fbpx

Δημήτρης Λιαντίνης

Δημήτρης Λιαντίνης

Ο Δημήτρης Λιαντίνης (γεννημένος ως Δημήτρης Νικολακάκος, 23 Ιουλίου 1942 – εξαφανίστηκε την 1η Ιουνίου 1998) ήταν Έλληνας πανεπιστημιακός, φιλόσοφος, ποιητής, συγγραφέας και μεταφραστής. Υπήρξε αναπληρωτής καθηγητής στο Πανεπιστήμιο Αθηνών και συγγραφέας εννέα βιβλίων με φιλοσοφικό και παιδαγωγικό περιεχόμενο.

Ήταν λάτρης της Αρχαίας Ελλάδας και της πνευματικής και πολιτιστικής κληρονομιάς της, για τη μελέτη της οποίας αφιέρωσε όλη του την ζωή. Έγραψε για διάφορα θέματα όπως την ηθική, την ζωή και τον θάνατο και την σχέση της Ορθοδοξίας και Ελληνισμού. Το τελευταίο του και πιο σημαδιακό σύγγραμμα, το Γκέμα, έχει μεταφραστεί σε πολλές ξένες γλώσσες. Εστίασε στην ανάγκη να ενταχθούν τα αρχαία ελληνικά ήθη και έθιμα στο σύγχρονο εκπαιδευτικό σύστημα καθώς και στην καθημερινή ζωή των Ελλήνων, ενώ άσκησε κριτική στην φθίνουσα ανθρωπιστική πορεία του Δυτικού πολιτισμού.

Στο ευρύ κοινό έγινε κυρίως γνωστός το 1998, σε ηλικία των 56 ετών, όταν και η υπόθεση της εξαφάνισής του απασχόλησε την κοινή γνώμη. Τελικά τα κόκκαλά του βρέθηκαν 7 χρόνια μετά, στις 6 Ιουνίου 2005, σε μία σπηλιά κοντά στην κορυφή του Ταϋγέτου.

Η ζωή του

Γεννήθηκε στις 23 Ιουλίου του 1942 στην Λιαντίνα Λακωνίας τής κοινότητα Πολοβίτσας. Το επώνυμό του ήταν Νικολακάκος, το οποίο άλλαξε σε Λιαντίνης καθώς ο τόπος καταγωγής του είναι το χωριό Λιαντίνα της Λακωνίας. Τελείωσε το εξατάξιο γυμνάσιο της Σπάρτης. Το 1966 αποφοίτησε από το Τμήμα Φιλολογίας της Φιλοσοφικής Σχολής Αθηνών. Σπούδασε κλασσικές γνώσεις και ανθρωπολογία. Από το 1968 μέχρι το 1970 υπηρέτησε ως φιλόλογος στη Μέση Εκπαίδευση στους Μολάους Λακωνίας. Τον Οκτώβριο του 1970 μετέβη στο Μόναχο, όπου παρέμεινε μέχρι το 1972 και σπούδασε τη γερμανική γλώσσα, διδάσκοντας συγχρόνως ως φιλόλογος στο ιδιωτικό ελληνικό σχολείο της Otto Gesellschaft του Μονάχου. Παράλληλα μελετά αδιάκοπα τον αρχαίο ελληνικό πολιτισμό, ενώ υπήρξε και μέλος του σωματείου «Οδύσσεια», που υποστήριζε την καύση των νεκρών. Από το 1973 μέχρι το 1974 υπηρέτησε εκ νέου στη Μέση Εκπαίδευση στις Θεσπιές Βοιωτίας και το 1974-75 στο Γυμνάσιο Αρρένων στη Θήβα. Το 1975 διορίστηκε βοηθός στο Εργαστήριο Παιδαγωγικής του Πανεπιστημίου Αθηνών. Το 1978 έγινε Διδάκτωρ με βαθμό «άριστα» και θέμα της διδακτορικής διατριβής: «Η παρουσία του ελληνικού πνεύματος στις ελεγείες του Duino του Ράινερ Μαρία Ρίλκε».

