fbpx

ΠΕΡΙ ΑΟΡΓΗΣΙΑΣ (ΠΛΟΥΤΑΡΧΟΣ) | Μέρος Β’

ΠΕΡΙ ΑΟΡΓΗΣΙΑΣ (ΠΛΟΥΤΑΡΧΟΣ) | Μέρος Β’

Η οργή άλλωστε, δεν έχει πάντοτε μεγάλη και ισχυρή αρχή· αντίθετα, ακόμα και πείραγμα, αστείο, ξέσπασμα γέλιου ή νόημα που κάνει κάποιος και πολλά άλλα παρόμοια κάνουν πολλούς ανθρώπους να θυμώσουν.
Όπως, λοιπόν, είναι εύκολο να ελέγξεις φλόγα που άναψε σε λαγοτόμαρο ή φιτίλι ή σκουπίδια, αλλά αν πιάσει σε κάτι στέρεο που έχει βάθος, γρήγορα καταστρέφει και καταβροχθίζει “με νεανικό σφρίγος, έργα τεχνιτών υψηλά”, όπως λέει ο Αισχύλος, έτσι και ο άνθρωπος που στην αρχή προσέχει τον θυμό του και τον παρατηρεί ενώ ακόμα καπνίζει και πάει ν’ ανάψει λίγο λίγο από κάποιο κουτσομπολιό ή βρομόλογο δεν χρειάζεται μεγάλη προσπάθεια, αλλά συχνά καταφέρνει να τον σβήσει παραμένοντας σιωπηλός και αγνοώντας τον.
Αυτός, δηλαδή, που δεν ταΐζει τη φωτιά τη σβήνει και, κατά τον ίδιο τρόπο, αυτός που δεν τρέφει στην αρχή την οργή του και δεν ξεφυσάει δυναμώνοντάς την προφυλάσσει τον εαυτό του εναντίον της και την καταστρέφει.
Η αλήθεια είναι ότι κανένα από τα πάθη, την ώρα που συγκεντρώνονται και αρχίζουν να κινούνται, δεν γίνεται εύκολα αντιληπτό ότι γεννιέται και αυξάνεται. Ο Όμηρος, μάλιστα, πολύ επιδέξια μας διδάσκει σχετικά, βάζοντας τον Αχιλλέα να καταλαμβάνεται ξαφνικά από λύπη όταν δέχεται την είδηση, στον στίχο όπου ο ποιητής λέει,
έτσι μίλησε, και εκείνον τον σκέπασε μαύρο σύννεφο λύπης,
όμως τον δείχνει να χάνει αργά αργά την ψυχραιμία του με τον Αγαμέμνονα και να παίρνει φωτιά αφού προηγουμένως ειπώθηκαν πολλά. Ωστόσο, αν κάποιος από τους δύο είχε συγκρατήσει τα λόγια του και είχε εμποδίσει τον εαυτό του να τα προφέρει, η αντιδικία δεν θα είχε οξυνθεί τόσο πολύ ούτε θα είχε πάρει τέτοιες διαστάσεις. Όμως η φλόγα του θυμού ζωηρεύει πολύ με όσα λένε και κάνουν όσοι έχουν καταληφθεί από αυτόν. Η καλύτερη μέθοδος, επομένως, είναι να συγκρατηθούμε ή να τρέξουμε και να κρυφτούμε και να καταφύγουμε σε ήρεμο αγκυροβόλιο, σαν να νιώθουμε ότι μας έρχεται επιληπτική κρίση, ώστε να μην πέσουμε – ή μάλλον να μην πέσουμε πάνω σε άλλους· και συνήθως συχνότερα πέφτουμε πάνω στους φίλους μας, γιατί δεν αγαπάμε ούτε φθονούμε ούτε φοβόμαστε τους πάντες αδιακρίτως, αλλά δεν υπάρχει τίποτα που ο θυμός το αφήνει άθικτο και δεν θα του επιτεθεί· οργιζόμαστε με εχθρούς και φίλους, με παιδιά και γονείς, και, μα τον Δία, ακόμα και με τους θεούς, με θηρία και με άψυχα αντικείμενα, όπως έκανε ο Θαμύρας:
σπάζοντας τη χρυσόδετη λύρα του,
σπάζοντας τη μελωδική καλοκουρδισμένη λύρα. (ΣΟΦΟΚΛΗΣ)
και ο Πάνδαρος, που καταράστηκε τον εαυτό του αν δεν “έσπαγε με τα χέρια του” (ΟΜΗΡΟΣ), το τόξο του και δεν του έβαζε φωτιά να το κάψει.
Ο Ξέρξης, επίσης, όχι μόνο κέντριζε και μαστίγωνε τη θάλασσα1 αλλά έστελνε και γράμμα στο βουνό: “Θεϊκέ Άθω, υψωμένε ως τα ουράνια, μη μου βάλεις εμπόδιο βράχους μεγάλους και δυσκολοκατέργαστους. Αλλιώς θα σε πετάξω κομμάτια στη θάλασσα”.
Ο θυμός μπορεί, στ’ αλήθεια, να κάνει πολλά τρομερά πράγματα και μαζί πολλά γελοία· γι’ αυτό είναι το πιο μισητό και το πιο περιφρονητέο από τα πάθη. Είναι χρήσιμο να το εξετάσουμε και υπό τις δύο τούτες απόψεις.
