04 Ιούν Τι σημαίνει βοηθώ το παιδί μου να γίνει ένα καλό παιδί; (JORDAN B. PETERSON) | Μέρος Α’
ΠΡΟΣΦΑΤΑ, ΕΤΥΧΕ ΝΑ ΠΑΡΑΚΟΛΟΥΘΗΣΩ ΤΗΝ ΕΞΗΣ ΣΚΗΝΗ: ένα τρίχρονο αγοράκι σερνόταν αργά πίσω από τη μητέρα και τον πατέρα του μέσα σε ένα γεμάτο κόσμο αεροδρόμιο. Ανά πέντε δευτερόλεπτα, το νήπιο ούρλιαζε διαπεραστικά! Αυτό που έκανε τα πράγματα ακόμη χειρότερα, όμως, ήταν ότι ούρλιαζε γιατί το ήθελε. Δεν ήταν ότι είχε φτάσει στα όριά του και δεν είχε άλλο τρόπο να το διαχειριστεί. Ως γονιός, μπορούσα να καταλάβω από τον τόνο του ότι ούρλιαζε γιατί αυτό ήθελε να κάνει. Ενοχλούσε τόσο τους γονείς του όσο και εκατοντάδες άλλους ανθρώπους για να τραβήξει την προσοχή τους. Ίσως κάτι να χρειαζόταν εκείνη τη στιγμή. Όμως δεν υπήρχε τρόπος να το πάρει και οι γονείς του έπρεπε να του το έχουν πει. Τώρα, μπορεί να σκεφτείς: «Μα, ίσως να ήταν και οι γονείς εξαντλημένοι και να είχαν τζετ λαγκ, μετά από μια μεγάλη πτήση». Όμως, όποια και αν ήταν η κατάσταση των γονιών, αν αφιέρωναν Τριάντα δευτερόλεπτα για να εφαρμόσουν μια προσεκτικά εστιασμένη τεχνική επίλυσης προβλημάτων θα μπορούσαν να βάλουν ένα τέλος σε αυτό το ντροπιαστικό επεισόδιο. Κάποιοι άλλοι γονείς, περισσότερο σκεπτόμενοι, δεν θα άφηναν κάποιον για τον οποίον νοιάζονται, δηλαδή το παιδί τους, να γίνει αντικείμενο περιφρόνησης ενός ολόκληρου πλήθους.
Έχει τύχει να δω ένα τετράχρονο αγόρι να μένει νηστικό σε τακτική βάση. Η νταντά του είχε κάποιο ατύχημα και προσωρινά τον φρόντιζαν οι γείτονες εναλλάξ. Την ημέρα που ήταν η σειρά μας και η μητέρα του τον άφησε στο σπίτι μας, μας είπε ότι δεν έτρωγε απολύτως τίποτα, όλη την ημέρα. «Δεν πειράζει» είπε εκείνη. Φυσικά και πειράζει (σε περίπτωση που αυτό δεν είναι προφανές). Αυτό ήταν το ίδιο τετράχρονο αγόρι που αργότερα γαντζώθηκε επάνω στη γυναίκα μου για ώρες με απόλυτη απόγνωση και πλήρη αφοσίωση, όταν με πείσμα, επιμονή και φιλευσπλαχνία η γυναίκα μου κατάφερε να τον ταΐσει ένα ολόκληρο μεσημεριανό γεύμα, ενώ καθ’ όλη τη διάρκεια αυτής της διαδικασίας τον επιβράβευε για τη συνεργασία του και αρνιόταν να τον αφήσει χωρίς φαγητό. Ξεκίνησε με κλειστό στόμα, ενώ καθόταν μαζί με όλους μας στο τραπέζι της τραπεζαρίας, τη γυναίκα μου, εμένα, τα δυο μας παιδιά και δυο γειτονόπουλα που φροντίζαμε στη διάρκεια της ημέρας. Έβαλε το πιρούνι μπροστά του, περιμένοντας υπομονετικά, πεισματικά, ενώ εκείνος. · κουνούσε το κεφάλι του μπρος πίσω, αρνούμενος να ανοίξει το στόμα του, χρησιμοποιώντας τις συνήθεις αμυντικές μεθόδους ενός μη συνεργάσιμου και όχι και τόσο καλά φροντισμένου παιδιού δύο ετών.
