fbpx

Αρκεσίλαος από την Πιτάνη (Σέξτος ο Εμπειρικός) | Μέρος Β’

Αρκεσίλαος από την Πιτάνη (Σέξτος ο Εμπειρικός) | Μέρος Β’

Ήταν συμφοιτητές αλλά πόσο διαφορετικοί χαρακτήρες!
Καρτερικότατος ο Ζήνων, λιτότατος – έπινε λίγο κρασί – πάντα ντυμένος απλά και ελαφρά άντεχε το κρύο του χειμώνα. Συνήθιζε να λέγει ότι το ευ γίνεσθαι έρχεται λίγο – λίγο, δεν είναι όμως μικρό πράγμα:
τό εὖ γίνεσθαι παρά μικρόν, οὐ μήν μικρόν εἶναι (Δ.Λ. VII26)
Αυτόν τον ασκητικό Ζήνωνα αλλά και δεινό συνομιλητή, που βαθιά στοχάστηκε πάνω στον άνθρωπο και άφησε πίσω του το θαυμαστό οικοδόμημα της στωικής ηθικής, που τον τελευταίο Ρωμαίο αυτοκράτορα, τον Μάρκο Αυρήλιο, συγκίνησε τόσο, ώστε να μας αφήσει τα εκπληκτικά Εἰς ἑαυτόν, αυτόν τον Ζήνωνα επέλεξε ως αντίπαλο ο Αρκεσίλαος. Και οι δύο εγνώριζαν την φιλοσοφία του Πλάτωνος, και οι δύο εγνώριζαν καλά την τέχνη της διαλεκτικής· ήρθαν όμως σε σύγκρουση.
Ο πόλεμος με τους στωικούς πήρε, από το μέρος του Αρκεσιλάου, τέτοια μορφή ώστε η επιμονή του τελευταίου στην απορητική μέθοδο να εκβάλει σε μια διδασκαλία της ακαταληψίας, στην θέση δηλαδή ότι τα πράγματα είναι ακατάληπτα. Μακρύς βέβαια ο δρόμος από τη θεωρία των ιδεών στην ακαταληψία. Είναι τα δύο άκρα. Για να λυθεί το “αίνιγμα” του Αρκεσιλάου υπαινίχθησαν μια εσωτερική διδασκαλία, ότι δηλαδή στους πολλούς ο Αρκεσίλαος εδίδασκε την ακαταληψία, αλλά ότι με στενό κύκλο μαθητών συνέχιζε την πλατωνική φιλοσοφία. Φανερά ωστόσο κατηγορήθηκε ότι εγκατέλειψε την Παλαιά Ακαδημία και ότι στη θέση της έστησε μια νέα Ακαδημία. Έτσι πολιτογραφείται ο Αρκεσίλαος ως νεοακαδημεικός φιλόσοφος, ένας φιλόσοφος που εισάγει τον σκεπτικισμό στην σχολή του, αφού όπλο του πια γίνεται η εποχή. Σε τέτοιο σημείο μάλιστα την είχε καταφύγιο που πολλοί είπαν ότι, προς το επέχειν, δεν έγραψε τίποτα.
Ας μείνουμε όμως ακόμη κοντά στον άνθρωπο Αρκεσίλαο.
Η ζωή του δεν ήταν κακή στην Αθήνα, όταν με τον θάνατο του Κράτηρος αναλαμβάνει αρχηγός της Μέσης Ακαδημίας. Θα φανταζόμαστε τον Αρκεσίλαο, που δεν άφηνε στιγμή τον Ζήνωνα ήσυχο με τις συνεχείς επιθέσεις του, έναν άνθρωπο κακό, αλαζονικό, εκδικητικό. Ήταν ακριβώς το αντίθετο. Γενναιόδωρος από φύση του και ανοιχτός, βοηθούσε πάντα όσους είχαν ανάγκη. Τον Ιππόνικο, τον παλιό του δάσκαλο, για τον οποίο είχε κάποτε αστειευθεί* τον πήρε, όταν αρρώστησε, σπίτι του έως ότου έγινε καλά. Άλλη μια φορά, όταν ο Κτησίβιος, αρρώστησε, τον επισκέφθηκε, είδε σε τι ένδεια ζούσε και τότε του έβαλε κρυφά χρήματα κάτω από το μαξιλάρι, όταν έφευγε. Αθόρυβα και διακριτικά – πρόχειρος ἦν και λαθεῖν, την χάριν ἀτυφότατος – έκανε τις γενναιοδωρίες του: ούτε ζήτησε πίσω έναν ασημένιο δίσκο που είχε δανείσει σε κάποιον που έκανε τραπέζι σε φίλους του.
