fbpx

ΗΣΙΟΔΟΣ : Εύκολα την εξαθλίωση μπορείς κι αθρόα να την πιάσεις /Λείος ο δρόμος της, πολύ κοντά μας μένει/ Μα μπρός στην αρετή, ιδρώτα βάλανε οι θεοί/ οι αθάνατοι

ΗΣΙΟΔΟΣ : Εύκολα την εξαθλίωση μπορείς κι αθρόα να την πιάσεις /Λείος ο δρόμος της, πολύ κοντά μας μένει/ Μα μπρός στην αρετή, ιδρώτα βάλανε οι θεοί/ οι αθάνατοι

Ο Ησίοδος, είχε αδελφό τον Πέρση. Καταγόταν από φτωχή οικογένεια πενήτων ανθρώπων,  με πατέρα τον Δίο και μητέρα την Πυκιμήδη.

Έρχεται από την Κύμη της Αιολίας της Μικράς Ασίας, που ήταν αποικία της Αρχαίας Ελληνικής Κύμης. Εγκαθίστανται στη Βοιωτία και συγκεκριμένα στη Άσκρα,  ένα χωριό στους πρόποδες του Ελικώνα. Γίνεται βοσκός προβάτων, βουκόλος και αγρότης, μικρός γεωκτήμονας. Ζώντας κοντά στη φύση, την οσμίζεται, την γεύεται, την αναπνέει και μαγεύεται από αυτή. Και αρχίζει να γράφει για αυτή.

Στην ποιητική παρουσίαση “Έργα και Ημέραι”, περιγράφει τις περιπέτειες που είχε με τον αδελφό του Πέρση όταν με τη δωροδοκία  κακών  δικαστών  καταχράστηκε την όποια πατρική τους  περιουσία, την οποία τελικά άσκοπα κατασπατάλησε και επανήλθε ζητώντας  βοήθεια επιβίωσης. Και με την ευκαιρία μας δίνει κανόνες ζωής και αποφθεγματικές προσωπικές του θέσεις.

Σταχυολογώ στίχους για να γευτούμε ψήγματα των ιδεών του και της σοφίας του.

Για τον αδελφό του γράφει: «Θα σου μιλήσω, πολύ ανόητε Πέρση, με διάθεση αγαθή/ Εύκολα την εξαθλίωση μπορείς κι αθρόα να την πιάσεις /Λείος ο δρόμος της, πολύ κοντά μας μένει/ Μα μπρός στην αρετή, ιδρώτα βάλανε οι θεοί/ οι αθάνατοι…»

Αλλού: «Διόλου ντροπή η δουλειά, ντροπή η αεργία… Δεν φτάνει η ντροπή για να χορτάσει τον άντρα που έχει ανάγκη…

Αν κακό στο κτήμα σου συμβεί, θα τρέξουν άζωστοι οι γείτονες, μα οι συγγενείς αφού ζωστούνε πρώτα. Τον φίλο με τον αδελφό σου μην τον κάνεις ίσο…..

Τα πλούτη δεν πρέπει να τα αρπάζεις: αυτά που δίνει ο Θεός πολύ καλύτερα είναι. Γιατί εύκολα – μόνο – αυτός δίνει τη δύναμη  μα και εύκολα τον ισχυρό καταστρέφει, εύκολα τον περιφανή μειώνει και υψώνει τον αφανή, εύκολα διορθώνει το άδικο και ταπεινώνει τον υπερόπτη».

Και προχωρεί ακόμα χωρίς να φοβάται: «οι Βασιλείς δεν είναι οι υιοί του Διός, είναι οι καταβροχθιστές του – δίκιου – του λαού». Και εδώ το βασιλείς έχει τη γενικότερη έννοια του από πάνω.

«Nύν δ αίνον βασιλεύσ΄ έρέω φρονέουσι και αυτοίς.. Ώδ’ ίρηξ

προσέειπεν αηδόνα ποικιλόδειρον».

Δηλαδή: «Τώρα θα τα ψάλλω στους βασιλιάδες που κάνουν και τους σοφούς, είπε το γεράκι καθώς είχε αρπάξει  το όμορφο αηδόνι και το ανέβαζε στα ύψη.    Το αηδόνι έκλαιγε γοερά  όταν τα νύχια του γερακιού, σφιχτά χώνονταν στο κορμί του. Το γεράκι το κοίταξε περιφρονητικά και του είπε: Κακόμοιρο τι φωνάζεις; Κάποιος πολύ ανώτερος, πολύ δυνατότερος από εσένα, σε κρατά. Πάς όπου θέλω εγώ, όπου εγώ σε πάω και άς είσαι τραγουδιστής. Αν θέλω δείπνο μου σε κάνω ή σε αφήνω ελεύθερο.

Δίχως μυαλό είναι εκείνος που ίσως θέλει με δυνατότερούς του  ν΄αναμετρηθεί».

