06 Ιούλ Το ελάφι απάντησε στην οργή του βασιλιά-λιονταριού (JEAN DE LA FONTAIN)
Όλοι έτρεξαν να δείξουν την πίστη τους στο λιοντάρι το οποίο ξαφνικά έχασε τη βασίλισσά του, προσφέροντάς του τη συμπαράστασή τους για τον αιφνίδιο θάνατό της. Δυστυχώς τα λόγια αυτά της παρηγοριάς δεν έκαναν τίποτα παραπάνω από το να αυξήσουν τη λύπη του.
Όλο το βασίλειο ειδοποιήθηκε ότι η κηδεία θα γινόταν μια ορισμένη ώρα στο παλάτι. Οι αξιωματικοί του λιονταριού διατάχτηκαν να παρουσιαστούν για να συντονίσουν την τελετή και να τοποθετήσουν τους παρευρισκομένους σε θέσεις ανάλογες με το αξίωμά τους. Φυσικά κανένας δεν απουσίασε.
Ο μονάρχης εκδήλωσε τη λύπη του σε όλο της το μέγεθος και ολόκληρη η σπηλιά – τα λιοντάρια δεν έχουν ναούς – αντήχησε από τα κλάματά του. Ακολουθώντας το παράδειγμά του όλα τα ζώα έκλαψαν ανάλογα με τις φωνές τους. Η αυλή είναι το είδος του τόπου όπου όλοι είναι είτε λυπημένοι είτε χαρούμενοι είτε αδιάφοροι σε όλα, ανάλογα με το τι θεωρεί ο βασιλιάς ότι αρμόζει. Και αν κάποιος δεν νοιώθει έτσι, τουλάχιστον προσπαθεί να φαίνεται ότι νοιώθει διότι όλοι προσπαθούν να μιμούνται το βασιλιά. Λένε ότι ένα μυαλό ζωντανεύει χίλια σώματα και κάτι τέτοιο σημαίνει ότι τα ανθρώπινα όντα είναι μηχανές. Αλλά ας επανέλθουμε στο θέμα μας. Μόνο το ελάφι δεν έχυσε δάκρυα. Πώς άντεξε; Ο θάνατος της βασίλισσας του επέτρεψε να πάρει εκδίκηση διότι η βασίλισσα είχε στραγγαλίσει τη γυναίκα και το γιο του.
Ένας αυλικός θεώρησε σωστό να πληροφορήσει τον πενθούντα μονάρχη και ακόμη να βεβαιώσει ότι είχε δει το ελάφι να γελάει. Η οργή ενός βασιλιά, λέει ο Σολομώντας, είναι τρομεμή και ιδιαίτερα αυτή ενός λιονταριού-βασιλιά. «Καημένε δασοφύλακα! αναφώνησε, «τόλμησες να γελάσεις όταν όλοι γύρω σου είχαν αναλυθεί στα δάκρυα; Δεν θα λερώσουμε τα βασιλικά νύχια με το ποταπό αίμα σου! Εσύ, γενναίε λύκε, πάρε εκδίκηση για τη βασίλισσά σου, θυσιάζοντας αυτόν τον προδότη στη βασιλική της χαίτη…!»
Σ’ αυτά επάνω το ελάφι απάντησε: «Κύριε, ο καιρός για δάκρυα πέρασε, η λύπη εδώ είναι περιττή. Η σεβαστή σύζυγός σας εμφανίστηκε σε μένα μόλις τώρα πάνω σ’ ένα κρεβάτι με τριαντάφυλλα. Αμέσως την αναγνώρισα. “Φίλε”, μου είπε “φτάνει πια με τις πομπώδεις επιδείξεις της κηδείας, σταματήστε τα άχρηστα δάκρυα. Δοκίμασα χίλιες απολαύσεις στα Ηλύσια Πεδία, κουβεντιάζοντας με αυτούς που είναι άγιοι σαν κι εμένα. Ας λυπάται για μένα ο βασιλιάς λίγο ακόμη, μ’ ευχαριστεί. ” Μόλις τελείωσε αυτο που έλεγε, όλοι φώναξαν. « Ένα θαύμα! Ένα θαύμα!» Το ελάφι αντί να τιμωρηθεί δέχτηκε ένα υπέροχο δώρο.
ΜΥΘΟΙ
ΖΑΝ ΝΤΕ ΛΑ ΦΟΝΤΑΙΝ
Εικόνα: https://gr.pinterest.com/pin/433049320418005731/