12 Ιούλ ΟΝΕΙΡΟΝ Ή ΑΛΕΚΤΡΥΩΝ (ΑΠΟΣΠΑΣΜΑΤΑ)(ΛΟΥΚΙΑΝΟΣ) | Μέρος Α’
ΠΕΤΕΙΝΟΣ
Τόσο φιλόχρυσος και φιλόπλουτος είσαι, Μίκυλλε, και μόνο αυτό θαυμάζεις περισσότερο απ’ όλα και πιστεύεις πως αποτελεί ευτυχία, το να κατέχεις πολύ χρυσάφι;
ΜΙΚΥΛΛΟΣ
Δεν είμαι μόνο εγώ που το πιστεύω αυτό, Πυθαγόρα, αλλά κι εσύ ο ίδιος, τότε που ήσουν Εύφορβος, πήγαινες να πολεμήσεις τους Αχαιούς έχοντας χρυσάφι και ασήμι κρεμασμένο στις μπούκλες σου· και στον πόλεμο, όπου θα ήταν καλύτερο να είσαι σιδεροφορεμένος, εσύ ακόμη και τότε ήθελες να πολεμάς έχοντας τα μαλλιά σου πιασμένα με χρυσάφι.
Συνεπώς τι λόγος υπάρχει να σου πω επιπλέον κι άλλα, πόσες δηλαδή ανάγκες καλύπτει το χρυσάφι και πώς αυτούς που το έχουν τους αναδεικνύει και ωραίους και σοφούς και ισχυρούς, προσδίδοντάς τους τιμή και δόξα, και μερικές φορές από άσημους και άδοξους τους κάνει μέσα σε μικρό χρονικό διάστημα αξιοθαύμαστους και ξακουστούς; Γνωρίζεις ασφαλώς τον γείτονα και ομότεχνό μου, τον Σίμωνα, που πριν λίγο καιρό είχε δειπνήσει σπίτι μου, τότε που έβρασα τη φάβα στα Κρόνια, κι έβαλα μέσα και δύο φέτες από αλλαντικό.
ΠΕΤΕΙΝΟΣ
Τον γνωρίζω· αυτόν με την πλακουτσωτή μύτη, τον κοντούλη, που έφυγε μετά το δείπνο παίρνοντας κρυφά κάτω από τη μασχάλη του την πήλινη γαβάθα μας, η οποία ήταν και η μόνη που είχαμε.
Τον είδα ο ίδιος, Μίκυλλε.
ΜΙΚΥΛΛΟΣ
Εκείνος λοιπόν το έκλεψε, κι έπειτα ορκίστηκε για το αντίθετο επικαλούμενος τόσους θεούς. Κι εσύ, πετεινέ μου, γιατί δεν έβαλες τότε τις φωνές να με ειδοποιήσεις, βλέποντας ότι μας λήστευαν;
ΠΕΤΕΙΝΟΣ
Λάλησα, κι αυτό ήταν το μόνο που μπορούσα τότε να κάνω. Τι όμως συνέβη στον Σίμωνα; Φαινόταν πως κάτι θα έλεγες γι’ αυτόν.