Μικρά, απλά περιστατικά – που αφηγείται ο Διογένης – ικανά όμως να φωτίσουν τον χαρακτήρα του. Γι’ αυτό ήταν αγαπητός όσο κανείς άλλος στους Αθηναίους. Δεν νοιαζότανε για χρήματα – είχε περιουσία στην Πιτάνη και ο μεγάλος αδερφός του, ο Πυλάδης, του έστελνε τα εισοδήματά του – και του άρεσε η καλή ζωή, το καλό φαγητό με φίλους, ωστόσο, που εκείνος ήθελε. Ιδιαίτερα όμως αγαπούσε το θέατρο.
Ως φιλόσοφος δεν είχε καμία έπαρση και συμβούλευε τους μαθητές να ακούνε και τα μαθήματα των άλλων. Δεν πήρε άλλωστε ο ίδιος από το χέρι έναν μαθητή, που του παραπονέθηκε για την διδασκαλία του, και τον πήγε στην σχολή του Ιερώνυμου του περιπατητικού;
Αξιοπρεπείς ο Αρκεσίλαος· σεβόταν τον εαυτό του. Ενώ είχε φίλο βασιλέα, τον Ευμένη, δεν έτρεχε να επισκεφτεί τον Αντίγονο τον Γονατά, παρόλες τις υποδείξεις του φίλου του Ιεροκλή που τον πίεζε να πηγαίνει να υποβάλλει τα σέβη του στον Αντίγονο, κάθε φορά που αυτός επισκεπτόταν την Αθήνα. Δεν πήγε ακόμη και όταν όλοι έτρεξαν να συγχαρούν και να τον κολακεύσουν για την νίκη στην ναυμαχία με τους Αιγύπτιους.
Αφιλαργυρώτατος, ατυφότατος, κοινωνικότατος, ευρεσιλογώτατος. Δεν παύει να μας τονίζει ο Διογένης τα χαρίσματά του: γενναιόδωρος σε ύψιστο βαθμό, σεμνότατος, κοινωνικότατος, εξυπνότατος.
Και πολλούς αιώνες αργότερα, πολύ κοντά σε εμάς, θα τα ξανακούσουμε: “Ωραίος, εύγλωττος, έξυπνος, ετοιμόλογος, είχε όλα τα απαραίτητα χαρίσματα για την αντιλογία και φάνηκε ότι ασχολήθηκε με αυτήν με ζήλο. Η στωική φιλοσοφία ήταν φυσικά εκείνη η οποία δέχτηκε το βάρος της επιθέσεως αφού από όλα τα φιλοσοφικά συστήματα παρουσιαζόταν το πιο φιλόδοξο και, φυσικά, και το πιο τρωτό· και ήταν τέτοια η τόλμη και η επιδεξιότητα του επιτιθέμενου ώστε οι αντίπαλοί του τον συνέκριναν πότε με τι Έμπουσες και πότε με την Λερναία Ύδρα της μυθολογίας. Στους τρόπους και στην διάθεση ερχόταν σε αντίθεση με τον ασκητικό Ζήνωνα. Φιλόφρων, γενναιόδωρος, ανοιχτόκαρδος, ήταν ένας άνθρωπος του κόσμου· του άρεσε η τέχνη και η λογοτεχνία.
Αυτός είναι ο σχολάρχης της Μέσης Ακαδημίας. Μυήθηκε στην πλατωνική φιλοσοφία από τους τρεις μεγάλους διαδόχους, τον Κράντορα, τον Πολέμωνα, τον Κράτητα. Και σ’ αυτήν την Ακαδημία που δεν την φώτιζαν πια, όπως παλαιότερα, οι προβολείς, στραμμένοι τώρα στη Στοά και στον Κήπο, τις μεγάλες φιλοσοφικές σχολές της ελληνιστικής εποχής, ο Αρκεσίλαος έδωσε και πάλι, εβδομήντα πέντε χρόνια μετά τον Πλάτωνα, την παλιά της λάμψη. Ἤνθησεν ἡ Ἀκαδημία. Την έφερε στο προσκήνιο, με τον πόλεμο που ξεκίνησε με τους στωικούς.

 

 

Μέρος Α’: http://www.lecturesbureau.gr/1/arkesilos-from-pitani-part-a-1218/

 

 
ΠΥΡΡΩΝΕΙΕΣ ΥΠΟΤΥΠΩΣΕΙΣ Α’, Β’
Σέξτος
ο Εμπειρικός
ΕΚΔΟΣΕΙΣ ΖΗΤΡΟΣ



Facebook

Instagram

Follow Me on Instagram