γάμος έγινε στο Σπάαρνταμ, ένα μικρό χωριό στα περίχωρα του Χάαρλεμ, καθώς αυτή ήταν ήδη οκτώ μηνών έγκυος. Ο Χαλς ήταν αφοσιωμένος πατέρας και απέκτησαν, με τη δεύτερη σύζυγό του, συνολικά οκτώ παιδιά.
Οι σύγχρονοί του καλλιτέχνες, όπως ο Ρέμπραντ μετακόμιζαν ανάλογα με τις ιδιοτροπίες των πατρόνων τους, αλλά ο Χαλς παρέμεινε στο Χάαρλεμ και επέμενε ότι οι πελάτες του όφειλαν να έρχονται σε αυτόν. Σύμφωνα με τα αρχεία του Χάαρλεμ, ο πίνακας με το ομαδικό πορτρέτο του λόχου της πολιτοφυλακής (schutterstuk), που ξεκίνησε ο Χαλς στο Άμστερνταμ, ολοκληρώθηκε από τον Πίτερ Κόντε (Pieter Codde) καθώς ο Χαλς αρνήθηκε να ζωγραφίσει στο Άμστερνταμ επιμένοντας τα απεικονιζόμενα μέλη να μετακινηθούν στο Χάαρλεμ για να ποζάρουν για το πορτρέτο τους. Για το λόγο αυτό μπορεί να συναχθεί με βεβαιότητα ότι όλοι οι απεικονιζόμενοι είτε ήταν κάτοικοι του Χάαρλεμ είτε το επισκέφθηκαν όταν έγινε το πορτρέτο τους.
Τα έργα του Χαλς είχαν μεγάλη ζήτηση καθ’ όλη τη διάρκεια της ζωής του, αλλά έζησε τόσο που, σταδιακά, απομακρύνθηκε από τις εξελίξεις του ύφους και αντιμετώπισε οικονομικές δυσχέρειες. Εκτός από την καλλιτεχνική του δραστηριότητα, συνέχισε, σε όλη του τη ζωή, να εργάζεται ως συντηρητής έργων τέχνης, έμπορος ειδών τέχνης και ειδικός επί της φορολόγησης καλλιτεχνικών αντικειμένων για το δημοτικό συμβούλιο. Οι πιστωτές του συχνά τον δίωξαν δικαστικά και αναγκάστηκε να πωλήσει τα υπάρχοντά του προκειμένου να ρυθμίσει τα χρέη του με έναν αρτοπώλη το 1652. Η απογραφή της κατασχεθείσης περιουσίας του αναφέρει τρία στρώματα και προσκέφαλα, μια ντουλάπα, ένα τραπέζι και πέντε πίνακες (δικοί του, των γιων του, του φαν Μάντερ και του Μάαρτεν φαν Χέιμσκερκ).[15] Καθώς έμεινε άπορος, του χορηγήθηκε ετήσια πρόσοδος 200 φιορινίων από το δημοτικό συμβούλιο το 1664.
Κατά τη διάρκεια του ογδοηκονταετούς πολέμου το ολλανδικό έθνος αγωνίστηκε για την ανεξαρτησία του και ο Χαλς ήταν μέλος της τοπικής schutterij, δηλ. της τοπικής πολιτοφυλακής. Στον πίνακά του “Οι αξιωματικοί του λόχου της πολιτοφυλακής του Αγίου Γεωργίου” (De Magere Compagnie) του 1639 τοποθετεί και τον εαυτό του, σύμφωνα με τα αναγραφόμενα στο πλαίσιο του πίνακα, κατασκευής του 19ου αιώνα (αυτό δεν έχει γίνει δυνατό να επιβεβαιωθεί). Δεν ήταν διαδεδομένη συνήθεια στα κανονικά μέλη να γίνεται το πορτρέτο τους, καθώς αυτό το προνόμιο το κατείχαν οι αξιωματικοί. Ο Χαλς ζωγράφισε τον λόχο τρεις φορές. Ήταν, επίσης, μέλος του τοπικού επιμελητηρίου ρητορικής και το 1644 έγινε επικεφαλής της Συντεχνίας του Αγίου Λουκά.