Δεν το άφησε όμως έτσι. Τον χάιδευε στο κεφάλι κάθε φορά που κατάφερνε να φάει μια μπουκιά, ενώ του έλεγε με ειλικρίνεια ότι ήταν ένα καλό παιδί» όποτε το έκανε αυτό. Και όντως η γυναίκα μου πίστευε ότι αυτό το αγόρι ήταν καλό παιδί. Ήταν ένα χαριτωμένο, πληγωμένο παιδί. Δέκα λεπτά αργότερα, χωρίς πολλή φα σαρία, τελείωσε όλο του το φαγητό. Όλοι μας κοιτούσαμε με κομμένη την ανάσα, Μπροστά μας εκτυλισσόταν ένα δράμα ζωής και θανάτου.
«Κοίτα» είπε η γυναίκα μου, δείχνοντάς του το πιάτο. «Το τελείωσες όλα». , που όταν το είδα για πρώτη φορά στεκόταν στη γωνία μόνο του. Το αγόρι οικειοθελώς και με λύπη, το αγόρι που δεν έπαιζε με τα άλλα παιδιά, που συνέχεια ήταν κατσουφιασμένο, που δεν ανταποκρινόταν όταν το γαργαλούσα ή το τσίγκλαγα, καθώς προσπαθούσα να το πείσω να παίξει, αυτό το αγόρι έσκασε · Ένα πλατύ, λαμπερό χαμόγελο. Και αυτό έδωσε χαρά σε όλους μας στο τραπέζι. Και σήμερα, μετά από είκοσι χρόνια, καθώς γράφω για αυτό, μου έρχονται δάκρυα στα μάτια. Στη συνέχεια, για το υπόλοιπο της ημέρας το μικρό αυτό αγόρι ακολουθούσε τη γυναίκα μου γύρω γύρω στο σπίτι σαν κουτάβι και δεν ήθελε να την αφήσει από τα μάτια του. Όταν η γυναίκα μου καθόταν κάπου, το αγόρι πηδούσε στην αγκαλιά της, κουλουριαζόταν, ανοιγόταν και πάλι στον κόσμο, ενώ απεγνωσμένα έψαχνε την αγάπη που του είχαν για πολύ καιρό αρνηθεί. Αργότερα μέσα στην ίδια μέρα, αλλά υπερβολικά πολύ σύντομα, ξαναεμφανίστηκε η μητέρα του. Κατέβηκε τα σκαλιά που οδηγούσαν στο δωμάτιο που βρισκόμασταν όλοι. «Α, να και η σούπερ μαμά» ξεστόμισε με κακία, καθώς είδε τον γιο της κουλουριασμένο στην αγκαλιά της γυναίκας μου. Στη συνέχεια έφυγε, με τη μαύρη, δολοφονική της καρδιά ανέγγιχτη και το καταδικασμένο παιδί από το χέρι. Αυτή η γυναίκα ήταν ψυχολόγος. Αλίμονο τι βλέπει κανείς ακόμη και με ένα μάτι ανοιχτό. Δεν είναι παράλογο που οι άνθρωποι θέλουν να παραμένουν τυφλοί .
Κάποιοι εντοπίζουν όλα τα προβλήματα αυτού του είδους στον ενήλικο, είτε πρόκειται για τον γονέα είτε για την ευρύτερη κοινωνία. Άνθρωποι σαν και αυτούς λένε: «Δεν υπάρχουν κακά παιδιά, μόνο κακοί γονείς». Όταν μας έρχεται στον νου η εξιδανικευμένη εικόνα ενός άσπιλου παιδιού, τότε αυτή η ιδέα μοιάζει να δικαιολογείται πλήρως. Η ομορφιά, η ανοιχτοσύνη, η χαρά, η εμπιστοσύνη και η ικανότητα για αγάπη που χαρακτηρίζει τα παιδιά κάνουν εύκολο να προσδώσει κανείς όλη την ευθύνη στους ενήλικους που βρίσκονται εκεί. Όμως αυτή η στάση είναι επικίνδυνα και αφελώς ρομαντική. Είναι, επίσης, υπερβολικά μονομερής, στην περίπτωση των γονιών που έχουν έναν εξαιρετικά δύσκολο γιο ή μια εξαιρετικά δύσκολη κόρη. Επιπλέον, δεν είναι ό,τι καλύτερο να αποδίδουμε αδιακρίτως όλη την ανθρώπινη εξαχρείωση στην κοινωνία. Αυτό το συμπέρασμα μετακυλίει το πρόβλημα πίσω στον χρόνο. Δεν εξηγεί τίποτα και δεν λύνει κανένα πρόβλημα. Εάν η κοινωνία είναι αυτή που είναι εξαχρειωμένη και όχι τα άτομα που την απαρτίζουν, τότε από πού προήλθε η εξαχρείωση τους.
Ακολουθεί β’ μέρος
KEY BOOKS