Υπήρξε από το 1975 μέχρι το 1998 βοηθός, επιμελητής, λέκτορας, επίκουρος καθηγητής και αναπληρωτής καθηγητής της Φιλοσοφίας της Aγωγής και της Διδακτικής των ελληνικών μαθημάτων στον Τομέα Παιδαγωγικής του Τμήματος Φ.Π.Ψ. του Πανεπιστημίου Αθηνών. Το 1978-79 με εκπαιδευτική άδεια παρακολούθησε στο Πανεπιστήμιο της Χαϊδελβέργης φιλοσοφία και συγχρόνως δίδασκε σε εντεταγμένο ελληνικό σχολείο στο Λουντβιχσχάφεν. Εκτός του Πανεπιστημίου στην Ελλάδα δίδαξε στο Μαράσλειο Διδασκαλείο στη Μετεκπαίδευση των δασκάλων, σε διάφορα ΠΕΚ και στη Σχολή της Αστυνομίας.

Ήταν συγγραφέας εννέα βιβλίων με φιλοσοφικό και παιδαγωγικό περιεχόμενο. Επίσης απέδωσε στην ελληνική το «Ίδε ο Άνθρωπος» του Νίτσε.

Το 1973 παντρεύτηκε την καθηγήτρια θεολογίας, Νικολίτσα Γεωργοπούλου. Από το γάμο τους απέκτησαν μια κόρη.

Ο θάνατός του

Την 1η Ιουνίου 1998 ο Λιαντίνης εξαφανίστηκε αφήνοντας γράμμα προς την κόρη του, στο οποίο δήλωνε πως είχε αποφασίσει «να αφανισθεί αυτοθέλητα», όπως χαρακτηριστικά έγραφε. Η υπόθεση της εξαφάνισής του απασχόλησε την κοινή γνώμη, λόγω ιδιαίτερης προβολής από τα ΜΜΕ. Στις 6 Ιουλίου του 2005, ο συγγενής του Παναγιώτης Νικολακάκος, ο οποίος ήταν ο μόνος που γνώριζε το σημείο θανάτου του, οδήγησε την κόρη του Λιαντίνη σε μία σπηλιά του Ταϋγέτου, όπου μέσα κείτονταν ο ίδιος. Αργότερα ο αδερφός του, Γιώργος Νικολακάκος, αποκάλυψε ότι ο Λιαντίνης είχε δώσει ακριβείς οδηγίες για πότε να αποκαλυφθεί το μέρος του που βρισκόταν. Όπως έγραψε στο τελευταίο γράμμα στην κόρη του, είχε προετοιμάσει αυτή τη στιγμή βήμα-βήμα μια ολόκληρη ζωή.

Μετά την ανεύρεση του σκελετού, έγιναν ιατροδικαστικές εξετάσεις που κατέληξαν ότι ο νεκρός ήταν ο Λιαντίνης. Όμως άφησαν αναπάντητο το πώς πέθανε, δεδομένου ότι δεν ανευρέθη στις τοξικολογικές εξετάσεις κάποια ουσία που να επιφέρει τον θάνατο. Άγνωστη είναι και η ακριβής ημερομηνία του θανάτου. Ωστόσο θεωρείται βέβαιο ότι πέθανε τις πρώτες μέρες του Ιουνίου του 1998. Παρότι η επιθυμία του ίδιου ήταν αν βρεθούν τα οστά του να μείνουν στον Ταΰγετο, τελικά ενταφιάστηκαν στις 20 Αυγούστου 2005 στο νεκροταφείο των Κεχρεών Κορινθίας.