ΜΙΚΥΛΛΟΣ
Είχε έναν εξάδελφο υπερβολικά πλούσιο, που λεγόταν Δριμύλος. Αυτός όσο ζούσε, δεν έδωσε στον Σίμωνα ούτε έναν οβολό – και πώς να του ’δινε, αφού ούτε και ο ίδιος δεν άγγιζε τα χρήματα; Από τότε όμως που πέθανε, πριν από λίγο καιρό, όλα εκείνα ανήκουν στον Σίμωνα, σύμφωνα με τους νόμους, και τώρα εκείνος που ντυνόταν με βρώμικα ρούχα, που καθάριζε τη γαβάθα γλείφοντάς την, βγαίνει τώρα χαρούμενος με την άμαξα, ντυμένος με ρούχα ολοπόρφυρα και κατακόκκινα, έχοντας υπηρέτες και χρυσά κύπελλα και τραπέζια με πόδια από ελεφαντόδοντο, κι όλοι τον προσκυνούνε, κι εμάς ούτε που γυρίζει να μας κοιτάξει άλλο πια. Τις προάλλες τον είδα εγώ να πλησιάζει και του είπα ‘γεια σου, Σίμωνα’, αυτός όμως απάντησε αγανακτισμένος: “Πέστε σ’ αυτόν τον πάμφτωχο να μη μου υποβιβάζει το όνομα· δεν ονομάζομαι Σίμωνας, αλλά Σιμωνίδης”. Και το σημαντικότερο, ήδη τον έχουν ερωτευτεί και οι γυναίκες, αλλά αυτός κάνει τον δύσκολο και σ’ εκείνες και τις περιφρονεί, και άλλες τις δέχεται κοντά του και είναι καταδεκτικός, ενώ άλλες απειλούν πως θα κρεμαστούνε, επειδή δεν τους δίνει σημασία. Βλέπεις λοιπόν πόσα καλά προέρχονται από το χρυσάφι, αφού μεταμορφώνει ακόμη και τους ασχημότερους, μετατρέποντάς τους σε αξιαγάπητους, σαν εκείνη την ποιητική κεντημένη ζώνη. Έχεις ακούσει τους ποιητές να λένε:
χρυσάφι, πάντα ευπρόσδεκτο κι ωραίο (ΕΥΡΙΠΙΔΗΣ, ΔΑΝΑΗ)
Αλλά γιατί γέλασες, ενώ μιλούσα, πετεινέ μου;
ΠΕΤΕΙΝΟΣ
Επειδή από άγνοια, Μίκυλλε, έχεις εξαπατηθεί κι εσύ, όπως ακριβώς και οι περισσότεροι άνθρωποι, σχετικά με τους πλούσιους. Να ξέρεις όμως καλά πως αυτοί ζούνε μια ζωή πολύ πιο αξιολύπητη από τη δική σας. Και σου το λέω αυτό, επειδή πολλές φορές έγινα και φτωχός και πλούσιος, κι έχω εμπειρίες από κάθε είδος ζωής. Μετά από λίγο μάλιστα κι εσύ ο ίδιος θα τα γνωρίσεις όλα, το καθένα χωριστά.
ΜΙΚΥΛΛΟΣ
Μα τον Δία, είναι πια καιρός κι εσύ να πεις ποιες αλλαγές σου συνέβηκαν και τι έμαθες σε κάθε ζωή σου.
ΠΕΤΕΙΝΟΣ
Άκου λοιπόν, γνωρίζοντας εκ των προτέρων μόνο αυτό: Δεν έχω δει κανέναν να ζει τη ζωή του πιο ευτυχισμένος από σένα.
ΜΙΚΥΛΛΟΣ
Από μένα, πετεινέ μου; Το ίδιο να συμβεί και σ’ εσένα! Μα, με προκαλείς να σε καταριέμαι. Πες μου όμως, αρχίζοντας από τον Εύφορβο, πώς μετατράπηκες σε Πυθαγόρα, κι έπειτα όλα με τη σειρά, μέχρι που έγινες πετεινός. Είναι βέβαια φυσικό να υπήρχε μεγάλη ποικιλία σε όσα είδες και έπαθες μέσε σε τόσο ποικιλόμορφα είδη ζωής.
ΠΕΤΕΙΝΟΣ
Το πώς πέταξε η ψυχή μου για πρώτη φορά από τον Απόλλωνα στη γη και μπήκε σε ανθρώπινο σώμα, και ποια καταδίκη έπρεπε να υποστεί, θα έπαιρνε πολύ χρόνο να το διηγηθώ. Άλλωστε τέτοια πράγματα δεν είναι σωστό ούτε εγώ να τα πω ούτε εσύ να τα ακούσεις.
ΜΙΚΥΛΛΟΣ
Άραγε εγώ ποιος ήμουν προηγουμένως, αξιοθαύμαστε φίλε μου; Αυτό πες μου πρώτα, αν μεταβλήθηκα κι εγώ κάποτε, όπως κι εσύ.
ΠΕΤΕΙΝΟΣ
Και βέβαια.
