
07 Απρ Και η ζωή συνέχισε να κυλά δύσκολα για το παντρεμένο ζευγάρι (GUY DE MAUPASSANT) | Μέρος Α’
Η συγγνώμη
Είχε ανατραφεί σε μια οικογένεια από κείνες που απομονώνονται από τον υπόλοιπο κόσμο και που πάντοτε μοιάζουν αποστασιοποιημένες από το καθετί. Αγνοούν τις πολιτικές εξελίξεις – παρόλο που κουβεντιάζουν σχετικά στο τραπέζι – όμως οι αλλαγές των κυβερνήσεων συμβαίνουν τόσο μακριά, μα τόσο μακριά τους που μιλούν γι’ αυτές σαν να επρόκειτο για ιστορικό γεγονός όπως ο θάνατος του Λουδοβίκου του ΙΕ΄ ή η απόβαση του Ναπολέοντα.
Τα ήθη αλλάζουν και οι μόδες διαδέχονται η μια την άλλη. Κανείς όμως από την ήσυχη οικογένεια – όπου πάντα τηρούνται τα πατροπαράδοτα έθιμα – δεν είχε αντιληφθεί κάτι τέτοιο. Κι όταν κάποια πικάντικη ιστορία συμβεί στους κύκλους τους, το σκάνδαλο σβήνει στο κατώφλι του σπιτιού. Μονάχα η μητέρα κι ο πατέρας, κάποια βράδια, ανταλλάσσουν μια δυο κουβέντες πάνω στο θέμα, χαμηλόφωνα όμως, επειδή οι τοίχοι έχουν αυτιά παντού. Και, διακριτικά, ο πατέρας λέει:
«Δεν είναι τρομερό αυτό που βρήκε την οικογένεια Ριβολί;»
Και η μητέρα αποκρίνεται:
«Ποιος θα το πίστευε; Είναι φρικτό».
Τα παιδιά δεν υποψιάζονται το παραμικρό, και όταν έρχεται η σειρά τους να ξεκινήσουν τη ζωή τους – με παρωπίδες στα μάτια και στο μυαλό -, δεν φαντάζονται τις κρυμμένες πτυχές της ζωής, δεν ξέρουν ότι οι άνθρωποι δεν σκέφτονται όπως μιλούν κι ότι δεν μιλούν διόλου όπως πράττουν, δεν ξέρουν ότι πρέπει να ζήσουν σε πόλεμο με τον υπόλοιπο κόσμο ή έστω έτοιμοι για πόλεμο, δεν μαντεύουν ότι τους αφελείς τους εξαπατούν, τους ειλικρινείς τους κοροϊδεύουν, τους καλούς τους κακομεταχειρίζονται.
Οι μεν φτάνουν στο θάνατο τυφλοί μες στην εντιμότητά τους, την πίστη και την αξιοπρέπειά τους. Είναι τέτοια η ακεραιότητά τους που τίποτα δεν μπορεί να τους ανοίξει τα μάτια.
Οι δε, χωρίς αυταπάτες αλλά και χωρίς να καταλαβαίνουν πολλά, παραπαίουν σαστισμένοι, απελπισμένοι, και πεθαίνουν πιστεύοντας πως υπήρξαν έρμαια μιας ασυνήθιστης μοίρας, δυστυχή θύματα ολέθριων γεγονότων και ιδιαίτερα φαύλων ανθρώπων.
Οι Σαβινιόλ πάντρεψαν την κόρη τους, την Μπερτ, στα δεκαοχτώ της χρόνια. Ο γαμπρός ήταν ένας νέος από το Παρίσι, που λεγόταν Ζωρζ Μπαρόν και απασχολούνταν με τα χρηματιστηριακά. Ήταν όμορφος, ήξερε πώς να μιλήσει και διέθετε όλα τα εξωτερικά στοιχεία που έπρεπε· κατά βάθος, όμως, χλεύαζε τις απαρχαιωμένες αντιλήψεις των πεθερικών του που, μεταξύ φίλων, αποκαλούσε “τα αγαπητά μου απολιθώματα”.
Κρατούσε από καλή οικογένεια αλλά και το κορίτσι επίσης ήταν πλούσιο. Την πήρε να ζήσουν στο Παρίσι.
Εκείνη έγινε μία από κείνες τις επαρχιώτισσες του Παρισιού, μια ράτσα πολυάριθμη. Δεν έμαθε ποτέ της τη μεγαλούπολη, τον εκλεπτυσμένο κόσμο της, τον τρόπο που διασκέδαζε και ντυνόταν, όπως δεν έμαθε ποτέ της τη ζωή, τις πίκρες και τα μυστήριά της.
Κλεισμένη στο νοικοκυριό της, δεν γνώριζε παρά το δρόμο κάτω από το σπίτι της, ενώ όταν περιπλανόταν σε κάποια άλλη συνοικία, της φαινόταν λες και έκανε ένα μακρινό ταξίδι σε μια πόλη άγνωστη και ξένη. Και το βράδυ έλεγε:
«Διέσχισα τις λεωφόρους σήμερα».
Δύο ή τρεις φορές το χρόνο, ο άντρας της την πήγαινε στο θέατρο κάθε έξοδος ήταν σωστή γιορτή που η ανάμνησή της έμενε ανεξίτηλη και για την οποία μιλούσαν και ξαναμιλούσαν.
