13 Ιούλ ΟΝΕΙΡΟΝ Ή ΑΛΕΚΤΡΥΩΝ (ΑΠΟΣΠΑΣΜΑΤΑ)(ΛΟΥΚΙΑΝΟΣ) | Μέρος B’
ΠΕΤΕΙΝΟΣ
Ο κυνικός Κράτης.
ΜΙΚΥΛΛΟΣ
Διόσκουροί μου, τι ανομοιότητα! Από εταίρα φιλόσοφος.
ΠΕΤΕΙΝΟΣ
Έπειτα βασιλιάς, έπειτα φτωχός, και μετά από λίγο σατράπης, έπειτα άλογο και καλιακούδα και βάτραχος και χίλια δυο άλλα· θα έπαιρνε πολύ καιρό να τα απαριθμήσω ένα ένα. Και τώρα τελευταία πετεινός πολλές φορές, γιατί το ευχαριστήθηκα αυτό το είδος της ζωής. Κι αφού υπηρέτησα πάρα πολλούς άλλους, βασιλιάδες και φτωχούς και πλούσιους, τώρα τελευταία βρίσκομαι και μαζί σου και γελώ σε βάρος σου, καθώς καθημερινά κλαίγεσαι και θρηνολογείς για τη φτώχεια σου, και θαυμάζεις τους πλούσιους, επειδή δεν ξέρεις μέσα σε τι συμφορές ζουν εκείνοι. Αν όμως ήξερες τις έγνοιες που έχουνε, θα γελούσες πρώτα απ’ όλα με τον εαυτό σου, που φαντάστηκες πως ο πλούσιος είναι πάντοτε τρισευτυχισμένος.
ΜΙΚΥΛΛΟΣ
Λοιπόν, Πυθαγόρα μου – αλήθεια, πώς σου αρέσει περισσότερο να σε φωνάζουνε, για να μην φέρνω σύγχυση στο λόγο μου αποκαλώντας σε άλλοτε αλλιώς;
ΠΕΤΕΙΝΟΣ
Δεν θα διαφέρει σε τίποτε, είτε με φωνάζεις Εύφορβο είτε Πυθαγόρα είτε Ασπασία ή Κράτη, γιατί όλα αυτά είμαι εγώ. Θα ήταν όμως καλύτερα να με αποκαλείς μ’ αυτό που τώρα φαίνεται, δηλαδή πετεινό, για να μην υποτιμάς ένα πουλί που φαίνεται πως είναι ασήμαντο, και μάλιστα ενώ έχει μέσα του τόσες ψυχές.
ΜΙΚΥΛΛΟΣ
Λοιπόν, πετεινέ μου, αφού ήδη έχεις εμπειρία από όλες σχεδόν τις ζωές και γνωρίζεις τα πάντα, θα μπορούσες τώρα πια να μιλήσεις ξεκάθαρα, χωριστά για τη ζωή των πλουσίων, πώς διαμορφώνεται, και χωριστά για τη ζωή των πάμφτωχων, για να καταλάβω αν είναι αλήθεια αυτά που λες παρουσιάζοντας με πιο ευτυχισμένο από τους πλούσιους.
ΠΕΤΕΙΝΟΣ
Να λοιπόν, εξέτασέ το από αυτή την οπτική γωνία, Μίκυλλε: Εσένα δεν σε απασχολεί ιδιαίτερα ούτε ο πόλεμος, αν ακούγεται πως οι εχθροί πλησιάζουν, ούτε σε νοιάζει μήπως μπούνε στο χωράφι σου και κόψουν τα σπαρτά ή μήπως τσαλαπατήσουνε τον κήπο σου ή λεηλατήσουνε το αμπέλι σου, αλλά και μόνο που θα ακούσεις τη σάλπιγγα, αν χρειαστεί, κοιτάζεις ολόγυρά σου κι αναρωτιέσαι προς ποια κατεύθυνση θα πρέπει να στραφείς, για να σωθείς και να ξεφύγεις από τον κίνδυνο. Αντίθετα, αυτοί φοβούνται βέβαια και για τον εαυτό τους, στεναχωρούνται όμως βλέποντας από τα τείχη να καταστρέφονται όσα είχαν στα χωράφια. Κι αν χρειαστεί να γίνει κάποια συνεισφορά, μόνο αυτοί καλούνται να πληρώσουν, κι αν χρειαστεί να εκστρατεύσουν, είναι οι πρώτοι που ορμούν στον κίνδυνο ως στρατηγοί ή ίππαρχοι. Ενώ εσύ κρατώντας μια ψάθινη ασπίδα, ελαφρά οπλισμένος και ευκίνητος, για να μπορείς να γλυτώνεις, είσαι έτοιμος να παρευρεθείς στο νικητήριο γλέντι, όταν ο στρατηγός προσφέρει θυσία μετά τη νίκη του.
