21 Σεπ Ο Αχιλλέας ερωτεύεται την Πενθεσίλεια και τιμωρεί τον κυνικό Θερσίτη
Η Πενθεσίλεια, μία από τις βασίλισσες των Αμαζόνων, ήταν σύμφωνα με την ελληνική μυθολογία κόρη του θεού του πολέμου, του Άρη και της Οτρήρης. Η ιστορία της, ξεχωρίζει για την τόλμη της στο πεδίο της μάχης και για τον τραγικό της θάνατο στα χέρια του Αχιλλέα. Υπήρξε βασίλισσα του μυθικού λαού των Αμαζόνων, δηλαδή των πολεμιστριών που λέγεται ότι έκοβαν το ένα τους στήθος ώστε να μεταφέρουν και να χειρίζονται πιο εύκολα τα τόξα τους.
Μια μέρα, ενώ κυνηγούσε στο δάσος, σκότωσε κατά λάθος την αδερφή της την Ιππολύτη. Αυτό το γεγονός την συνέτριψε συναισθηματικά και έκτοτε άρχισε να σκέφτεται τον θάνατο. Όμως, η παράδοση των Αμαζόνων απαγόρευε την αυτοκτονία και επικροτούσε μόνο τον ηρωικό θάνατο μέσα σε μάχη.
Οι Αμαζόνες αρχικά τηρούσαν ουδέτερη στάση. Όταν όμως ο Αχιλλέας σκότωσε τον Έκτορα, τον βασιλιά των Τρώων, γεγονός που συνέπεσε χρονικά και με το τραγικό δυστύχημα της αδερφή της, η Πενθεσίλεια αποφάσισε να βοηθήσει τους Τρώες, ως επικεφαλής του στρατού των Αμαζόνων. . Κατά μια εκδοχή, ήλπιζε βοηθώντας τους Τρώες τους οποίους προστάτευε η θεά Άρτεμις, προστάτιδα του κυνηγιού, ότι η θεά θα την συγχωρούσε για το φόνο της αδερφής της. Στον πόλεμο, δεν στεκόταν αμέτοχη στην άκρη περιμένοντας να δει την εξέλιξη της μάχης μεταξύ αντρών. Η ίδια και οι Αμαζόνες διακρίθηκαν για τη γενναιότητά τους. Ηταν ευκίνητη, γρήγορη και γενναία. Ήθελε να αποδείξει ότι οι Αμαζόνες ήταν εξίσου αποτελεσματικές όσο και οι άντρες. Στόχος της ήταν να σκοτώσει τον Αχιλλέα ώστε να εκδικηθεί τον θάνατο του Έκτορα και να πεθάνει ηρωικά στη μάχη.
Ο Αχιλλέας είχε δει πολλές φορές μια πολεμίστρια με μάσκα να μάχεται και είχε γοητευτεί από τη δύναμη και την τόλμη της, αλλά δεν είχε δει το πρόσωπό της.
Σε μια μάχη, ήρθαν αντιμέτωποι. Εκείνη του πέταξε το κοντάρι της, όμως αυτό έγινε κομμάτια όταν χτύπησε την ασπίδα του. Τότε εκείνος κατάφερε να την τραυματίσει θανάσιμα, πήγε κοντά της και της αφαίρεσε τη μάσκα.
Η ομορφιά της, τον γέμισε μελαγχολία και όσοι ήταν παρόντες δεν είχαν καμιά αμφιβολία ότι ο Αχιλλέας εκείνη τη στιγμή είχε ερωτευθεί τη γυναίκα που σε λίγο θα πέθαινε. Ο Θερσίτης(συμπολεμιστης) , ακόμα και την τραγική αυτή ώρα, αισθάνθηκε την ανάγκη να περιγελάσει τον Αχιλλέα και έμπηξε το κοντάρι του μέσα στο μάτι της.
Αυτό εξόργισε τον Αχιλλέα, ο οποίος από θυμό τον σκότωσε με γροθιές «εν βρασμώ ψυχής.» Με τον θάνατο του φίλου του, ξέσπασε μια βεντέτα μέσα στα στρατεύματα των Ελλήνων. Ο Διομήδης, ξάδερφος του Θερσίτη, εντόπισε τη σωρό της Πενθεσίλειας, την έσυρε με το άρμα του και την πέταξε σε ποτάμι. Ο Αχιλλέας τη βρήκε και της απέδωσε τις αρμόζουσες τιμές. Σε κάποιες ιστορίες υπάρχει αναφορά για νεκροφιλία εκ μέρους του Αχιλλέα με τη νεκρή πολεμιστρια. Ενώ σε άλλες ιστορίες λέγεται ότι η Πενθεσίλεια έφερε στον κόσμο τον γιο του, μετά θάνατον.
Η ιστορία της, δεν υπάρχει στην Ιλιάδα, η οποία τελειώνει με την κηδεία του Έκτορα πριν έρθουν οι Αμαζόνες να εκδικηθούν τον θάνατό του. Υπήρχε ομως στην » Αιθιοπίς», ένα χαμένο έπος της αρχαίας ελληνικής λογοτεχνίας όπου ζωή της χαρακτηρίζεται τραγική. Περιγράφεται ως μια γενναία πολεμίστρια που τη σημάδεψε ο θάνατος της αδερφής της. Η θλίψη της και η επιθυμία της να διακριθεί στο πεδίο των μαχών την οδήγησε στη Τροία. Ο θάνατός της ήταν μια σημαντική απώλεια, αλλά προκάλεσε διχόνοια στο στρατόπεδο των Ελλήνων.
Ο αρχαίος Ρωμαίος ποιητής Βιργίλιος εξύμνησε τη γενναιότητα και την ομορφιά της Πενθεσίλειας. Χρησιμοποίησε το όνομα «μπελατρίξ» που στα Λατινικά σημαίνει θηλυκός πολεμιστής για να την περιγράψει. Λέγεται ακόμα ότι αυτό ενέπνευσε την συγγραφέα του Χάρυ Πότερ, Ρόουλινγκ για να ονομάσει την ηρωίδα της Μπελατρίξ Λέστρειντζ στο βιβλίο “ο Χάρυ Πότερ και το τάγμα του Φοίνικα”.
Ο αστεροειδής 271 Πενθεσίλεια (271 Penthesilea), που ανακαλύφθηκε το 1887, πήρε το όνομά του από τη μυθική αυτή Αμαζόνα. Αρκετά επίσης είναι τα λογοτεχνικά έργα που βασίστηκαν στον μύθο της, με θεωρούμενο σημαντικότερο την τραγωδία «Πενθεσίλεια» του Χάινριχ φον Κλάιστ (1808), πάνω στην οποία βασίζεται και η ομώνυμη μονόπρακτη όπερα του Ελβετού συνθέτη Othmar Schoeck (1927).
Αγγελική Κουραβελα