Φορές φορές, στο τραπέζι, τρεις μήνες μετά, ξεκαρδιζόταν ξαφνικά στα γέλια και αναφωνούσε:
«Θυμάσαι εκείνο τον ηθοποιό που ήταν ντυμένος στρατηγός και παρίστανε τον κόκορα;»
Όλες κι όλες οι κοινωνικές της επαφές περιορίζονταν σε δύο οικογένειες φίλων που, για την ίδια, αντιπροσώπευαν το σύνολο της ανθρωπότητας. Αναφερόταν σ’ αυτούς τοποθετώντας μπροστά από τ’ όνομά τους το άρθρο «οι»: οι Μαρτινέ και οι Μισλέντ
Ο σύζυγός της τη γλεντούσε τη ζωή του, γυρνούσε στο σπίτι όποτε ήθελε, καμιά φορά και ξημερώματα, προφασιζόμενος διάφορες δουλειές, χωρίς διόλου να στενοχωριέται, γεμάτος σιγουριά πως ποτέ οι υποψίες δε θα φώλιαζαν σ’ αυτή την αγαθή ψυχή.
Ένα πρωινό, όμως, η γυναίκα έλαβε ένα ανώνυμο γράμμα.
Απόμεινε εμβρόντητη, καθώς η καρδιά της ήταν πολύ τίμια για να συλλάβει την αισχρότητα του μηνύματος, για να περιφρονήσει τούτη την επιστολή της οποίας ο συντάκτης ισχυριζόταν πως έγραψε ορμώμενος από ενδιαφέρον για την ευτυχία της, από μίσος προς το κακό και από αγάπη για την αλήθεια,
Η επιστολή την πληροφορούσε πως ο άντρας της είχε εδώ και δύο χρόνια μια ματρέσσα, μια νεαρή χήρα, την κυρία Ροσσέ, στο σπίτι της οποίας περνούσε όλα του τα βράδια,
Ούτε να προσποιηθεί ήξερε, ούτε να κρυφτεί, ούτε να παραμονέψει ούτε και να σκαρώσει τεχνάσματα. Έτσι, όταν ο άντρας της επέστρεψε για το γεύμα, του πέταξε το γράμμα εν μέσω λιγμών και έτρεξε στην κάμαρά της.
Εκείνος, που είχε όλο το χρόνο να καταλάβει και να ετοιμάσει την απάντησή του, πήγε και χτύπησε την πόρτα της γυναίκας του. Του άνοιξε αμέσως δίχως να τολμά να τον αντικρίσει. Χαμογελούσε την κάθισε στα γόνατά του και μιλώντας της ήρεμα, λίγο περιπαιχτικά, της είπε:
«Πράγματι, αγαπημένη μου, έχω μια φίλη που τη λένε κυρία Ροσσέ, την οποία γνωρίζω εδώ και δέκα χρόνια και αγαπώ πολύ. Θα πρόσθετα επίσης πως γνωρίζω είκοσι ακόμη οικογένειες τις οποίες δεν σου έχω αναφέρει ποτέ, καθώς ξέρω ότι δεν ασχολείσαι με τον κόσμο, τις γιορτές και τις νέες γνωριμίες. Όμως για να τελειώνουμε μια για πάντα μ’ αυτές τις συκοφαντίες. Θα σε παρακαλέσω να ντυθείς μετά το γεύμα και να πάμε να επισκεφθούμε τούτη τη νεαρή κυρία με την οποία – δεν έχω την παραμικρή αμφιβολία – θα γίνετε φίλες».
Εκείνη άνοιξε διάπλατα τα χέρια της για ν’ αγκαλιάσει το σύζυγό της και, με κείνη τη γυναικεία περιέργεια που άμα ξυπνήσει δεν καταλαγιάζει ποτέ, δεν πρόβαλε την παραμικρή αντίρρηση να επισκεφθεί εκείνη την άγνωστη που, παρά τα όσα ειπώθηκαν, εξακολουθούσε να της φαίνεται λιγάκι ύποπτη. Ενστικτωδώς αισθανόταν πως όταν ένας κίνδυνος είναι γνωστός σχεδόν μπορεί ν’ αποφευχθεί.
Μπήκε σ’ ένα μικρό κοκέτικο διαμέρισμα, γεμάτο στολίδια, διακοσμημένο με τέχνη, στον τέταρτο όροφο ενός όμορφου κτιρίου. Έπειτα από πεντάλεπτη αναμονή σ’ ένα σαλόνι σκοτεινό από τις ταπετσαρίες, τα ριντό και τις κουρτίνες που σχημάτιζαν πτυχώσεις γεμάτες χάρη, μια πόρτα άνοιξε και ξεπρόβαλε μια γυναίκα νέα, πολύ μελαχρινή, μικροκαμωμένη, αφρατούτσικη, έκπληκτη και χαμογελαστή.
Ο Ζωρζ έκανε τις συστάσεις.
Μέρος Β’: https://www.lecturesbureau.gr/1/and-life-continued-to-roll-hard-part-b-2888b/
Περί απιστίας
GUY DE MAUPASSANT
Εκδόσεις ΡΟΕΣ
Εικόνα: https://gr.pinterest.com/pin/651122058609023437/