Το γράμμα

Ο Λιαντίνης έφησε ένα αποχαιρετιστήριο γράμμα στην κόρη του, Διοτίμα, με αναφορές στην τελευταία πράξη του:

Διοτίμα μου,
Φεύγω αυτοθέλητα. Αφανίζομαι όρθιος, στιβαρός και περήφανος. Ετοίμασα τούτη την ώρα βήμα- βήμα ολόκληρη τη ζωή μου, που υπήρξε πολλά πράγματα, αλλά πάνω από όλα εστάθηκε μια προσεκτική μελέτη θανάτου. Τώρα που ανοίγω τα χέρια μου και μέσα τους συντρίβω τον κόσμο, είμαι κατάφορτος με αισθήματα επιδοκιμασίας και κατάφασης.
Πεθαίνω υγιής στο σώμα και στο μυαλό, όσο καθαρό είναι το νωπό χιόνι στα όρη και το επεξεργασμένο γαλάζιο διαμάντι.
Να ζήσεις απλά, σεμνόπρεπα, και τίμια, όπως σε δίδαξα. Να θυμάσαι ότι έρχουνται χαλεποί καιροί για τις νέες γενεές. Και είναι άδικο και μεγάλο παράξενο να χαρίζεται τέτοιο το δώρο της ζωής στους ανθρώπους, και οι πλείστοι να ζούνε μέσα στη ζάλη αυτού του αστείου παραλογισμού.
Η τελευταία μου πράξη έχει το νόημα της διαμαρτύρησης για το κακό που ετοιμάζουμε εμείς οι ενήλικοι στις αθώες νέες γενεές που έρχουνται. Ζούμε τη ζωή μας τρώγοντας τις σάρκες τους. Ένα κακό αβυσσαλέο στη φρίκη του. Η λύπη μου γι’ αυτό το έγκλημα με σκοτώνει.
Να φροντίσεις να κλείσεις με τα χέρια σου τα μάτια της γιαγιάς Πολυτίμης, όταν πεθάνει. Αγάπησα πολλούς ανθρώπους. Αλλά περισσότερο τρεις. Το φίλο μου Αντώνη Δανασσή, τον αδερφοποιτό μου Δημήτρη Τρομπουκη, και τον Παναγιώταρο το συγγενή μου, γιο και πατέρα του Ηρακλή.
Κάποια στοιχεία από το αρχείο μου το κρατά ως ιδιοκτησία ο Ηλίας Αναγνώστου.
Να αγαπάς τη μανούλα ως την τελευταία της ώρα. Υπήρξε ένας υπέροχος άνθρωπος για μένα, για σένα, και για τους άλλους. Όμως γεννήθηκε με μοίρα. Γιατί της ορίστηκε το σπάνιο, να λάβει σύντροφο στη ζωή της όχι απλά έναν άντρα, αλλά τον ποταμό και τον άνεμο. Το γράμμα του αποχαιρετισμού που της έγραψα το παίρνω μαζί μου.
Σας αφήνω εσένα, τη μανούλα και το Διγενή, το σπίτι μου δηλαδή, που του στάθηκα στύλος και στέμμα, Γκέμμα πες, σε υψηλούς βαθμούς ποιότητας και τάξης. Στην μεγαλύτερη δυνατή αρνητική εντροπία. Να σώζετε αυτή τη σωφροσύνη και αυτή την τιμή. Θα δοκιμάσω να πορευτώ τον ακριβό θάνατο του Οιδίποδα. Αν όμως δεν αντέξω να υψωθώ στην ανδρεία που αξιώνει αυτός ο τρόπος, και ευρεθεί ο νεκρός μου σε τόπο όχι ασφαλή, να φροντίσεις με τη μανούλα και το Διγενή, να τον κάψετε σε ένα αποτεφρωτήριο της Ευρώπης
Έζησα έρημος και ισχυρός.
Λιαντίνης
Τη μέρα που θα πέσω έδωσα εντολή να στεφανωθούν οι μορφές Σολωμού στη Ζάκυνθο κ’ Λυκούργου στη Σπάρτη.

 

 

 

 

Πηγή: ΒΙΚΙΠΑΙΔΕΙΑ

 

Εικόνα: https://gr.pinterest.com/pin/401383385521403673/



Facebook

Instagram

Follow Me on Instagram