Ο Φρανς Χαλς απεβίωσε στο Χάαρλεμ το 166 και τάφηκε στον ναό του Αγίου Μπάβο (Sint-Bavokerk) της πόλης. Λάμβανε δημοτική σύνταξη, γεγονός ιδιαίτερα ασυνήθιστο για την εποχή αλλά δείγμα της υψηλής υπόληψης που έχαιρε στην πόλη. Μετά τον θάνατό του η χήρα του ζήτησε βοήθεια και εισήχθη στο τοπικό πτωχοκομείο, όπου αργότερα απεβίωσε.
Καλλιτεχνική σταδιοδρομία
Ο Χαλς είναι περισσότερο γνωστός για τα πορτρέτα του, κυρίως οικονομικά εύρωστων πολιτών, όπως οι Πίτερ φαν ντεν Μπρούκε και Ίσαακ Μάσσα, τους οποίους ζωγράφισε τρεις φορές. Ζωγράφισε, επίσης, μεγάλα ομαδικά πορτρέτα της τοπικής πολιτοφυλακής αλλά και των εφόρων των τοπικών νοσοκομείων. Ήταν ένας από τους ζωγράφους της χρυσής ολλανδικής εποχής, που επιδιδόταν στον ρεαλισμό αλλά με μια ριζικά ελεύθερη προσέγγιση. Οι εικόνες του ανακλούν την ποικιλία της διαστρωμάτωσης της κοινωνίας: Απεικονίζει συμπόσια και συναντήσεις αξιωματικών, μελών συντεχνιών, μέλη δημοτικού συμβουλίου από δημάρχους ως υπαλλήλους, πλανόδιοι μουσικοί και τραγουδιστές, καλοαναθρεμμένοι κύριοι, άξεστες γυναίκες και πρόσωπα της ταβέρνας. Στο ομαδικό πορτρέτο που προαναφέρθηκε, ο Χαλς προσεγγίζει κάθε χαρακτήρα με διαφορετικό τρόπο. Τα πρόσωπα δεν είναι εξιδανικευμένα και σαφώς ευδιάκριτα, ενώ οι προσωπικότητες τους αποκαλύπτονται μέσω μιας ποικιλίας από στάσεις και εκφράσεις του προσώπου.
Ο Χαλς ήταν λάτρης του φωτός της ημέρας και των ασημένιων αναλαμπών, ενώ ο Ρέμπραντ χρησιμοποιούσε εφέ χρυσών αναλαμπών βασισμένων σε τεχνητές αντιθέσεις χαμηλού φωτισμού και αμέτρητης κατήφειας. Ο Χαλς συνελάμβανε μια στιγμή της ζωής των μορφών του με σπάνια διαίσθηση. Αυτό που η φύση τού εμφάνιζε εκείνη τη στιγμή, αυτό ακριβώς αναπαρήγαγε τέλεια, με λεπτή κλίμακα χρωμάτων και με μαεστρία πάνω σε κάθε μορφή έκφρασης. Έγινε τόσο επιτήδειος στην απόδοση του ακριβούς τόνου, του φωτός και της σκιάς, ώστε να πετυχαίνει την αποτύπωση του μοντέλου του με λίγες και υγρές πινελιές. Έγινε δημοφιλής ζωγράφος πορτρέτων και ζωγράφιζε τους πλούσιους του Χάαρλεμ σε ειδικές περιστάσεις.
Κέρδισε πολλές αναθέσεις για γαμήλια πορτρέτα (ο σύζυγος κατά παράδοση τοποθετείται στ’ αριστερά, η σύζυγος στα δεξιά). Τα δύο πορτρέτα των νεόνυμφων Olycan (ο σύζυγος ήταν γνωστός ζυθοποιός στο Χάαρλεμ) βρίσκονται πλάι-πλάι στο Mauritshuis, αλλά πολλά άλλα γαμήλια ζεύγη πορτρέτων έχουν διαχωριστεί και σπάνια εμφανίζονται μαζί.
- Rembrandt Harmenszoon van Rijn: https://www.lecturesbureau.gr/1/rembrandt-harmenszoon-van-rijn-2526a/
- Johannes Vermeer: https://www.lecturesbureau.gr/1/johannes-vermeer-2526b/
- Vincent Willem van Gogh: https://www.lecturesbureau.gr/1/vincent-willem-van-gogh-2526c/
- Pieter Claesz: https://www.lecturesbureau.gr/1/pieter-claesz-2526e/
Πηγή: https://www.worldsecrets.gr
Εικόνα: https://en.wikipedia.org/wiki/Frans_Hals