Από πλευράς μου – αν έκανα καλά, δεν το ξέρω – ξεκίνησα την γιατρειά της οργής μου ως εξής· άρχισα να παρατηρώ το πάθος σε άλλους, όπως οι Σπαρτιάτες παρατηρούσαν στους είλωτες τι πράγμα είναι το μεθύσι. Στην αρχή, όπως λέει ο Ιπποκράτης ότι η πιο σοβαρή ασθένεια είναι κείνη κατά την οποία το πρόσωπο του αρρώστου δεν μοιάζει καθόλου με το κανονικό του, έτσι κι εγώ παρατήρησα ότι όσοι γίνονται εκτός εαυτού από οργή αλλάζουν πολύ στην έκφραση του προσώπου, στο χρώμα, στο βάδισμα και στη φωνή, κατ’ αυτό τον τρόπο σχημάτισα για τον εαυτό μου εικόνα του πάθους τούτου, και ένιωσα δυσάρεστα σκεπτόμενος ότι θα μπορούσα ποτέ να φανώ τόσο φοβερός και διαταραγμένος στους φίλους μου, στη γυναίκα μου και στις κόρες μου, όχι απλώς άγριος και ξένος στα μάτια τους αλλά και μιλώντας με φωνή τραχιά και απότομη· έτσι ήταν άλλοι φίλοι μου που τύχαινε να συναντήσω κάποιες φορές, όταν η οργή τούς είχε καταστήσει ανίκανους να διαφυλάξουν τον χαρακτήρα τη μορφή τους ή τη χάρη των λόγων τους, τη λεπτότητα ή την ευπροσηγορία της συναναστροφής.
Όσο για μένα όμως, αν είχα κάποιον καλοαναθρεμμένο κι έξυπνο ακόλουθο, δεν θα με δυσαρεστούσε αν έβαζε μπροστά μου καθρέφτη τις στιγμές της οργής μου, όπως κάνουν σε μερικούς όταν έχουν πάρει το λουτρό τους, πράγμα που δεν τους χρησιμεύει σε τίποτα. Το να δεις τον εαυτό σου σε αφύσικη κατάσταση και ταραγμένο δεν συμβάλλει και λίγο στη δυσφήμιση αυτού του πάθους.
Όταν η θάλασσα φουρτουνιάζει από τον άνεμο και βγάζει στην επιφάνεια τα βρύα και τα φύκια, λένε ότι καθαρίζεται· όμως τα ακόλαστα, πικρόχολα και χυδαία λόγια που εκβράζει ο θυμός, όταν η ψυχή είναι τρικυμισμένη, βρομίζουν πρώτους εκείνους που τα προφέρουν και τους ντροπιάζουν, υπό την έννοια ότι τα είχαν πάντοτε μέσα τους και είναι γεμάτοι από αυτά, αλλά τώρα η οργή τούς αποκαλύπτει. Έτσι, για “το ελαφρότερο πράγμα”, όπως λέει ο Πλάτων, επισύρουν τη “βαρύτερη τιμωρία του λόγου”, θεωρούμενοι εχθρικοί, κακολόγοι και κακοήθεις.
Όταν όμως η γλώσσα των οργισμένων γίνεται τραχιά και ρυπαρή και ξεσπάει σε άσχημα λόγια, προξενεί προσβολές που δημιουργούν αθεράπευτη έχθρα και προδίδει ύπουλη εχθρότητα. Ο άκρατος οίνος, μάλιστα, δεν προκαλεί τίποτα τόσο χυδαίο και δυσάρεστο σαν αυτό που προκαλεί η οργή· οι κουβέντες του κρασιού ταιριάζουν με το γέλιο και τη διασκέδαση, ενώ εκείνες που ξεπηδούν από την οργή είναι αναμειγμένες με χολή· και ενώ αυτός που μένει σιωπηλός στην οινοποσία γίνεται δυσάρεστος και βαρετός στους συμπότες, δεν υπάρχει τίποτα πιο αξιοπρεπές, όταν κάποιος είναι οργισμένος, από την ησυχία, όπως συμβουλεύει η Σαπφώ:
“Όταν η οργή σκιρτά μέσα στα στήθη, κράτα τη γλώσσα που μονότονα αλυχτά”.
1Αναφέρεται στα γεγονότα που καταγράφει ο Ηρόδοτος (7, 35): Όταν η κακοκαιρία κατέστρεψε τις γέφυρες που είχαν κατασκευάσει οι Πέρσες στον Ελλήσποντο, ο Ξέρξης έδωσε διαταγή να μαστιγώσουν τριακόσιες φορές τη θάλασσα και να ρίξουν στα νερά της χειροπέδες. Διέταξε τους άντρες του να φωνάζουν την ώρα που μαστίγωναν τα νερά του Ελλησπόντου: “Πικρό ποτάμι, ο κύριος σου σε τιμωρεί γιατί τον προσέβαλες, ενώ εκείνος δεν σε πείραξε ποτέ. Ο βασιλιάς Ξέρξης, όμως, θα σε διαβεί, είτε το θέλεις είτε όχι”.

 

 

 

Μέρος Α’: http://www.lecturesbureau.gr/1/on-placidity-part-a-1247/

 

 

 
ΗΘΙΚΑ
ΤΟΜΟΣ 12
ΠΛΟΥΤΑΡΧΟΣ
ΕΚΔΟΤΗΣ ΟΔΥΣΣΕΑΣ ΧΑΤΖΟΠΟΥΛΟΣ



Facebook

Instagram

Follow Me on Instagram