Σε καιρό ειρήνης πάλι, εσύ, ένας απλός πολίτης, παίρνεις τον λόγο στην εκκλησία του δήμου και καταδυναστεύεις τους πλούσιους, κι αυτοί ανατριχιάζουν και ζαρώνουν και προσπαθούν να σε εξευμενίσουν με παροχές. Εκείνοι κοπιάζουνε για να ’χεις διαρκώς λουτρά και θεάματα και όλα τα άλλα, ενώ εσύ εξεταστής και ελεγκτής αυστηρός σαν αφεντικό, χωρίς να τους δίνεις ούτε καν το δικαίωμα να μιλήσουν μερικές φορές, κι αν το αποφασίσεις, τους λιθοβολείς ρίχνοντας σαν χαλάζι πέτρες επάνω τους ή τους δημεύεις τις περιουσίες. Επίσης εσύ ο ίδιος δεν φοβάσαι ούτε συκοφάντη ούτε ληστή, μήπως σου αρπάξει το χρυσάφι πηδώντας πάνω από το φράχτη ή σκάβοντας μια τρύπα στον τοίχο, ούτε και έχεις προβλήματα κάνοντας λογαριασμούς ή απαιτώντας χρέη ή λογομαχώντας με τους καταραμένους διαχειριστές και γεμάτος άγχος μέσα σε τόσες έγνοιες.
Αντίθετα εσύ τελειώνεις μια αρβύλα και παίρνεις αμοιβή επτά οβολούς, σηκώνεσαι αργά το απόγευμα και λούζεσαι, αν θέλεις, αγοράζεις μια ρέγκα ή μερικές αντσούγιες ή λίγα κεφαλάκια κρεμμύδι, και το ευχαριστιέσαι τραγουδώντας τις περισσότερες φορές και φιλοσοφώντας παρέα μαζί με την αξιότιμη Φτώχεια.
Επομένως γι’ αυτό είσαι υγιής και με ρωμαλέο σώμα κι έχεις μεγάλη αντοχή στο κρύο. Οι κακουχίες σε σκληραγωγούν και σε αναδεικνύουν αντίπαλο καθόλου ευκαταφρόνητο σ’ εκείνα που οι άλλοι τα θεωρούν ακαταμάχητα.
Εκείνους όμως τους καημένους και ποια συμφορά δεν τους βρίσκει από την αχαλίνωτη ζωή τους, ποδάγρες και φυματιώσεις και πνευμονίες και υδρωπικίες; Γιατί αυτά είναι τα επακόλουθα των πολυτελών εκείνων δείπνων.
Συνεπώς μερικοί απ’ αυτούς, όπως ο Ίκαρος, ανεβάζουνε πολύ ψηλά τον εαυτό τους και πλησιάζουνε τον ήλιο, χωρίς να γνωρίζουν πως τα φτερά τους είναι συγκολλημένα με κερί, με αποτέλεσμα μερικές φορές να κάνουν πολύ μεγάλο θόρυβο πέφτοντας με το κεφάλι μέσα στη θάλασσα.
Θα μπορούσες να δεις πόσο τραγικά είναι τα ναυάγια, όταν ο Κροίσος, με μαδημένα τα φτερά, προκαλεί το γέλιο στους Πέρσες ανεβαίνοντας στην πυρά, ή όταν ο Διονύσιος, μετά την κατάλυση της τυραννίδας του, εμφανίζεται στην Κόρινθο ως γραμματοδιδάσκαλος, να διδάσκει συλλαβισμό στα παιδιά, μετά από την άσκηση τόσο μεγάλης εξουσίας.
ΜΙΚΥΛΛΟΣ
Πες μου, όμως, πετεινέ μου, τότε που εσύ ήσουν βασιλιάς – γιατί λες πως κάποτε βασίλεψες κιόλας – τι λογής ζωή ήταν εκείνη που έζησες; Μήπως ήσουν τρισευτυχισμένος, έχοντας το αποκορύφωμα όλων των αγαθών που υπάρχουν;
ΠΕΤΕΙΝΟΣ
Ούτε να μου το θυμίζεις, Μίκυλλε· τόσο τρισάθλιος ήμουνα τότε. Σε όλους τους έξω, όπως είπες, έδινα την εντύπωση πως ήμουν τρισευτυχισμένος, ενώ μέσα συζούσα με μυριάδες στενοχώριες.