Και ο έχων νούν νοείτω και οι σημερινές εποχές  δίνουν την διαχρονικότητα των λόγων του αρπακτικού που ο Ησίοδος αναφέρει γεράκι.    Χρονολογικά θεωρείται σύγχρονος του Ομήρου. Κατά άλλους νεώτερος, κατά τους περισσοτέρους  αρχαιότερος.

«Συνηκμηκέναι δε αυτόν, οι μεν Ομήρω φασίν, οι δε και Ομήρου προγενέστερον είναι διισχυρίζονται».

Ο Όμηρος εξύμνησε τον ήρωα, την σφαγή, τον πόλεμο, την αλαζονεία. Ο Ησίοδος, περιέγραψε την αγάπη για τη φύση, την κοινωνική δικαιοσύνη, τα ανθρώπινα δικαιώματα την κατάχρηση της εξουσίας των ισχυρών.

Πάντως το “Έργα και Ημέραι” εγράφη γύρω στο 8ο -7ο αιώνα προ Χριστού.

Στο άλλο έργο του “Θεογονία” δείχνει όλη του την ανήσυχη φιλοσοφική αναζήτηση, στο ποιοί είναι οι θεοί μας, στο πώς φτιάχτηκε ο κόσμος μας. Μας φέρνει κοντά στους θεούς της Ελλάδας, στους θεούς του Ολύμπου, στην αρχαία ελληνική θρησκεία. Προχωρεί ακόμα περισσότερο και αναζητά το ποιοί ήταν αυτοί που έφτιαξαν αυτούς τους θεούς τους Ολύμπιους που τιμάμε, ποιοί οι πρόδρομοι. Αναφέρει το Χάος, τη Γή, τον Ουρανό, τους Τιτάνες.

Τελικά ο Ησίοδος μετά τη νίκη του  σε αγώνες ποιητικούς, περνά από τους Δελφούς όπου παίρνει τον παρακάτω χρησμό: «Να φυλαχτείς από το ωραίο του Διός Νεμείου το άλσος. Εκεί έχει ορισθέί για σέ το τέλος του θανάτου». Για ν’ αποφύγει τη Νεμέα πηγαίνει στη Λοκρίδα, όπου δολοφονείται άδικα από τους αδελφούς Αμφιφάνη και τον Γανύκτορα, τους γιούς του Φηγέα, για λόγους τιμής. “Όταν αποδείχτηκε το λάθος, η πράξη του φόνου είχε τελεσθεί. Τελικά από αυτή την ατιμασθείσα αδελφή την Κλυμένη, γεννήθηκε ο Στησίχορος*. Οι κάτοικοι του Ορχομενού, τον τίμησαν αναγνωρίζοντας το λάθος που έκαναν.

Παρά την άναρχη γραφή του λόγου του, ο Ησίοδος θεωρείται από τους σημαντικότερους αρχαίους συγγραφείς. Μας καταγράφει τις κρατούσες τότε κοινωνικές αντιλήψεις της ζωής, καταγραφή ιδιαίτερα πολύτιμη για συμπεράσματα που νοιώθουμε την εθνική μας υπερηφάνεια να εγγίζει ιδέες ανθρωπιάς  και οικολογικού σεβασμού της φύσης. Ακόμα, μας μεταφέρει τις ανησυχίες της εποχής του, στο ποιοι είμαστε, από πού ερχόμαστε, ποιοι οι θεοί μας και ποιός τους έφτιαξε, τι ήταν μπροστά από αυτούς, χωρίς καμιά ανίερη Ιερή Εξέταση να τον ρίχνει στην πυρά. Χωρίς πάλι να προβάλει το φάσμα του θανάτου,  διδάσκει την αρετή, ενσυνείδητη  αρετή, άνευ της γνωστής επουράνιας ανταπόδοσης. Ερωτήματα εσχατολογικά που  και σήμερα ακόμη μένουν χωρίς απάντηση, χωρίς λύση, που δεν τολμούν καν να τεθούν αντιμέτωπα στις επικρατούσες δογματικές απόψεις για αυτό και γίνονται αντικείμενο εκμετάλλευσης εκείνων που έχουν συμφέροντα εξ αυτών.

Ο Ησίοδος πέρασε από τα μαθητικά μου χρόνια χωρίς να αφήσει το στίγμα του, χωρίς να τον μάθω. Τις διδαχές του τις πήρα μόνος μου, στην ωριμότητα μου. Πάντως, κάποιος θα πρέπε ναι έχει την ευθύνη, την ενοχή, γι΄αυτό το σκοτάδι που με άφησε.
–––––––––––

Βοηθήματα.

1) Εγκυκλ. Πάπυρος Λαρούς. Μπριτάνικα.

2) Ησίοδος “Έργα και Ημέρες”, Θεογονία. Εκδ. Ζήτρος, 2001

3) Βοwra C. M. Αρχαία Ελληνική Λογοτεχνία. Εκδ. Εστία 1950

*Στησίχορος: Λυρικός ποιητής,  7ος -6ος αιώνας π.Χ.

Γιάννης Κορναράκης

ΠΗΓΗ : ebdomi.com
EIKONA : pinterest.com/pin/588001295073842211/

 



Facebook

Instagram

Follow Me on Instagram