ΜΙΚΥΛΛΟΣ
Ποιος λοιπόν ήμουν, αν μπορείς να μου το πεις; Θα ήθελα αυτό να το ξέρω.
ΠΕΤΕΙΝΟΣ
Εσύ; Ινδικό μυρμήγκι, από αυτά που σκάβουν και βγάζουν το χρυσάφι.
ΜΙΚΥΛΛΟΣ
Καλά, και δεν νοιάστηκα, ο κακότυχος, να έρθω σ’ αυτή τη ζωή φέρνοντας μαζί μου από την προηγούμενη έστω λίγη χρυσόσκονη; Πες μου όμως, τι θα γίνω μετά; Φυσικό είναι να ξέρεις. Γιατί αν είναι κάτι καλό, θα σηκωθώ αμέσως και θα κρεμαστώ από το ξυλοκάρφι στο οποίο εσύ στέκεσαι.
ΠΕΤΕΙΝΟΣ
Δεν πρόκειται να το μάθεις αυτό με κανέναν τρόπο. Λοιπόν, όταν έγινα Εύφορβος – ξαναγυρνώ πάλι σ’ εκείνα – πολέμησα στην Τροία και, αφού με σκότωσε ο Μενέλαος, μπήκα στον Πυθαγόρα ύστερα από καιρό.
ΜΙΚΥΛΛΟΣ
Κι όταν ξεντύθηκες τον Πυθαγόρα, ποιανού ρούχο φόρεσες μετά απ’ αυτόν;
ΠΕΤΕΙΝΟΣ
Της Ασπασίας, της εταίρας από τη Μίλητο.
ΜΙΚΥΛΛΟΣ
Πω πω, τι λόγια! Και η γυναίκα έγινε μαζί με όλα τα άλλα ο Πυθαγόρας, και υπήρξε κάποτε καιρός που κι εσύ γεννούσες αβγά, εξοχότατε πετεινέ μου, και συνευρισκόσουν με τον Περικλή, όντας Ασπασία, κι είχες μείνει έγκυος απ’ αυτόν, και λανάριζες το μαλλί και έγνεθες το νήμα και φερόσουν ως γυναίκα όπως οι εταίρες;
ΠΕΤΕΙΝΟΣ
Όλα αυτά τα έκανα όχι μόνο εγώ, αλλά και ο Τειρεσίας πριν από μένα, και ο γιος του Ελάτου, ο Καινέας. Συνεπώς για οτιδήποτε κοροϊδέψεις εμένα, θα είναι σαν να έχεις απευθύνει κοροϊδία και σ’ εκείνους.
ΜΙΚΥΛΛΟΣ
Και λοιπόν; Πιο ευχάριστη ήταν η ζωή σου όταν ήσουν άντρας ή όταν ο Περικλής κοιμότανε μαζί σου;
ΠΕΤΕΙΝΟΣ
Βλέπεις τώρα τι είναι αυτό που ρώτησες; Η αντίστοιχη απάντηση δεν ωφέλησε ούτε τον Τειρεσία.
ΜΙΚΥΛΛΟΣ
Αλλά κι αν ακόμη δεν το πεις εσύ, ο Ευριπίδης έκανε μια ξεκάθαρη διάκριση για τέτοια ζητήματα, λέγοντας πως θα προτιμούσε να βρεθεί τρεις φορές σε πόλεμο κρατώντας ασπίδα, παρά να γεννήσει μια φορά.
Και μετά την Ασπασία ποιος άντρας ή γυναίκα αναδείχτηκες πάλι;
Μέρος Β’: http://www.lecturesbureau.gr/1/dream-or-rooster-part-b-1398/
Μέρος Γ’: http://www.lecturesbureau.gr/1/dream-or-rooster-part-c-1399/
ΣΑΤΙΡΑ ΑΠΛΗΣΤΙΑΣ
ΚΑΙ ΜΑΤΑΙΟΔΟΞΙΑΣ
ΛΟΥΚΙΑΝΟΣ
ΕΚΔΟΣΕΙΣ ΖΗΤΡΟΣ
Εικόνα: https://kottke.org/14/03/beautiful-photos-of-chicken-beauty-pageants