ΜΙΚΥΛΛΟΣ
Ποιες εννοείς; Λες πράγματα παράξενα και όχι και πολύ αξιόπιστα.
ΠΕΤΕΙΝΟΣ
Εξουσίαζα σε μια χώρα όχι μικρή, Μίκυλλε, εξαιρετικά εύφορη και αξιοθαύμαστη, ανάμεσα στις πιο λαμπρές, και για το πλήθος των ανθρώπων της και για την ομορφιά των πόλεών της. Τη διέσχιζαν πλωτά ποτάμια και διέθετε θάλασσα με φυσικά λιμάνια. Υπήρχε μεγάλο στράτευμα και συγκροτημένο ιππικό και όχι μικρή σωματοφυλακή και τριήρεις και αναρίθμητο πλήθος χρημάτων και πάμπολλα χρυσά σκεύη, και όλη η υπόλοιπη μεγαλοπρέπεια της εξουσίας ήταν υπερβολικά εντυπωσιακή, ώστε κάθε φορά που έβγαινα, οι περισσότεροι με προσκυνούσαν, και νόμιζαν πως έβλεπαν κάποιον θεό μπροστά τους, κι έτρεχαν και στριμώχνονταν ο ένας πλάι στον άλλο για να με δούνε, ενώ κάποιοι άλλοι ανέβαιναν στις στέγες, και το θεωρούσαν μεγάλη υπόθεση να παρατηρήσουνε προσεκτικά το ζευγάρι των αλόγων, τον μανδύα, το διάδημα, τους προδρόμους και τους ακολούθους μου. Εγώ πάλι, γνωρίζοντας πόσα με στενοχωρούσαν και με ταλαιπωρούσαν, από τη μια έδειχνα κατανόηση για την ανοησία εκείνων, κι από την άλλη λυπόμουνα τον εαυτό μου.
Για ποια να σου πρωτοπώ, Μίκυλλε; Για τους φόβους και τις ανησυχίες και τις υποψίες και το μίσος αυτών που συναναστρέφονταν και τις ραδιουργίες, και – εξαιτίας όλων αυτών – για τον λίγο ύπνο, κι εκείνον ελαφρύ, και για τα γεμάτα ταραχή όνειρα και τις περίπλοκες σκέψεις και την προσδοκία πάντοτε πως θα συμβεί κάτι κακό; Ή μήπως για την υπεραπασχόληση και τις οικονομικές συναλλαγές και τις δίκες και τις εκστρατείες και τις διαταγές και τα συνθήματα και τους υπολογισμούς; Με όλα αυτά ούτε ένα γλυκό όνειρο δεν μπορείς να απολαύσεις, αλλά χρειάζεται μόνος σου να εξετάζεις διεξοδικά τα πάντα και να έχεις μυριάδες προβλήματα.
Επιπλέον όμως στενοχώριες προκαλούν και τα εξής: ο αγαπημένος που συζεί μαζί σου από ανάγκη, και η παλλακίδα που συμπαθεί κάποιον άλλο, και μερικοί φημολογείται πως ετοιμάζουν εξέγερση, και δύο ή τέσσερις σωματοφύλακες που ψιθυρίζουν κρυφά μεταξύ τους. Και το σημαντικότερο, πρέπει κανείς να φυλάγεται περισσότερο από τους πιο αγαπημένους του και να περιμένει πάντοτε πως από κείνους θα του έρθει κάτι κακό.
Μέρος Α’: http://www.lecturesbureau.gr/1/dream-or-rooster-part-a-1397/
Μέρος Γ’: http://www.lecturesbureau.gr/1/dream-or-rooster-part-c-1399/
ΣΑΤΙΡΑ ΑΠΛΗΣΤΙΑΣ
ΚΑΙ ΜΑΤΑΙΟΔΟΞΙΑΣ
ΛΟΥΚΙΑΝΟΣ
ΕΚΔΟΣΕΙΣ ΖΗΤΡΟΣ
Εικόνα: https://kottke.org/14/03/beautiful-photos-of-chicken-beauty-pageants